Βουρλούμης Παναγής
Καραμούζης Νίκος
Μάνος Στέφανος
Μητρόπουλος Κώστας
Στρατήγης Στρατής
Γλώσσα
Ελληνική
Ημερομηνία
21/02/2012
Διάρκεια
117:23
Εκδήλωση
Ελλάδα: Μεταρρυθμίσεις, Ρήξεις, Τομές
Χώρος
Πολεμικό Μουσείο
Διοργάνωση
Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ)
Ίδρυμα Οικονομικών & Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ)
Kantor Σύμβουλοι Επιχειρήσεων
ΚΙΝΗΣΗ ΠΟΛΙΤΩΝ για μια Ανοικτή Κοινωνία
Διεθνής Διαφάνεια Ελλάς
Κατηγορία
Οικονομία, Πολιτική
Ετικέτες
οικονομική κρίση
Την Τρίτη, 21 Φεβρουαρίου πραγματοποιήθηκε στο αμφιθέατρο του Πολεμικού Μουσείου η τρίτη ανοικτή συζήτηση της σειράς των επτά εκδηλώσεων υπό τον τίτλο «Ελλάδα: Μεταρρυθμίσεις, Ρήξεις, Τομές» που οργανώνουν το ΕΛΙΑΜΕΠ, το ΙΟΒΕ, η Kantor, η Κίνηση Πολιτών και η Διεθνής Διαφάνεια, με στόχο την ενίσχυση του προβληματισμού και τη διαμόρφωση προτάσεων επί θεμάτων που θα διαμορφώσουν την πορεία της χώρας στην επόμενη δεκαετία.
Στη χθεσινή συζήτηση με θέμα «Αξιοποίηση της Δημόσιας Περιουσίας» ομιλητές ήταν οι Παναγιώτης Βουρλούμης (πρώην Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος του ΟΤΕ), Νίκος Β. Καραμούζης (καθηγητής Πανεπιστημίου Πειραιώς και Αναπληρωτής Διευθύνων Σύμβουλος του ομίλου Eurobank EFG), Στέφανος Μάνος (Πρόεδρος της Δράσης, πρώην Υπουργός), Κώστας Σ. Μητρόπουλος (Διευθύνων Σύμβουλος του ΤΑΙΠΕΔ) και Στράτης Στρατήγης (νομικός και πρώην Βουλευτής). Συντονιστής της συζήτησης ήταν ο Κώστας Στ. Καστρινάκης, Αντιπρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της Kantor.
Τις τοποθετήσεις των ομιλητών ακολούθησε συζήτηση με το κοινό, που υπερέβαινε τα 400 άτομα. Η εκδήλωση παρουσίασε ιδιαίτερο ενδιαφέρον και διήρκησε 3 ώρες.
Το πρόγραμμα αξιοποίησης της ιδιωτικής περιουσίας του δημοσίου στηρίζεται κατά 50% στην αξιοποίηση της γης, κατά 35% στην αξιοποίηση υποδομών και κατά 15% στην πώληση μετοχών που σήμερα κατέχει το κράτος. Ο στόχος είσπραξης εσόδων, κατά το ΤΑΙΠΕΔ, ανέρχεται σε 19 δισ. ευρώ μέχρι το 2015, σαφώς αναθεωρημένος σε σχέση με τον αρχικό στόχο της τρόϊκας. Το πρόγραμμα του ΤΑΙΠΕΔ δεν είναι κυρίως εισπρακτικό αλλά επιδιώκει την επιτάχυνση της ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας κυρίως μέσω αξιοποίησης γης και υποδομών[1]. Χαρακτηριστικά αναφέρθηκε ότι η αξιοποίηση του Ελληνικού (περιοχή πρώην αεροδρομίου Αθήνας) θα προσθέσει 0,3% του ΑΕΠ στους ρυθμούς ανάπτυξης της χώρας, για κάθε έτος της χρονικής διάρκειας κατασκευών. Εντούτοις, οι διαδικασίες είναι αργές, η γραφειοκρατία δημιουργεί συστηματικά εμπόδια (μια τυπική διαδικασία ιδιωτικοποίησης διαρκεί 12-20 μήνες) και το ΤΑΙΠΕΔ «ζητά την υπομονή και ανοχή όλων, για την επίτευξη των δύσκολων στόχων του». Παράλληλα, αναφέρθηκε ότι το πολύ χαμηλό επίπεδο ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας στο διεθνή στίβο, δημιουργεί πρόσθετες δυσκολίες στην αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας ενώ, σύμφωνα με μελέτες, η ελκυστικότητα της χώρας σε τομείς όπως η εξοχική κατοικία «δεν είναι όσο υψηλή νομίζεται, τουλάχιστον υπό τις υπάρχουσες συνθήκες».
