Φωτοπούλου Σταυρούλα - Βίλλυ
Γλώσσα
Ελληνική
Ημερομηνία
27/01/2020
Διάρκεια
00:52:36
Εκδήλωση
Κύκλος ομιλιών-συζητήσεων: «Πολιτιστική κληρονομιά. Θεωρητικές και εθνογραφικές προσεγγίσεις»
Χώρος
Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών
Διοργάνωση
Ελληνική Εταιρεία Εθνολογίας
Κατηγορία
Πολιτιστική διαχείριση
Ετικέτες
πολιτιστική κληρονομιά, UNESCO, προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς, Σύνταγμα, Ευρωπαϊκή Ένωση, Συμβούλιο της Ευρώπης, ακαδημαϊκή κοινότητα, Κοινωνία των Πολιτών, Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού
Στην ανακοίνωση θα ξεκινήσουμε από τα θεσμικά κείμενα που ορίζουν τη δράση της διοίκησης και των υπόλοιπων δρώντων στο πεδίο του πολιτισμού: Α) Συμβάσεις UNESCO: 1972, 2003 και 2005. Β) Άρ. 24 ελληνικού Συντάγματος και Νόμος για την Προστασία των Αρχαιοτήτων και της Πολιτιστικής Κληρονομιάς εν γένει (Ν3028/2003). Γ) Άρ. 3 Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και άρ. 6 & 167 Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης -Αρχή της Επικουρικότητας. Δ) «Σύμβαση Πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης για την αξία της Πολιτιστικής Κληρονομιάς για την κοινωνία», Φάρο, 2005 και «Στρατηγική για τον 21ο αι.» του Συμβουλίου της Ευρώπης, 2017.
Θα προχωρήσουμε σε μια σύντομη αναφορά στην πιο ακανθώδη έννοια αυτής της συζήτησης, δηλ. την πολιτισμική/πολιτιστική κληρονομιά, στο πώς διαπλάθεται σταδιακά μέσα από τον διάλογο εντός της επιστημονικής κοινότητας, πώς αποτυπώνεται σε ρυθμιστικά κείμενα και πώς αυτό το συνεχές, ή μάλλον αυτός ο βρόγχος διαρκούς ανασημασιοδοτόσης (θεσμικά κείμενα και διοικητική πρακτική, δρώντες της κοινωνίας των πολιτών και ακαδημαϊκή κοινότητα) παράγει διαρκείς μετατοπίσεις στα κέντρα έμφασής του: είναι η ερευνητική κοινότητα, είναι η διοίκηση ή είναι οι ίδιοι οι δρώντες της κοινωνίας των πολιτών στο επίκεντρο; Και με ποιους ρόλους;
Για να καταλήξουμε στη διαδικασία εισαγωγής της έννοιας της πολιτιστικής κληρονομιάς στην Ελλάδα, αρχικά μέσω θεσμικών κειμένων (Συμβάσεις UNESCO). Σήμερα πλέον έχει καταστεί κοινός τόπος αναφοράς στη χώρα, αλλά όχι χωρίς κάποιες εννοιολογικές διαφοροποιήσεις που αποτυπώνονται, μεταξύ άλλων, στη διπλή μορφή του επιθέτου «πολιτισμικός»/ «πολιτιστικός». Η εφαρμογή των θεσμικών προβλέψεων για την πολιτιστική κληρονομιά θα εξετασθεί χρονολογικά, μέσα από τη δράση των Υπηρεσιών του ΥΠΠΟΑ.
Το κεντρικό επιχείρημα που θέλω να υποστηρίξω είναι ότι το σημείο που απαιτεί διερεύνηση είναι η ίδια η έννοια της πολιτιστικής κληρονομιάς. Η πολιτιστική κληρονομιά (είτε πολιτισμική την πει κανείς είτε πολιτιστική) είναι μια διαδικασία, μια πολιτισμική πρακτική, και όχι ένα πράγμα. Χρειάζεται να αποσυνδέσουμε την πολιτιστική κληρονομιά από τα ίδια τα υλικά της κατάλοιπα (μνημεία, αρχαιολογικοί χώροι, μουσειακές και αρχειακές συλλογές) και να την αντιμετωπίσουμε ως μια πρακτική του παρόντος, πώς δηλ. οι σημερινοί άνθρωποι σχετίζονται, ερμηνεύουν, αναπλάθουν και κάνουν το παρελθόν βάση για τη σύγχρονη ύπαρξή τους, την καλλιτεχνική δημιουργία, ή την παραγωγή. Στο βαθμό που αυτό είναι αντιληπτό, οι διαδικασίες που αφορούν την προστασία ή/και την διαφύλαξη της πολιτιστικής κληρονομιάς γίνονται πολύ πιο ευκρινείς και κατανοητές.
(Σημείωμα της ομιλήτριας)
Η Σταυρούλα –Βίλλυ Κ. Φωτοπούλου γεννήθηκε στην Καλαμάτα, και αποφοίτησε από το 1ο Γενικό Λύκειο της πόλης.
Είναι πτυχιούχος του Τμήματος Αρχαιολογίας και Ιστορίας της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών.
Εργάζεται από το 1996 στο Υπουργείο Πολιτισμού, όπου τοποθετήθηκε ως απόφοιτος της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης.
Διαθέτει μεταπτυχιακούς τίτλους σπουδών στη Σύγχρονη Ιστορία (ΕΚΠΑ, 2008) και στην Κοινωνική Λαογραφία (ΕΚΠΑ, 2011).
Χειρίζεται άριστα την αγγλική γλώσσα και ικανοποιητικά τη γαλλική και την ισπανική.
Είναι Διευθύντρια Νεότερης Πολιτιστικής Κληρονομιάς στη Γενική Διεύθυνση Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς από το 2014. Έχει εκπροσωπήσει το Υπουργείο Πολιτισμού σε Διεθνείς Οργανισμούς (UNESCO, EE), αναφορικά με θέματα αρμοδιότητάς της.