Παντερμαλής Δημήτρης
Τριάντη Ισμήνη - Αλίκη
Δεληβορριάς Άγγελος
Γλώσσα
Ελληνική
Ημερομηνία
19/02/2016
Διάρκεια
62:18
Εκδήλωση
Εκδηλώσεις της "Ενώσεως Φίλων Ακροπόλεως"
Χώρος
Μουσείο Ακρόπολης
Διοργάνωση
Ένωση Φίλων Ακροπόλεως
Κατηγορία
Αρχαιολογία
Ετικέτες
Γιώργος Δεσπίνης, Luigi Beschi, Ακρόπολη
Εκδήλωση αφιερωμένη στη μνήμη των εκλιπόντων διακεκριμένων αρχαιολόγων Γιώργου Δεσπίνη και Luigi Beschi και στη μεγάλη συμβολή τους στην έρευνα για την Ακρόπολη, διοργάνωσε η Ένωση Φίλων Ακροπόλεως.
Την εκδήλωση ανοίγει με σύντομη παρέμβαση ο Καθηγητής Δημήτριος Παντερμαλής, Πρόεδρος του ΔΣ του Μουσείου Ακρόπολης, ενώ για τους δύο αρχαιολόγους μιλούν ο Καθηγητής Άγγελος Δεληβορριάς, Επίτιμος Διευθυντής του Μουσείου Μπενάκη, και η Καθηγήτρια Αλίκη-Ισμήνη Τριάντη, Επίτιμη Έφορος Αρχαιοτήτων.
Ο Γιώργος Δεσπίνης ήταν ένας σπουδαίος αρχαιολόγος στον τομέα της μελέτης της αρχαίας ελληνικής Γλυπτικής. Στην ομιλία της κ. Τριάντη, τονίζεται η συμβολή του στη μελέτη των αρχαϊκών γλυπτών της Ακρόπολης, του γλυπτού διακόσμου του Παρθενώνα, των αετωμάτων του ναού της Αθηνάς Νίκης. Αναφέρεται η ταύτιση των θραυσμάτων και η ερμηνεία αναθημάτων όπως π. χ. της ικέτιδας Barberini και του αγαλματίου του Ερμή. Τέλος, υπογραμμίζεται ως σημαντική ανακάλυψη,η αναγνώριση της κεφαλής του λατρευτικού αγάλματος της Άρτεμης Βραυρωνίας στο ιερό της πάνω στην Ακρόπολη. Ακολουθεί το σημείωμα του κ. Δεληβορριά σχετικά με την ομιλία του.
Ο Luigi Beschi και τα μυστικά του Παρθενώνα
Η τηλεγραφική σύνοψη της επιστημονικής προσφοράς του Luigi Beschi, επέβαλε την παράκαμψη όσων εργασιών διερευνούν το περιπετειώδες χρονικό της Ακρόπολης και των ιερών που την περιβάλλουν, έτσι ώστε να αναδειχθεί η σημασία μόνο των μελετών οι οποίες ιχνηλατούν τον διάκοσμο του Παρθενώνα. Οι περιορισμοί όμως του προσφερόμενου χρόνου, δεν επέτρεψαν να αναδειχθεί όπως θα έπρεπε η συμβολή του στην εξέταση του συμπλέγματος B-C και την αποκατάσταση της Ίριδας με την κεφαλή Laborde από το δυτικό αέτωμα• περισσότερο αναλυτικά παρουσιάστηκε η ερμηνεία της ζωοφόρου, η καταξιωμένη άλλωστε για την ευθύβολη αποκωδικοποίηση των μηνυμάτων της παράστασης ως πιο τεκμηριωμένη, ολοκληρωμένη και πειστική από κάθε άλλη. Κατά τον Beschi η εικονιζόμενη πομπή δεν είναι ενιαία, κανένα επιμέρους θέμα δεν επαναλαμβάνεται στα δυο της τμήματα και καμία από τις μορφές που την απαρτίζουν δεν είναι αδικαιολόγητη. Η μόνη παραλληλία εντοπίζεται στη διαδοχή των τριών παρατάξεων, της θυσίας, των αρμάτων και των ιππέων, οι οποίες όμως έχουν διαφορετικό περιεχόμενο στα δύο τμήματα και διέπονται από διαφορετικές αριθμητικές αρχές. Παρά τη διαδεδομένη άποψη ότι η εικονιζόμενη πομπή κινείται ως ενότητα από τον Κεραμεικό προς την Ακρόπολη, σύμφωνα με την ερμηνεία του Beschi, το νόημά της καλύπτει περιεκτικά τις έννοιες της γιορτής, της πομπής και του αγώνα μαζί. Γι’ αυτό και ο χώρος που τη συνέχει δεν είναι ο πραγματικός, αλλά ο ιδεολογικός-θρησκευτικός χώρος της αναθηματικής προσφοράς. Αν στη μορφολογία των συστατικών της σύνθεσης υποκρύπτεται η ιδιοφυΐα ενός Φειδία, το αφηγηματικό της περιεχόμενο αποκαλύπτει τον κόσμο των ιδεών του Περικλή.