Στις τοποθετήσεις τους, οι ομιλητές αναγνώρισαν τις στρεβλώσεις και τα εμπόδια της γραφειοκρατίας, καθώς και την εγγενή απροθυμία του πολιτικού συστήματος να επιτρέψει ουσιαστική αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας. Η σημερινή πρακτική «να παρέχονται με το σταγονόμετρο ακίνητα ή περιουσιακά στοιχεία του δημοσίου στο ΤΑΙΠΕΔ», δυναμιτίζει το πρόγραμμα των αποκρατικοποιήσεων και επιβεβαιώνει το ότι οι ιδιωτικοποιήσεις θα αποτύχουν αν το πολιτικό σύστημα δεν τις θελήσει πραγματικά.
Η εστίαση των προτάσεων αφορούσε σε δύο κύριες κατευθύνσεις: στην ανάδειξη της αναπτυξιακής σημασίας του προγράμματος αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας, περισσότερο από την εισπρακτική και στην ταχύτητα υλοποίησης ώστε, με λίγες γρήγορες επιτυχίες να δημιουργηθεί θετικό κλίμα στην οικονομία και να δοθούν μηνύματα στους επενδυτές, στην κοινωνία και στους εταίρους/δανειστές. Προτάθηκε η εκχώρηση από την Ελλάδα, σε εταιρεία ειδικού σκοπού, όλων των μελλοντικών εισπράξεων από έργα παραχωρήσεων μεγάλων έργων (Αττική Οδός, Εγνατία, λιμένες, αεροδρόμια, μεγάλοι οδικοί άξονες) ώστε με την ενεχυρίαση των παραπάνω εξασφαλίσεων, ευρωπαϊκοί οργανισμοί όπως η ΕΙΒ κ.α. να προχωρήσουν σε ένα εκτεταμένο πρόγραμμα ιδιωτικών επενδύσεων και επενδύσεων μέσω ΣΔΙΤ με ευνοϊκά επιτόκια και όρους δανεισμού, αποφεύγοντας χρονοβόρες γραφειοκρατικές διαδικασίες.
Ως κινήσεις αλλαγής του κλίματος, προτάθηκαν ως παραδείγματα η ιδιωτικοποίηση αστικών συγκοινωνιών και η εκχώρηση ζημιογόνων επιχειρήσεων του δημοσίου (π.χ. Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα) στους εργαζόμενους έναντι ενός ευρώ, απηλλαγμένων από τα χρέη τους.
Παρόμοιες ενέργειες θα συμβάλλουν θετικά στην αναστροφή του αρνητικού κλίματος, το οποίο έχει οδηγήσει τις ιδιωτικές επενδύσεις σε μείωση από 24% του ΑΕΠ το 2007, σε 13,5% το 2011.
Ο εκσυγχρονισμός του θεσμικού συστήματος, ιδιαίτερα σε θέματα αξιοποίησης γης, μπορεί να υιοθετήσει νέους θεσμούς όπως η «επιφάνεια», σε αντίθεση με το σημερινό καθεστώς παραχωρήσεων. Με τον θεσμό αυτό, το ελληνικό δημόσιο δεν θα πωλεί το έδαφος της ακίνητης περιουσίας του, θα παρέχει όμως εμπράγματα δικαιώματα στους αντισυμβαλλόμενους επενδυτές δίδοντας το δικαίωμα υποθήκευσης άρα την δυνατότητα άντλησης πρόσθετων κεφαλαίων για επενδύσεις.
