Δραγασάκης Γιάννης
Θεοδωρόπουλος Σπύρος
Knapp Martin
Μασουράκης Μιχάλης
Βέττας Νίκος
Γλώσσα
Ελληνική
Ημερομηνία
11/04/2013
Διάρκεια
123:16
Εκδήλωση
2ος κύκλος Δημόσιων Συζητήσεων. Ελλάδα: Μεταρρυθμίσεις, Ρήξεις, Τομές
Χώρος
Μέγαρο Μουσικής Αθηνών
Διοργάνωση
Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ)
Ίδρυμα Οικονομικών & Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ)
Kantor Σύμβουλοι Επιχειρήσεων
ΚΙΝΗΣΗ ΠΟΛΙΤΩΝ για μια Ανοικτή Κοινωνία
Διεθνής Διαφάνεια Ελλάς
Μέγαρο Μουσικής Αθηνών - Megaron Plus
Κατηγορία
Οικονομία
Ετικέτες
ανταγωνιστικότητα, εξωστρέφεια, οικονομική ανάπτυξη
Η Ανάπτυξη ως το σημαντικό ζητούμενο για την ελληνική οικονομία αποτέλεσε το επίκεντρο της έβδομης κατά σειρά εκδήλωσης του φετινού Κύκλου δημοσίων συζητήσεων του Megaron Plus υπό τον γενικό τίτλο «Ελλάδα: Μεταρρυθμίσεις, Ρήξεις, Τομές» η οποία έφερε στο ανοιχτό φόρουμ ιδεών του Μεγάρου πέντε σημαντικούς εκπροσώπους του πολιτικού, επιχειρηματικού και επιστημονικού χώρου της Ελλάδας και του εξωτερικού.
Πέντε διακεκριμένους ομιλητές με πλούσια επαγγελματική εμπειρία και ενεργό παρουσία εντός κι εκτός συνόρων που κατέθεσαν τις απόψεις τους για το επίμαχο θέμα, στηριγμένοι στα δεδομένα της σημερινής ελληνικής πραγματικότητας και στη διαπίστωση πως «ενώ είναι κοινός τόπος ότι πυλώνες μιας βιώσιμης πορείας ανάπτυξης αποτελούν η εξωστρέφεια και η υψηλή ανταγωνιστικότητα, είναι λιγότερο προφανές πώς αυτές θα επιτευχθούν».
Στη συνάντησή τους, που πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη 11 Απριλίου, ο Βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και Δ’ Αντιπρόεδρος της Βουλής, Γιάννης Δραγασάκης, ο Διευθύνων Σύμβουλος της CHIPITA S.A. και Μέλος Δ.Σ. του ΣΕΒ, Σπύρος Θεοδωρόπουλος, ο Συντονιστής του «έργου Ευρωζώνη» της Ένωσης Γερμανικών Επιμελητηρίων Βιομηχανίας και Εμπορίου (DIHK) και τέως Γενικός Διευθυντής του Ελληνογερμανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου, Martin Knapp, και ο Διευθυντής Οικονομικών Μελετών του Ομίλου Alpha Bank, Μιχάλης Μασουράκης, διερεύνησαν τους τρόπους εξάλειψης των συσσωρευμένων εσωτερικών προβλημάτων της οικονομίας σε συνδυασμό με τις ευκαιρίες και τους περιορισμούς που προκύπτουν από τη δυναμική της ευρωπαϊκής και της διεθνούς οικονομίας.
Μιλώντας ο καθένας από τη δική του οπτική γωνία, επιχείρησαν να αναδείξουν τη σημασία της ανταγωνιστικότητας και της εξωστρέφειας, τους τρόπους προώθησής τους καθώς και τα προσδοκώμενα αποτελέσματα από την οικονομική ανάπτυξη. Τη συζήτηση συντόνισε ο Καθηγητής του Τμήματος Οικονομικής Επιστήμης του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών Νίκος Βέττας.