Ο Δημήτρης Παντερμαλής (1940-2022) γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1940. Σπούδασε Ιστορία και Αρχαιολογία και κατόπιν Γερμανική Γλώσσα και Φιλολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Έκανε μεταπτυχιακές σπουδές με ειδίκευση στην Κλασική Αρχαιολογία στο Freibourg της Γερμανίας, όπου έλαβε το διδακτορικό του δίπλωμα το 1968. Τον επόμενο χρόνο με απόφαση της Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ διορίστηκε στη θέση του επιμελητή του Μουσείου Εκμαγείων. Αργότερα, εξελέγη επίκουρος καθηγητής και, το 1979, Καθηγητής της Κλασικής Αρχαιολογίας. Δίδαξε μαθήματα αρχαίας αρχιτεκτονικής, γλυπτικής, ζωγραφικής και επιγραφικής. Από το 1973 ήταν Διευθυντής των αρχαιολογικών Ανασκαφών του Πανεπιστημίου στο Δίον, όπου πραγματοποίησε προγράμματα μετατροπής του χώρου των ανασκαφών σε μεγάλο αρχαιολογικό πάρκο. Διετέλεσε Πρόεδρος του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Κοσμήτορας της Φιλοσοφικής Σχολής και ήταν Πρόεδρος του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος. Ήταν τακτικό μέλος της Αρχαιολογικής Εταιρείας των Αθηνών και του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου του Βερολίνου.
Από το Μάιο του 2000 ήταν Πρόεδρος του Οργανισμού που κατασκεύασε το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης. Από το Μάιο του 2009 διετέλεσε Πρόεδρος του Μουσείου της Ακρόπολης.
Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα επικεντρώνονταν στο χώρο της αρχαίας γλυπτικής και αρχιτεκτονικής όπου αναφέρονται και σε περισσότερες δημοσιεύσεις του: Untersuchungen zu den klassischen Strategenköpfen, Capita transformata, ein Severus Alexander-Bildnis in Thessaloniki, Das Portät im kaiserzeitlichen Makedonien, Zur Statuenausstattung in der Villa dei Papiri, Fassadenarchitektur und Aussichtsveranda im hellenistischen Makedonien, Ο νέος Μακεδονικός τάφος της Βεργίνας, Η κεράμωση του ανακτόρου της Βεργίας, Ein neues Heiligtum in Dion, Λατρείες και ιερά στο Δίον Πιερίας, Inscriptions of Dion: addenda et corrigenda, Οι επιγραφές του Δίου, κ.ά..
Το διδακτικό του έργο ξεκίνησε το 1966 στη Γερμανία όπου με εντολή της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Freibourg δίδαξε σε ξένους φοιτητές τρία χρόνια ελληνική γλώσσα και πολιτισμό. Διοργάνωσε μαζί με συναδέλφους του πολλές αρχαιολογικές εκδρομές των φοιτητών στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και πραγματοποίησε μαθήματα μπροστά στα αντικείμενα της έρευνας σε μουσεία και αρχαιολογικούς χώρους.