Προτάθηκε η ίδρυση Ελληνικού Στρατηγικού Ταμείου Ανάπτυξης Ακινήτων, ίσως ως θυγατρικής του ΤΑΙΠΕΔ.
Επιπλέον, διατυπώθηκε η ανάγκη πρόσθετης μείωσης του χρέους κατά 30%, πέραν του συμφωνηθέντος, ως το 2020 και μείωσης των εργαζομένων στον δημόσιο τομέα κατά 400.000 έναντι των 150.000 που έχουν σχεδιαστεί.
Συμπερασματικά, κοινή ήταν η αντίληψη ότι:
α. υπήρχε, τουλάχιστον μέχρι τώρα, σαφής αν και μη δεδηλωμένη, απροθυμία του πολιτικού και συνδικαλιστικού συστήματος της χώρας για ουσιαστικές ενέργειες αποκρατικοποιήσεων (όπως χαρακτηριστικά αναφέρθηκε, στα τελευταία 20 χρόνια, τα έσοδα από αποκρατικοποιήσεις ανήλθαν σε 24 δισ. ευρώ, δηλαδή περίπου 1 δισ. ευρώ ετησίως, κυρίως μέσω μετοχοποιήσεων, όπου το κράτος επεδίωξε να διατηρεί τον έλεγχο, με διάφορους τρόπους),
β. η αξιοποίηση της περιουσίας του δημοσίου πρέπει να αντιμετωπιστεί ως ουσιαστικός μοχλός για την ανάπτυξη της οικονομίας, συνεπώς απαιτεί ταχύτητα και καθαρές προτάσεις, αναζήτηση επενδυτών με κριτήρια την σοβαρότητα και την μακρόχρονη δέσμευση, αντί ενός ευκαιριακά υψηλού τιμήματος, με παράλληλη επίτευξη ρεαλιστικού τιμήματος, βάσει της υφιστάμενης συγκυρίας,
γ. ο εκσυγχρονισμός του θεσμικού πλαισίου, ιδιαίτερα σε θέματα χρήσης γης (θεσμός επιφάνειας, εταιρείες διαχείρισης ακινήτων) και η ενίσχυση ρυθμιστικών και ελεγκτικών μηχανισμών, πρέπει να αποτελέσουν το ανάχωμα απέναντι στον κίνδυνο ή σε κραυγές σκοπιμότητας περί «ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας».
[1] Αναμένεται ότι για κάθε 1€ που θα εισπράττεται 3€ επί πλέον θα επενδύονται.
Ο Παναγής Βουρλούμης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1937. Σπούδασε στο LSE και στο Ινστιτούτο Ανάπτυξης της Διεθνούς Τραπέζης. Το 1966-1973 εργάστηκε στο International Finance Corporation στην Washington D.C., απ' όπου έφυγε με τον βαθμό του επικεφαλής του Τμήματος Νοτιοανατολικής Ασίας. Το 1974-1977 εργάστηκε στην Ινδονησία ως επικεφαλής Τράπεζας Επενδύσεων και επέστρεψε στην Ελλάδα ως αντιπρόσωπος της Τράπεζας Manufacturers Hanover Trust. Το 1979 ανέλαβε Γενικός Διευθυντής του Ομίλου της Εμπορικής Τραπέζης έως το 1981. Κατόπιν εργάστηκε ως Σύμβουλος Επιχειρήσεων και το 1988 ίδρυσε, μαζί με την Τράπεζα Alpha, την Alpha Finance όπου παρέμεινε Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος έως το 2000. Ταυτοχρόνως ήταν Εντεταλμένος Σύμβουλος της Τράπεζας Alpha και Οργανωτής και Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Banca Bucuresti, πρώτης ιδιωτικής τράπεζας στη Ρουμανία, που μετονομάστηκε σε Alpha Bank Romania. Το 2000-2004 διετέλεσε Πρόεδρος της Frigoglass και της Aegean Baltic Bank. Το 2004 ανέλαβε τη θέση του Προέδρου και Διευθύνοντος Συμβούλου ΟΤΕ και την Προεδρία της Cosmote και Romtelecom, όπου παρέμεινε μέχρι τον Νοέμβριο του 2010. Έχει διατελέσει μέλος των Διοικητικών Συμβουλίων του ΣΕΒ, του ΙΟΒΕ, του ΕΛΙΑΜΕΠ και άλλων οργανισμών, καθώς και της Εταιρίας Προστασίας Σπαστικών. Έχει συγγράψει «Το Ασφαλιστικό με Απλά Λόγια» (2002). Είναι επικεφαλής του μη κερδοσκοπικού φιλανθρωπικού οργανισμού με την επωνυμία Τράπεζα Τροφίμων - Ίδρυμα για την Καταπολέμηση της Πείνας.