Και αυτή η εκδήλωση του φετινού Κύκλου δημοσίων συζητήσεων του MEGARON PLUS υπό τον γενικό τίτλο «Ελλάδα: Μεταρρυθμίσεις, Ρήξεις, Τομές» συνδιοργανώθηκε με το Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ), το Ίδρυμα Οικονομικών & Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), την εταιρεία Kantor Σύμβουλοι Επιχειρήσεων, την Κίνηση Πολιτών και τη Διεθνή Διαφάνεια Ελλάς. Ο συγκεκριμένος Κύκλος στοχεύει στην ενίσχυση του προβληματισμού και στην παρουσίαση συγκεκριμένων προτάσεων και μέτρων απαραίτητων για τον εκσυγχρονισμό της χώρας μας.
Στην αρχή της εκδήλωσης, ο συντονιστής της Καθηγητής Νίκος Βέττας, σημείωσε ότι η δρομολόγηση πορείας ανάπτυξης είναι το μείζον και επείγον ζητούμενο για την Ελληνική οικονομία. Υπάρχει πλέον σχεδόν γενική κατανόηση για το ότι αυτή η ανάπτυξη δεν μπορεί να στηρίζεται σε διευρυνόμενο δανεισμό και ότι πρέπει να επιτευχθεί στο πλαίσιο μιιας δημοσιονομικής σταθερότητας. Δεν είναι όμως εξίσου σαφές πώς θα φτάσει η οικονομία στο απαιτούμενο επίπεδο εξωστρέφειας και ανταγωνιστικότητας και πόσο σύντομα είναι αυτό εφικτό.
Ο κ. Martin Knapp αναφέρθηκε στην ανάγκη να ξαναβρεθεί ένας τρόπος επικοινωνίας μεταξύ του Νότου και του Βορρά της Ευρώπης. Για το σκοπό αυτό, πρέπει και οι δυο πλευρές να κάνουν ορισμένες παραδοχές σχετικά με τις συνθήκες λειτουργίας της παγκόσμιας αγοράς αγαθών, υπηρεσιών και χρήματος. Έτσι, ο ευρωπαϊκός Νότος πρέπει να αναγνωρίσει πως η Ευρώπη βρίσκεται σε έναν σκληρότατο ανταγωνισμό με άλλες ηπείρους που παρουσιάζουν ευνοϊκότερες συνθήκες για επιχειρηματική δράση. Παράλληλα, σημείωσε ο κ. Knapp, ο Βορράς πρέπει να καταλάβει πως οι - αναγκαίες κατά τα άλλα - μεταρρυθμίσεις στις οικονομίες του Νότου δε θα φέρουν αυτόματα την ανάπτυξη, αν δεν δοθεί παράλληλα η δέουσα προσοχή στην επιβίωση των επιχειρήσεων, που ανήκουν στον υγιή πυρήνα της πραγματικής οικονομίας της Νότιας Ευρώπης.
Στην εισήγησή του, ο κ. Γιάννης Δραγασάκης τόνισε ότι, το ζητούμενο δεν είναι η εξωστρέφεια ενός οικονομικού συστήματος που έχει χρεοκοπήσει, αλλά η αντικατάστασή του με ένα νέο υπόδειγμα δίκαιης, αλληλέγγυας και βιώσιμης ανάπτυξης. «Η εξωστρέφεια δεν μπορεί να υπάρξει», τόνισε, «μόνο ως υπόθεση κάποιων επιχειρήσεων αλλά ως έκφραση της συνολικής δυναμικής της οικονομίας και ως αποτέλεσμα της συνέργειας κράτους – αγορών και κοινωνίας». Στο πλαίσιο αυτό, σημείωσε, απαιτούνται και νέες, συλλογικές και κοινοπρακτικές μορφές, αναβάθμιση της θέσης και του ρόλου της εργασίας, και δίκαιη κατανομή των αποτελεσμάτων της ανάπτυξης. Σύμφωνα με τον κ. Δραγασάκη, η εξωστρέφεια και γενικότερα το νέο υπόδειγμα δίκαιης και βιώσιμης ανάπτυξης απαιτούν:
• ριζικές μεταρρυθμίσεις στο κράτος, το πολιτικό σύστημα, τη διοίκηση, τη φορολογία
• ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα παραγωγικής ανασυγκρότησης, καθώς και
• ανάκτηση της εσωτερικής αγοράς και μια ανταγωνιστικότητα που θα στηρίζεται όχι στη μείωση των μισθών αλλά στην αναβάθμιση της παραγωγικότητας της εργασίας, μέσω της εκπαίδευσης, της αποκατάστασης συλλογικών εργασιακών δικαιωμάτων των εργαζομένων, της έρευνας, της καινοτομίας και των υποδομών.
