Χώρος: Μουσείο Ελληνικών Λαϊκών Μουσικών Οργάνων «Φοίβος Ανωγειανάκης» - Κέντρο Εθνομουσικολογίας
Στο Μεντρεσέ στον πλάτανο
Από το δημοτικό στο ρεμπέτικο: μια μουσική ιστορία σε τρεις Πράξεις
Στο Μεντρεσέ στον πλάτανο πουλί δεν πάει να κάτσει
γιατ' είν’ τα φύλλα του πικρά κι οι ρίζες του φαρμάκι.
Να 'χε καεί ο πλάτανος να του 'πεφταν τα φύλλα
που κρέμασαν το μπόι σου το μαργαριταρένιο.
Στο πλαίσιο του εορτασμού των 30 χρόνων του Μουσείου, τρεις μουσικές παραστάσεις αφηγούνται την ιστορία του παραδοσιακού και λαϊκού τραγουδιού στην Ελλάδα, από τα τέλη του 18ου ως τις αρχές του 20ού αιώνα
Στο Μεντρεσέ στον πλάτανο
Όταν ο Γιώργος Λααοάνης, αγωνιστής της Επανάστασης και υπουργός στις οθωνικές κυβερνήσεις, λόγιος, δάσκαλος και θεατρικός συγγραφέας, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα το 1834, φαίνεται να ζήτησε από τον συντοπίτη και συναγωνιστή του, τον σημαντικότερο Έλληνα αρχιτέκτονα της εποχής, Σταμάτη Κλεάνθη να σχεδιάσει το σπίτι του. Είναι πολύ πιθανό αυτό να χτίστηκε πάνω σε ένα παλιότερο σπίτι, των χρόνων της Τουρκοκρατίας, αλλά βέβαιο ότι η θέση που επέλεξε ήταν κοντά στο Ωρολόγιον του Κυρρήστου (Πύργο των Ανέμων) και δίπλα στο Μεντρεσέ, την παλιά οθωμανική ιερατική σχολή της πόλης.
Στη διάρκεια της Επανάστασης, η σχολή εγκαταλείφθηκε και ερημώθηκε, αλλά μετά την άφιξη του Όθωνα, ο αρχιτέκτονας Χάνσεν τη μετέτρεψε σε φυλακή, η οποία λειτούργησε μέχρι και τα πρώτα χρόνια του 20ού αιώνα. Στην αυλή της φυλακής υπήρχε ένας πλάτανος που μέσα στα χρόνια μετατράπηκε σε σύμβολο θανάτου, καθώς στα κλαδιά του απαγχονίζονταν όσοι κρατούμενοι καταδικάζονταν σε θάνατο.
Ο ποιητής Αχιλλέας Παράσχος, φυλακισμένος στο Μεντρεσέ το 1861, έγραψε ένα ποίημα για αυτόν τον πλάτανο, για να στιγματίσει συμβολικά τον αυταρχισμό της εξουσίας. Υπάρχουν όμως και πολλά δίστιχα και τραγούδια που γράφτηκαν και τραγουδιόνταν για αυτόν. Ο Μεντρεσές, τελικά, κατεδαφίστηκε από τους ίδιους τους Αθηναίους το 1898, ύστερα από χρόνιο αίτημα και των αρχαιολόγων που προγραμμάτιζαν την έναρξη ανασκαφών στην περιοχή, αφήνοντας μόνο όρθια την εντυπωσιακή πύλη του. Η φυλακή εξαφανίστηκε οριστικά από την τοπογραφία της Αθήνας το 1915, όταν ένας κεραυνός κατέκαψε το μισητό σύμβολό της, τον πλάτανο.
Ο Μεντρεσές, παρόλα αυτά, εξακολούθησε να ζει στη συλλογική μνήμη της πόλης. Τα «μουρμούρικα», τα αυτοσχέδια δίστιχα που τραγουδιόνταν ψιθυριστά από τους κρατούμενους για να μην τους ακούν οι δεσμοφύλακες, είχαν περάσει τους τοίχους της φυλακής και στάθηκαν στην πλατεία του Ψυρρή, για να μεταμορφωθούν σταδιακά στα μουρμούρικα ρεμπέτικα των αρχών του 20ού αιώνα.
Τα δύο κτήρια, ο Μεντρεσές και το σπίτι του Λασσάνη, χτισμένα το ένα δίπλα στο άλλο, συνδέονται και με έναν άλλο, απροσδόκητο τρόπο. Τα «τραγούδια διαμαρτυρίας» του Μεντρεσέ συναντούν τη μοναδική συλλογή ελληνικών λαϊκών μουσικών οργάνων του Φοίβου Ανωγειανάκη που τα τελευταία 30 χρόνια στεγάζεται στο σπίτι του αγωνιστή και λόγιου της Επανάστασης. Και δημιουργούν ένα ιδιαίτερο ιστορικό και νοηματικό πλαίσιο για μια μουσική ιστορία. Αυτή που τραγουδήθηκε στην αυλή του Μουσείου.