Ο Νικόλαος Καραμούζης είναι Πρόεδρος της Grant Thornton Φορολογικών και Συμβουλευτικών Υπηρεσιών, με τριακονταετή πορεία στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα.
Έχει διατελέσει Πρόεδρος και Αναπληρωτής Διευθύνων Σύμβουλος του Ομίλου Eurobank και Πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών. Επιπλέον, διετέλεσε Υποδιοικητής της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, Πρόεδρος της ΕΤΕΒΑ, Διευθύνων Σύμβουλος της Geniki Bank και Σύμβουλος Διοίκησης της Τράπεζας Πειραιώς, Διευθυντής στη Διεύθυνση Συναλλάγματος στην Τράπεζα της Ελλάδος, Υποδιοικητής στην ΕΤΒΑ και Σύμβουλος στην Ομοσπονδιακή Τράπεζα του Cleveland των Ηνωμένων Πολιτειών. Έχει διατελέσει επίσης μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου των εταιρειών ΟΤΕ, Μυτιληναίος και CHIPITΑ, Πρόεδρος της Global Finance και Αντιπρόεδρος του ΣΕΒ και του ΣΕΤΕ. Είναι Ομότιμος Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πειραιά και μέχρι και τον Σεπτέμβριο του 2013 κατείχε τη θέση του Καθηγητή στο Τμήμα Τραπεζικής και Χρηματοοικονομικής Διοικητικής. Έχει διδάξει στο παρελθόν στο Pennsylvania State University, στο Case Western Reserve University, στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και στο Deree College. Είναι μέλος του Advisory Board της διαΝΕΟσις. Έχει εκτεταμένο ερευνητικό, συγγραφικό και επιστημονικό έργο, με δημοσιεύσεις σε τόμους, συλλογικές εκδόσεις και διεθνή επιστημονικά περιοδικά, ενώ έχει δώσει μεγάλο αριθμό διαλέξεων, ομιλιών και παρουσιάσεων σε συνέδρια και εκδηλώσεις.
Γεννήθηκε στην Αθήνα τον Δεκέμβριο του 1939 και είναι γιος του Αλέξανδρου Μάνου, χειρουργού και διευθυντή του Ευαγγελισμού, και της Μαριέττας Πανούτσου, επιχειρηματία και κόρης του προέδρου του ΣΕΒ Πανούτσου.
Σπούδασε μηχανολόγος - μηχανικός με ειδίκευση στην αεροδυναμική στο πολυτεχνείο της Ζυρίχης (1963) και το 1965 έλαβε ΜΒΑ στη Διοίκηση Επιχειρήσεων από το Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ.
Τον επόμενο χρόνο έγινε βοηθός γενικός διευθυντής της «Αλλατίνη Α.Ε.» ενώ στη συνέχεια διετέλεσε γενικός διευθυντής, αντιπρόεδρος, γενικός διευθυντής και πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου της ίδιας εταιρίας. Αποχώρησε από την εταιρεία το 1977 για να πολιτευθεί.
Είναι παντρεμένος και έχει πέντε παιδιά.
Διετέλεσε:
Πρόεδρος της Δράσης (2009 – 2012)
Βουλευτής Ελληνικού Κοινοβουλίου (1977 – 2007)
Υπουργός Οικονομικών Ελλάδας (1992 – 1993)
Υπουργός Εθνικής Οικονομίας Ελλάδας (1992 – 1993)
Μέλος των πολιτικών κομμάτων: Δράση (από το 2009), Οι Φιλελεύθεροι (1999-2001), Νέα Δημοκρατία (1977-1998)
Ο Κωνσταντίνος Μητρόπουλος είναι Εντεταλμένος Σύμβουλος της PwC Ελλάδος.