Στην ανασκαφή του Δίου καταβλήθηκε σοβαρή προσπάθεια για την ουσιαστική άσκηση των φοιτητών στην αρχαιολογία πεδίου. Εκτός από την παρακολούθηση του ανασκαφικού έργου και την συμμετοχή στην τακτοποίηση των ευρημάτων, οι φοιτητές μετείχαν στο ημερολόγιο που γίνεται για να συζητηθούν τα ευρήματα της ημέρας. Στην εκδήλωση που πραγματοποιείτο το καλοκαίρι με τίτλο «οι Αρχαιολόγοι μιλούν για την Πιερία» είχαν ακόμη την ευκαιρία να ενημερωθούν από τους αρχαιολόγους του Πανεπιστημίου και της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και αυτοί και οι κάτοικοι της περιοχής σχετικά με τα ευρήματα όχι μόνο του Δίου αλλά και ολόκληρης της Πιερίας. Ο διδακτικός ρόλος διευρύνεται ακόμη περισσότερο με μία μόνη διδακτική έκθεση που οργανώνεται στο Μουσείο του Δίου και απευθύνεται σε μαθητές, φοιτητές αλλά και στο ευρύτερο κοινό.
Πήρε μέρος με ανακοινώσεις του σε πολλά επιστημονικά συνέδρια στην Ελλάδα και στο Εξωτερικό. Ακόμη, παρέδωσε ομιλίες και σεμινάρια σε ξένα Πανεπιστήμια, ερευνητικά Ινστιτούτα και Μουσεία: στο Βερολίνο, στο Μόναχο, στο Freibourg, στην Ιένα, στο Αμβούργο, στη Φραγκφούρτη, στη Βόννη, στην Κολωνία, στο Marburg, στη Χαϊδελβέργη, στο Göttingen, στην Karlsruhe, στη Ρώμη, στη Φλωρεντία, στο Lecce, στο Παλέρμο, στην Padova, στο Λουξεμβούργο, στις Βρυξέλλες, στο Λονδίνο, στο Δουβλίνο, στο Toronto, στο Montreal, στην Ottawa, στο Yale, στο Princeton, στη Washington, στο Chicago, στο San Francisco, στο Los Angeles, στο Berkeley, στο San Diego, στη Μελβούρνη, στο Σίδνεϋ, στην Αδελαϊδα, στην Camberra και στο Κάιρο.
Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου όπου και τελείωσε το Αβερώφειο Γυμνάσιο Θηλέων. Σπούδασε Αρχαιολογία στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και υποστήριξε τη διδακτορική διατριβή της στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
Παντρεύτηκε τον γλύπτη-μουσειακό καλλιτέχνη Στέλιο Τριάντη και έχει μία κόρη, τη Μυρτώ.
Υπηρέτησε στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Ολυμπίας, στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων, Σάμου και Ικαρίας και από το 1988 έως το 2000 στην Α΄ Εφορεία Αρχαιοτήτων Ακροπόλεως.
Έχει γράψει άρθρα σε ελληνικά και ξένα αρχαιολογικά περιοδικά και έχει δώσει διαλέξεις στο Παρίσι, στο Βερολίνο, στη Ρώμη, στο Λονδίνο και στη Νέα Υόρκη.
Από το 2001 έως το 2007 διετέλεσε Καθηγήτρια Κλασικής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Ειδικό ενδιαφέρον της είναι η Αρχαία ελληνική γλυπτική.
