Αρχοντίδου-Αργύρη Αγλαΐα
Γλώσσα
Ελληνική
Ημερομηνία
05/05/2014
Διάρκεια
47:36
Εκδήλωση
Εκδηλώσεις της "Εταιρείας Μελέτης Αρχαίας Ελληνικής Τεχνολογίας"
Χώρος
Αίθουσα "Συλλόγου των Αθηναίων"
Διοργάνωση
Εταιρεία Μελέτης Αρχαίας Ελληνικής Τεχνολογίας (ΕΜΑΕΤ)
Μουσείον της Πόλεως των Αθηνών - Ίδρυμα Βούρου-Ευταξία
Κατηγορία
Αρχαιολογία
Ετικέτες
Λέσβος, Μυτιλήνη, αρχαία λιμάνια
Η διακεκριμένη αρχαιολόγος Αγλαΐα Αρχοντίδου-Αργύρη κατάγεται από τη Λέσβο και γνωρίζει όσο ελάχιστοι τα μυστικά του παρελθόντος της ιδιαίτερης πατρίδας της, αφού υπηρέτησε επί χρόνια, ως Έφορος Αρχαιοτήτων, στη Μυτιλήνη και μελέτησε σε βάθος τα τεκμήρια της ιστορίας του νησιού της, καταγράφοντας τα πορίσματα των ερευνών της σε πλήθος άρθρων και αρχαιολογικών εκδόσεων.
Η πρόσκληση της Εταιρείας Μελέτης Αρχαίας Ελληνικής Τεχνολογίας να πάρει μέρος στον κύκλο των φετινών της διαλέξεων, της έδωσε την ευκαιρία να αναφερθεί εκτενώς στα δύο αρχαία λιμάνια της πόλης της Μυτιλήνης που διατηρούν τη θέση τους μέχρι σήμερα:
- στο νότιο λιμάνι, που ήταν το καταφύγιο του πολεμικού στόλου του νησιού στην αρχαιότητα, το οποίο δεν έπαψε ποτέ να χρησιμοποιείται στο πέρασμα των αιώνων γι’ αυτό και το σχήμα και η μορφή του έχουν υποστεί αλλαγές και αλλοιώσεις, και
- το βόρειο λιμάνι, στη σκιά του κάστρου, που εξυπηρετούσε άλλοτε τις εμπορικές ανάγκες της πόλης αλλά σταδιακά η χρήση του ατόνησε, με αποτέλεσμα να κρατήσει την αρχική μορφή του, με πολύ καλά διατηρημένους τους δύο αρχαίους κυματοθραύστες, ώστε να αποτελεί σήμερα ένα σπάνιο σωζόμενο λιμενικό έργο της αρχαιότητας.
Η ομιλήτρια αφού περιγράφει τη θέση, τη λειτουργία και την ιστορία των δύο αρχαίων λιμανιών της Μυτιλήνης, αναφέρεται στον «Εύριπο», ένα στενό κανάλι που τα ένωνε στην αρχαιότητα, διασχίζοντας την πόλη και διαχωρίζοντάς την από το νησάκι πάνω στο οποίο βρισκόταν το κάστρο της. Η μικρή αυτή διώρυγα, που αναφέρεται από αρκετούς αρχαίους συγγραφείς, μπαζώθηκε τα ύστερα μεσαιωνικά χρόνια για να πάρει τη θέση της η σημερινή επιμήκης κεντρική αγορά της πόλης, η οδός Ερμού.
Τα έργα του βιολογικού καθαρισμού της πόλης Μυτιλήνης, που κάλυψαν ολόκληρη σχεδόν την πενταετία 1995-2000, λόγω της διάρκειας αλλά και της μεγάλης έκτασής τους, έφεραν στο φως πολύ σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα – όπως τις δύο γέφυρες του Ευρίπου και τους αρχαίους προβλήτες των λιμανιών - την εποχή ακριβώς που την ευθύνη της τοπικής Εφορίας Αρχαιοτήτων είχε η κ. Αρχοντίδου: Η οποία περιγράφει με τη γνώση του επιστήμονα αλλά και την αμεσότητα του «αυτόπτη μάρτυρα» τα αποτελέσματα των επίπονων εκείνων ερευνών, για να σταθεί ιδιαίτερα στα χαρακτηριστικά κάποιων ευρημάτων που τα αναδεικνύουν σε σημαντικά τεκμήρια της αρχαίας ελληνικής τεχνολογίας.
Η Αγλαΐα Αρχοντίδου-Αργύρη καταγόταν από τη Λέσβο. Ήταν κόρη ενός εκ των κορυφαίων διανοητών και διδασκάλων του Λεσβιακού Λαού, κατά τον διαρρεύσαντα αιώνα από της Απελευθερώσεως της Λέσβου, του αειμνήστου Βασιλείου Αρχοντίδη. Παντρεύτηκε τον αείμνηστο Παντελή Αργύρη και απέκτησαν μια κόρη, την Άννα–Μαγδαληνή. Σπούδασε Αρχαιολογία στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Παρακολούθησε πολλά σεμινάρια στην Ελλάδα και το εξωτερικό για την Μουσειολογία και την υποβρύχια αρχαιολογία. Διωργάνωσε Αρχαιολογικά Συνέδρια στην Αθήνα, στην Μυτιλήνη και στη Χίο. Είχε συμμετάσχει με ανακοινώσεις της σε πολλά συνέδρια εντός και εκτός Ελλάδος. Εργάσθηκε ως έκτακτη αρχαιολόγος στην αρχαιολογική Εφορεία της Ρόδου και ως Επιμελήτρια και Έφορος Αρχαιοτήτων της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας. Συγκεκριμένα εργάσθηκε στις Εφορείες Αρχαιοπωλείων και Ιδιωτικών Συλλογών, Εναλίων, Ναυπλίου, Μυτιλήνης και στις Κεντρικές Υπηρεσίες του ΥΠΠΟ. Είχε μεγάλο ανασκαφικό και μουσειακό έργο στα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου Λήμνο, Λέσβο, Χίο και Ψαρρά. Οργάνωσε έξι αρχαιολογικούς χώρους, πέντε Μουσεία, Συλλογές και πολλές περιοδικές εκθέσεις στα νησιά βορειοανατολικού Αιγαίου και στο εξωτερικό. Είχε δώσει διαλέξεις σε Πανεπιστήμια της Ευρώπης, Καναδά και Αιγύπτου, σε Μουσεία και σε πολιτιστικούς Συλλόγους στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Είχε δημοσιεύσει πολλά επιστημονικά άρθρα και είχε επιμεληθεί πολλών αρχαιολογικών εκδόσεων. Χρημάτισε Πρόεδρος του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων επί πολύ. Ήταν μέλος του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου, της Ενώσεως Aρχαιολόγων της Ευρώπης και του European Museum Awards. Η Προεδρεία της Ιταλικής Δημοκρατίας τίμησε το έργο της με την απονομή σ’εκείνην του τίτλου «Grande Ufficiale (Prima Classe) Dell’ Ordine Della Stella Solidarieta Italiana». Διετέλεσε Διευθύντρια του Μουσείου της Πόλεως των Αθηνών – Ιδρύματος Βούρου-Ευταξία.