Παράλληλα, απαιτούν ένα τραπεζικό σύστημα το οποίο θα υπηρετεί την κοινωνία και την πραγματική οικονομία. Η σημερινή πολιτική των μνημονίων, τόνισε ο κ. Δραγασάκης, όχι μόνο δεν δημιουργεί τις παραπάνω προϋποθέσεις, αλλά καταστρέφει και τις βάσεις της μελλοντικής ανάπτυξης. Γι’ αυτό, ιδιαίτερα μετά τις εξελίξεις στην Κύπρο, καθίσταται επείγουσα ανάγκη για συνολικό επανασχεδιασμό της πολιτικής που ασκείται στη χώρα μας ως προϋπόθεση για την αποτροπή ακόμη μεγαλύτερων καταστροφών. Καταλήγοντας, υπογράμμισε ότι χρειάζεται μια πολιτική που θα εμπνεύσει και θα κερδίσει την εμπιστοσύνη της κοινωνίας και του κόσμου της εργασίας, ο οποίος αποτελεί και τη βασική δύναμη εξόδου από την κρίση.
Ο κ. Μιχαήλ Μασουράκης, στη συνέχεια, υποστήριξε ότι η αντοχή της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας στην συνεχιζόμενη λιτότητα δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένη χωρίς την εδραίωση προοπτικών ανάπτυξης. Η εφαρμογή του Μνημονίου, τόνισε, είναι αναγκαία αλλά όχι ικανή συνθήκη. Για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας με άξονες την ανταγωνιστικότητα και την εξωστρέφεια, πέραν της εσωτερικής υποτίμησης, των αποκρατικοποιήσεων και των διαρθρωτικών αλλαγών που υλοποιούνται, απαιτείται και το άνοιγμα της οικονομίας στις ξένες επιχειρήσεις και κεφάλαια, η διευκόλυνση των επενδύσεων με την άρση των περιορισμών που θέτει το χωροταξικό στην επιχειρηματικότητα, και η άσκηση αυτόνομης αναπτυξιακής πολιτικής σε περιφερειακό επίπεδο, μακριά από τον εναγκαλισμό του κράτους. Υπό προϋποθέσεις, σημείωσε ο κ. Μασουράκης, η Ελλάδα μπορεί να γίνει ευρωπαϊκός κόμβος υψηλής ποιότητας διαβίωσης, αναψυχής και εργασίας ανθρώπων υψηλού εισοδηματικού και μορφωτικού επιπέδου, εάν δοθεί έμφαση στην ανάπτυξη υποδομών, περιλαμβανομένων εστιών καινοτομίας, με την ιδιωτικό τομέα σε πρωταγωνιστικό ρόλο. Καταλήγοντας, υπενθύμισε ότι η επίτευξη του αυτονόητου στην Ελλάδα, κατά παγκόσμια πρωτοτυπία και αποκλειστικότητα, τελεί υπό την αίρεση της πολιτικής συνεννόησης.
Ο κ. Σπύρος Θεοδωρόπουλος, τόνισε την ανάγκη κινητοποίησης των δημιουργικών και παραγωγικών δυνάμεων της χώρας. «Αυτό που πρέπει να κάνουμε όλοι οι Έλληνες επιχειρηματίες είναι να δημιουργήσουμε προκοπή. Να δημιουργήσουμε Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν. Να δουλέψουμε πιο πολύ, πιο σκληρά, πιο δημιουργικά. Και να βοηθήσουμε, στο μέτρο του δυνατού για τον καθένα μας, να ξαναχτίσουμε την οικονομία μας και κατ΄επέκταση την πατρίδα μας. Γιατί ας μην γελιόμαστε χωρίς ισχυρή οικονομία δεν υπάρχει ισχυρή πατρίδα, που μπορεί να προστατεύσει την χώρα και το λαό της». Ο κ. Θεοδωρόπουλος υπογράμμισε ότι μια σύγχρονη επιχείρηση προκειμένου να μπορεί να αναπτυχθεί η ίδια και κατά συνέπεια να συμβάλει στην ανάπτυξη της οικονομίας μας πρέπει να διαθέτει ικανό και εκπαιδευμένο ανθρώπινο δυναμικό, επαρκή κεφάλαια, ανταγωνιστικό κόστος αλλά και επιχειρηματική δεινότητα των διοικούντων.