Είναι μηχανολόγος ηλεκτρολόγος του ΕΜΠ με μεταπτυχιακές σπουδές στη διοίκηση επιχειρήσεων και τα οικονομικά με ΜΒΑ από το Imperial College και PhD από το London Business School. Έχει σημαντική εμπειρία πάνω σε θέματα αναδιάρθρωσης, οργάνωσης, αποτίμησης εταιριών, πωλήσεις και ιδιωτικοποιήσεις.
Μέχρι τον Ιούνιο του 2011, που ορίστηκε Διευθύνων Σύμβουλος του Ταμείου Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου, ήταν Εκτελεστικός Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Eurobank EFG Equities ΑΕΠΕΥ και Επικεφαλής Επενδυτικής Τραπεζικής και Private Equity του ομίλου Eurobank EFG. Υπήρξε ο ιδρυτής και μέχρι το 2008 Εκτελεστικός Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της KANTOR Σύμβουλοι Επιχειρήσεων ΑΕ., μία από τις μεγαλύτερες εταιρείες συμβούλων επιχειρήσεων στην Ελλάδα, με γραφεία στις Βρυξέλλες, Βαρσοβία και Βουκουρέστι. Εργάστηκε ως σύμβουλος επιχειρήσεων στην Coopers & Lybrand στην Αγγλία. Εργάστηκε ως σύμβουλος στην Ελλάδα, την Αγγλία, την Κεντρική Ευρώπη και σε χώρες της Αφρικής και της τέως Σοβιετικής Ένωσης στους τομείς της ενέργειας, των μεταφορών, των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και της οργάνωσης. Υπήρξε υπεύθυνος για πολλές ιδιωτικοποιήσεις καθώς και εταιρικές αναδιοργανώσεις.
Eίναι μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου σε αρκετές εταιρίες του ομίλου Eurobank EFG, μέλος του Global Advisory Board του London Business School.
Έχει δημοσιεύσει πάνω από 15 άρθρα σε επιστημονικά περιοδικά σε θέματα ενέργειας και στρατηγικής και πολλά άρθρα σε επαγγελματικά περιοδικά και εφημερίδες.
Δρ. ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΣ (ΣΤΡΑΤΗΣ) Ε. ΣΤΡΑΤΗΓΗΣ (1933-2023), γεννηθείς το 1933 στην Αθήνα. Δικηγόρος παρ' Αρείω Πάγω από το 1969. Σπουδές: Νομική Σχολή Πανεπιστημίου της Βασιλείας, Ελβετία (Διδάκτωρ Νομικής, 1956), Μεγάλη Βρεττανία (London School of Economics και πρακτική εξάσκηση σε ασφαλιστικές εταιρείες, ασφαλειομεσίτες και δικηγορικά γραφεία 1959-1962). Μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Ναυτικού Δικαίου και της Ελληνικής Εταιρείας Ασφαλιστικών Επιστημών. Υπηρέτησε σε διάφορες Κυβερνητικές θέσεις: 1974-1975 Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας, 1978-1980 Πρόεδρος του ΟΛΠ, 1980-1981 Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, προεδρεύων με την ιδιότητα του αυτή των επιτροπών της Υπηρεσίας Ιδιωτικών Επενδύσεων. Από το 1985 έως το 1989 Βουλευτής Επικρατείας της Νέας Δημοκρατίας και αργότερα της υπό τον Κ. Στεφανόπουλο «Δημοκρατικής Ανανέωσης» (ΔΗΑΝΑ). Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών 1995-96. Από τον Ιανουάριο του 1998 μέχρι την παραίτησή του τον Ιούλιο του 1999, Πρόεδρος του Δ.Σ. της Οργανωτικής Επιτροπής για τους Ολυμπιακούς Αγώνες ΑΘΗΝΑ 2004. Εξειδίκευση στο Εταιρικό, Τραπεζικό, Ασφαλιστικό, Ναυτικό και Δίκαιο των Μεταφορών καθώς και σε θέματα ξένων επενδύσεων. Ξένες Γλώσσες: Αγγλικά, Γερμανικά, Γαλλικά.