Bodossaki Lectures on Demand
ΙΔΡΥΜΑ ΜΠΟΔΟΣΑΚΗ

Εκθέματα και νοήματα. Έκθεση και νόημα

Σκαλτσά Ματούλα

21 Μαΐου 2011

ΟΜΙΛΙΕΣ
EXIT FULL SCREEN VIDEO & SLIDES
ΔΙΑΡΚΕΙΑ 18:20 ΠΡΟΒΟΛΕΣ 2753
ΔΙΑΦΑΝΕΙΕΣ /

Η παρούσα εισήγηση, με το παράδειγμα του Μουσείου Ακρόπολης επιχειρεί δύο πράγματα:

1. να ερευνήσει τα όρια και τις αντοχές των θεωρητικών εργαλείων της Νέας Μουσειολογίας και

2. να αναδείξει τη σχέση μεταξύ εφαρμοσμένης και θεωρητικής μουσειολογίας.

Για λόγους συντομίας και ερευνητικού ελέγχου, στο παράδειγμα του Μουσείου Ακρόπολης, οι θεωρητικές απόψεις που αναλύονται αφορούν τρεις έννοιες: την έννοια του έθνους, την έννοια του υλικού πολιτισμού και την έννοια της αναπαράστασης.

Το νέο Μουσείο θεωρείται εθνικό, ενεργεί ως τέτοιο και έχει ήδη εγγραφεί ως εθνικό στη διεθνή βιβλιογραφία, η συλλογή αποτελείται από κατάλοιπα του υλικού πολιτισμού της αρχαιότητας, ενώ η έκθεσή τους συγκροτεί ένα αναπαραστατικό συμβάν. Όπως είναι φανερό οι έννοιες του υλικού πολιτισμού και της αναπαράστασης βρίσκονται στον πυρήνα κάθε μουσειολογικού θεωρητικού εγχειρήματος.

Το συμπέρασμα που προκύπτει μετά την θεωρητική ανάλυση των τριών αυτών εννοιών και τον εντοπισμό των αναπάντητων ερωτημάτων που αφήνει η έκθεση είναι ότι δεν πιστεύουμε ότι μπορεί να υπάρξει σύγχρονη μουσειακή επιστημονική πράξη, δηλαδή εφαρμοσμένη μουσειολογία, χωρίς θεωρητικό λόγο. Δεν μπορεί τη θέση τέτοιων και τόσων σοβαρών θεωρητικών ζητημάτων να την παίρνει η αισθητική τακτοποίηση, όσο υψηλών προδιαγραφών και αν είναι. Είναι τελικά η έλλειψη του σύγχρονου μουσειολογικού θεωρητικού λόγου που οδηγεί στην απολιτικοποίηση των αντικειμένων, δηλαδή στην αποστέρηση των σύνθετων νοημάτων τους.

Η εφαρμοσμένη μουσειολογία δεν μπορεί να λειτουργήσει ανεξάρτητα από τη θεωρητική της υπόσταση και δεν μπορεί να στηρίζεται ακόμα στο μεγάλο εμπειρικό της βάθος. Ο μουσειακός εμπειρισμός δεν μπορεί να καλύπτεται πίσω από τον ηθικό διδακτισμό και τις δυνατότητες μιας ουδέτερης ή αποδεκτής κυρίαρχης αλήθειας.

Είναι αυτά τα δύο (θεωρητική και εφαρμοσμένη μουσειολογία) που πρέπει να έρθουν κοντά τόσο στην ακαδημία όσο και στον μουσειακό χώρο και είναι αυτό που επιχειρείται με αυτό το συμπόσιο για ένα τέτοιο διεθνώς επιφανές μουσειακό έργο. Η μουσειακή πράξη δεν μπορεί να διεξάγεται ερήμην της μουσειολογικής θεωρίας που διατυπώνεται στο πανεπιστήμιο, όπως και η έρευνα και η μουσειολογική θεωρία στο πανεπιστήμιο δεν μπορούν να διεξάγονται ερήμην του κοινωνικού πλαισίου της μουσειακής πράξης.

Σκαλτσά Ματούλα Ιστορικός της Τέχνης - Μουσειολόγος - Ομότιμη Καθηγήτρια Ιστορίας της Τέχνης και Μουσειολογίας, ΑΠΘ -Μέλος Δ.Σ. ΜΚΣΤ, ΜΜΣΤ & ΜΟΜus

Η Ματούλα Σκαλτσά είναι Ομότιμη Καθηγήτρια και Ειδική Συντονίστρια Ακαδημαϊκών Προγραμμάτων του ΔΔΠΜΣ.