Σημείωσε ότι, παραμένει συγκρατημένα αισιόδοξος. Όχι γιατί δεν υπάρχουν δυσκολίες, οι οποίες θα διατηρηθούν για πολύ καιρό ακόμη, αλλά διότι η Ελληνική κοινωνία δείχνει να ξεπερνά το πρώτο σοκ, δείχνει να αντιλαμβάνεται ότι δεν είναι μια πρόσκαιρη δυσκολία, αλλά ένα βαθύ συστημικό πρόβλημα του τρόπου που ζήσαμε επί δεκαετίες. «Και ο καθένας χωριστά αλλά και όλοι μαζί προσπαθούμε να ανασυνταχθούμε, να βρούμε νέους δρόμους, να αναβιώσουμε πρακτικές και επαγγέλματα που ξεχάσαμε, να επαναπροσανατολίσουμε τους στόχους μας μακριά από την καρέκλα του δημοσίου υπαλλήλου, να δημιουργήσουμε ξανά δουλειές και προκοπή παράγοντας προϊόντα ή ιδέες».
Κλείνοντας και συνοψίζοντας τη συζήτηση, ο Καθηγητής Νίκος Βέττας ανέφερε ότι η Ελληνική οικονομία έχει ένα εξαιρετικά υψηλό δυναμικό, με ανεκμετάλλευτο ανθρώπινο κεφάλαιο και παραγωγικούς πόρους. Η κρίση θα έπρεπε να έχει κάνει σαφές προς όλους ότι η πορεία σταθεροποίησης και ανάπτυξης προϋποθέτει την απάλειψη σημαντικών στοιχείων παθογένειας που χαρακτήριζαν την Ελληνική οικονομία για δεκαετίες. Ενώ η δημοσιονομική εξυγίανση είναι απαραίτητη, ώστε να εμπεδωθεί κλίμα αξιοπιστίας, εξίσου κρίσιμη είναι η συστηματική προώθηση δομικών μεταρρυθμίσεων, κυρίως αυτών που θα αναπροσδιορίσουν τη σχέση δημόσιου τομέα και ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Η ιδιαίτερη κρισιμότητα αυτού του ζητήματος πρέπει να γίνει κατανοητή όχι μόνο από το πολιτικό σύστημα αλλά και από τους εταίρους και πιστωτές.
Ο Γιάννης Δραγασάκης είναι, από τον Ιανουάριο του 2015, Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης και Βουλευτής Επικρατείας με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Γεννήθηκε στην Ανατολή Λασιθίου Κρήτης το 1947. Σπούδασε πολιτικές και οικονομικές επιστήμες στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Έχει εργασθεί σε διάφορες θέσεις στον ιδιωτικό τομέα καθώς και ως οικονομολόγος – μελετητής. Στα μαθητικά του χρόνια, ανέπτυξε δραστηριότητα ως μέλος της νεολαίας «Γρηγόρης Λαμπράκης». Ως φοιτητής συμμετείχε στην αντιδικτατορική δράση. Διετέλεσε Γραμματέας του Συλλόγου Ελλήνων Φοιτητών Λονδίνου. Υπήρξε ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ μέχρι το 1991 και του Συνασπισμού από την ίδρυσή του. Στις εκλογές του Ιουνίου 1989, εξελέγη βουλευτής Χανίων με τον ενιαίο Συνασπισμό της Αριστεράς και της Προόδου. Συμμετείχε, ως Αναπληρωτής Υπουργός Εθνικής Οικονομίας, στην Οικουμενική Κυβέρνηση του Ξ. Ζολώτα (Νοέμβριος 1989 – Απρίλιος 1990). Επανεξελέγη βουλευτής Β΄ Αθήνας στις εκλογές 1996, 2004, 2007 και 6ης Μαΐου 2012. Από τον Ιούνιο του 2012 έως και τον Ιανουάριο του 2015 διετέλεσε Δ΄ Αντιπρόεδρος της Βουλής. Υπήρξε και στο παρελθόν Αντιπρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων, και επί πολλά έτη μέλος της διαρκούς Επιτροπής της Βουλής για την οικονομία και τον προϋπολογισμό. Συμμετείχε επίσης ως μέλος στην αντιπροσωπεία του ελληνικού κοινοβουλίου στον Ο.Α.Σ.Ε. Στο παρελθόν εκπροσώπησε την Ελλάδα ως μέλος της Κοινοβουλευτικής Συνόδου του Συμβουλίου της Ευρώπης, ενώ έχει υπάρξει Πρόεδρος της υπο-Επιτροπής για τον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη.