Ο Άγγελος Δεληβοριάς (1937-2018) γεννήθηκε το 1937 στην Αθήνα. Σπούδασε Αρχαιολογία και Ιστορία της Τέχνης στα Πανεπιστήμια της Θεσσαλονίκης και της Αθήνας, και μετεκπαιδεύτηκε στη Γερμανία στο Πανεπιστήμιο του Freiburg. Κατά την περίοδο 1965-1969 υπηρέτησε ως επιμελητής αρχαιοτήτων στην Αρχαιολογική Υπηρεσία και ακολούθως, μετέβη για μεταπτυχιακές σπουδές στο Tübingen, από το Πανεπιστήμιο του οποίου απέκτησε το διδακτορικό του δίπλωμα το 1972. Το 1972-1973 παρακολούθησε σχετικά μαθήματα στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης και στην Ecole Pratique des Hautes Etudes, αναλαμβάνοντας εν συνεχεία τη διεύθυνση του Μουσείου Μπενάκη, όπου παρέμεινε από το 1973 μέχρι το 2015. Ανέλαβε τη ριζική ανάπλαση του μουσείου, η οποία ολοκληρώθηκε τον Ιούνιο του 2000. Το 1992 εξελέγη τακτικός καθηγητής στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου δίδαξε Ιστορία της Τέχνης ως το 2005. Από το 1973 έως το 2014 διηύθηνε το Μουσείο Μπενάκη.
Προσκεκλημένος είχε δώσει διαλέξεις και είχε συμμετάσχει σε συνέδρια πολλών επιστημονικών και μουσειακών κέντρων της Ευρώπης και της Αμερικής. Το συγγραφικό του έργο καλύπτει ζητήματα Κλασικής Αρχαιολογίας, Ιστορίας της Τέχνης, Μουσειολογίας και παραδοσιακού πολιτισμού. Το ερευνητικό ενδιαφέρον του για τον παραδοσιακό πολιτισμό ειδκότερα και τη "Λαϊκή Τέχνη", αναπτύχθηκε στο Μουσείο Μπενάκη, η ριζική ανάπλαση και ο αναπροσανατολισμός της φυσιογνωμίας του οποίου, προσγράφονται και διεθνώς στα επιτεύγματα των νεότερων μουσειακών κατακτήσεων.
Εκτός από τις μονογραφίες Attische Giebelskulpturen und Akrotere des 5. Jh.v.Chr. (Tübingen 1974), Οδηγός του Μουσείου Μπενάκη (Αθήνα 1980), Ελληνικά παραδοσιακά κοσμήματα (Αθήνα 1980), Greece and the Sea, Κατάλογος εκθέσεως (Amsterdam 1987) H Eλλάδα του Μουσείου Μπενάκη (Αθήνα 1997), Οδηγός του Μουσείου Μπενάκη (Αθήνα 2000), Πάρεργα: Άκαιρα, ανεπίκαιρα, επiκαιρικά (Αθήνα 2003), The Parthenon Frieze: problems, challenges, interpretations (Athens 2008), ΈΠΑΙΝΟΣ Luigi Beschi, (επιμ.) Μουσείο Μπενάκη, 7ο Παράρτημα (2011), κείμενά του έχουν δημοσιευθεί στις περιοδικές επιστημονικές εκδόσεις ΑΔ, ΑΑΑ, BCH, Antike Plastik, AM, AntK, StäddelJb, MEFRA, σε πρακτικά συνεδρίων, εγκυκλοπαίδειες, λεξικά, τιμητικά αφιερώματα και συλλογικά έργα.
Συμμετείχε ως μέλος σε επιτροπές επιστημονικών εταιρειών, ιδρυμάτων και είχε τιμηθεί με διακρίσεις από τη Γαλλία, Chevalier de l' Ordre des Arts et des Lettres (1999), την Ελλάδα, Ταξιάρχης του Τάγματος του Φοίνικος, αργυρό μετάλλιο της Ακαδημίας Αθηνών (2000), και την Ιταλία, Ordine della Stella della Solidarieta Italiana (2008). Είχε αναγορευθεί επίτιμος διδάκτωρ των πανεπιστημίων του Αιγαίου (2005), της Θεσσαλονίκης (2016), της Θράκης (2016) και μέλος της Academia Scientiarium et Artium Europae (1991), της Academia Europea (1992) και της Academia Nazionale dei Lincei (2015).
Το 2016 εξελέγη ως Τακτικό Μέλος της Ακαδημίας Αθηνών στην έδρα "Αρχαιολογία-Μουσειολογία".