Ο Σπύρος Θεοδωρόπουλος είναι ο Διευθύνων Σύμβουλος της Chipita AE. Ξεκίνησε νωρίς την επιχειρηματική του δραστηριότητα ασχολούμενος από το 1976 με μια μικρή οικογενειακή εταιρεία παραγωγής γαλακτοκομικών προϊόντων, την Recor A.E. Το 1981 αναλαμβάνει την Γενική Διεύθυνση της ALIGEL, μιας εισαγωγικής εταιρείας Ζαχαρωδών προϊόντων και παγωτών. Το 1986 αναλαμβάνει Διευθύνων Σύμβουλος στην ΙΝΤΕRIA, εταιρεία παραγωγής και εμπορίας πραλίνας φουντουκιού, με σοβαρή εξαγωγική δραστηριότητα. Την ίδια χρονιά εξαγοράζει το 50% των μετοχών της CHIPITA - τότε εταιρεία παραγωγής snacks (γαριδάκια) -και το 1989 εξαγοράζει και το υπόλοιπο 50%. Το 1990 εισέρχονται επενδυτικά κεφάλαια στην Chipita μέσω του Eurohellenic fund (Olayan, De Benedetti, Alpha Finance και ΤΙΤΑΝ) και αρχίζει η παραγωγή κρουασάν. Το 1994 η εταιρεία εισάγεται στο Ελληνικό Χρηματιστήριο. Τα επόμενα 16 έτη η εταιρεία αναπτύσσει πολλά νέα προϊόντα και διεθνοποιείται με εξαγωγές σε πολλές χώρες. Κυρίως όμως με εργοστάσια σε Βουλγαρία, Ρουμανία, Πολωνία, Ρωσία, ΗΠΑ και Νιγηρία, καθώς και με συνεργασίες σε Αίγυπτο, Σαουδική Αραβία και Μεξικό. Το 2006 η CHIPITA συγχωνεύεται με τη ΔΕΛΤΑ, δημιουργώντας τη VIVARTIA και το 2007 η VIVARTIA εξαγοράζεται από τη MIG. Από την 1/9/2006 έως τις 15/4/2010 ο Σπύρος Θεοδωρόπουλος διετέλεσε Διευθύνων Σύμβουλος της Vivartia ABEE. Το καλοκαίρι του 2010, μαζί με τον όμιλο Olayan αλλά και με άλλους ‘Έλληνες επιχειρηματίες εξαγοράζει εκ νέου την Chipita. Σήμερα είναι μέλος του Δ.Σ. της ΤΙΤΑΝ ΑΕ και της ΕΤΕ και Αντιπρόεδρος του Δ.Σ. του ΣΕΒ. Κατά το παρελθόν έχει διατελέσει Πρόεδρος της Ένωσης Εισηγμένων Εταιρειών και Αντιπρόεδρος της ΕΧΑΕ. Είναι απόφοιτος της ΑΣΟΕΕ και μιλά Αγγλικά και Ιταλικά.
Μετά τις σπουδές στην Αρχαία, Μεσαιωνική και Νέα Ελληνική Φιλολογία και Ιστορία, ο Martin Knapp, από το 1983 έως το 1987, εργάστηκε στο Υπουργείο παρά τω Πρωθυπουργώ της Ελληνικής Κυβέρνησης στην Αθήνα. Κατά την ίδια περίοδο εργαζόταν επίσης ως ξένος ανταποκριτής Τύπου για διάφορα γερμανικά μέσα ενημέρωσης. Από το 1988 έως το 2001, ο Martin Knapp ήταν ο Διευθύνων Σύμβουλος του Κλάδου Βορείου Ελλάδος του Ελληνογερμανικού Επιμελητηρίου Εμπορίου και Βιομηχανίας στη Θεσσαλονίκη. Από το 2001 έως το 2005, εργάστηκε ως Επικεφαλής της Αντιπροσωπείας της γερμανικής οικονομίας στο Βελιγράδι-Σερβία. Από το 2005 έως το 2008, εργάστηκε ως Συντονιστής του παγκόσμιου δικτύου των διμερών Επιμελητηρίων Εξωτερικού (AHK) στην Ένωση Γερμανικών Επιμελητηρίων Βιομηχανίας και Εμπορίου (DIHK) στο Βερολίνο. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια, ο Martin Knapp ήταν μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου και ο Διευθύνων Σύμβουλος του Ελληνογερμανικού Επιμελητηρίου Εμπορίου και Βιομηχανίας στην Αθήνα. Τώρα συντονίζει το «Σχέδιο Ευρωζώνη »του DIHK και ασχολείται με τα προβλήματα της πραγματικής οικονομίας των χωρών που επηρεάζονται περισσότερο από την Ευρωκρίση.
Ο Μιχάλης Μασουράκης είναι Chief Economist στο ΣΕΒ.
Αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο Αθηνών (1975). Συνέχισε τις μεταπτυχιακές του σπουδές στο American University, Washington DC (MA, 1979) και στο Graduate Center of the City University of New York (PhD, 1983).
Διετέλεσε Λέκτορας Οικονομικών στο Hunter College, New York (1981-1983), Οικονομολόγος στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (1983-1987), Οικονομολόγος στο Συμβούλιο Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων (1987-1996) και Σύμβουλος στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (1994-1996).
Στην περίοδο 1988-1996 διετέλεσε Αναπληρωματικό Μέλος στην Νομισματική Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Διετέλεσε, επίσης, Μέλος του Δ.Σ. της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς την περίοδο 2000-2004. Διετέλεσε Ανώτερος Διευθυντής Οικονομικών Μελετών στην Alpha Bank στην οποία εργαζόταν από το 1996.
Είναι μέλος της Επιστημονικής Επιτροπής της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών και μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής του Ινστιτούτου Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών.
Γενικός διευθυντής στο Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών από το 2013. Καθηγητής Οικονομικών στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών από το 2003, όπου έχει υπηρετήσει ως Πρόεδρος του Τμήματος Οικovoμικής Επιστήμης και μέλος του Συμβουλίου του Ιδρύματος. Kάτοχος διδακτορικού από το University of Pennsylvania, ΗΠΑ. Έχει εργαστεί ως Αναπληρωτής Καθηγητής στο Duke University στις ΗΠΑ και Επισκέπτης Καθηγητής στο ΙNSEAD στη Γαλλία και τη Σιγκαπούρη. Είναι Associate Editor του International Journal of Industrial Organization, μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής του European Association for Research in Industrial Economics και Ερευνητικός Εταίρος στο Centre for Economic Policy Research του Λονδίνου, ενώ έχει υπάρξει Associate Editor του Journal of the European Economic Association και του Journal of Industrial Economics. Έχει υπηρετήσει ως τακτικό μέλος της Ελληνικής Επιτροπής Ανταγωνισμού και μέλος του European Advisory Group for Competition Policy της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ανταγωνισμού. Έχει δημοσιεύσεις στο International Economic Review, European Economic Review, Rand Journal of Economics, Review of Economic Studies και άλλα κορυφαία επιστημονικά περιοδικά. Συνδιοργανωτής από το 2002 του Conference for Research on Economic Theory and Econometrics και εκ των επιμελητών του Beyond Austerity (MIT Press, 2017) - Πέρα από τη Λιτότητα (ΠΕΚ, 2017). Αναπληρωτής Πρόεδρος της Επιτροπής Αναπτυξιακού Σχεδίου («Επιτροπής Πισσαρίδη») για την Ελληνική Οικονομία, 2020.