Σπούδασε ιστορία και αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο Aθηνών, έκανε μεταπτυχιακές σπουδές μουσειολογίας στο Πανεπιστήμιο City του Λονδίνου και εκπόνησε τη διδακτορική της διατριβή στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων του Α.Π.Θ. όπου και δίδασκε Ιστορία της Τέχνης και Μουσειολογία.

Τα τελευταία 30 χρόνια, από το 1985 ως σήμερα, έχει επιμεληθεί περισσότερες από 50 εκθέσεις τέχνης (θεματικές, ατομικές ή αναδρομικές), ιστορικών τεκμηρίων και αρχαιολογικών αντικειμένων σε μουσεία της Θεσσαλονίκης, της Αθήνας και της Πάτρας, έχοντας συνεργαστεί με το Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, το Μουσείο Μπενάκη, το Μορφωτικό Ίδρυμα της Εθνικής Τραπέζης, το Μουσείο Αθλητισμού κ.ά. Επίσης, για την εκπόνηση εφαρμοσμένων θεμάτων από τους φοιτητές του ΔΠΜΣ ‘Μουσειολογία’, εποπτεύει την έρευνα και την οργάνωση εκθέσεων σε μουσειακούς χώρους. Παράλληλα με τις εκθέσεις, είχε την εποπτεία σύλληψης και συγγραφής μουσειοπαιδαγωγικών προγραμμάτων για παιδιά και έχει την εποπτεία των μουσειοπαιδαγωγικών προγραμμάτων του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης. Από το 1985 είναι μέλος του Δ.Σ. του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης και μέλος της Εικαστικής του Επιτροπής, υπήρξε μέλος της εικαστικής επιτροπής της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος, καθώς και του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Μουσειακής Πολιτικής του ΥΠ.ΠΟ. Το 1995 ήταν υπεύθυνη Εικαστικών Εκδηλώσεων και Συντονισμού Προγράμματος Εκδηλώσεων Πολιτισμού στον Οργανισμό Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης «Θεσσαλονίκη ’97». Είναι επιστημονικώς υπεύθυνη και μέλος ερευνητικής ομάδας σε επιχορηγούμενα από την Ευρωπαϊκή Ένωση ερευνητικά προγράμματα για μουσειολογικά θέματα. Το 1997 συνέταξε και υλοποίησε για το Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο το Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα «Διαχείριση Πολιτιστικών Μονάδων», το οποίο λειτουργεί από το 2004 και, ως ακαδημαϊκή υπεύθυνος, μετείχε στην επιστημονική του οργάνωση και στην παρακολούθηση συγγραφής των σχετικών εγχειριδίων. Συνεργάστηκε επίσης για την ανάπτυξη και λειτουργία του πρώτου Διατμηματικού και στη συνέχεια Διαπανεπιστημιακού Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών Μουσειολογίας-Διαχείρισης Πολιτισμού στην Ελλάδα. Έχει γράψει καταλόγους για συλλογές έργων τέχνης πολιτιστικών ιδρυμάτων, βιβλία για την τέχνη και τα μουσεία, μεταξύ των οποίων Αίθουσες Τέχνης στην Ελλάδα: Αθήνα – Θεσσαλονίκη 1920-1988 (1989), Γουναρόπουλος (1990), Η Συλλογή του Μορφωτικού Ιδρύματος της Εθνικής Τραπέζης (1990), Η Συλλογή του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης (1993), Arts Sponsorship: Museums, Galleries, Arts Organizations in the U.K. and Greece: Athens, OMEPO, 1993, το οποίο μεταφράστηκε και στα ελληνικά, Για τη μουσειολογία και τον πολιτισμό, (1999). Έχει επιμεληθεί πρακτικά συμποσίων όπως Η Μουσειολογία στον 21ο αιώνα: Θεωρία και Πράξη, (2001) και έχει την ευθύνη των εκδόσεων της σειράς των ετήσιων εκπαιδευτικών συμποσίων με τον τίτλο Μουσεία 04, Μουσεία 05, Μουσεία 06, Μουσεία 11 κλπ που οργανώνει και εκδίδει το ΔΠΜΣ ‘Μουσειολογία’. Έχει δημοσιεύσει περισσότερα από 100 άρθρα για πολιτιστικά θέματα σε συλλογικές επιστημονικές εκδόσεις και περιοδικά τέχνης της Ελλάδας και του εξωτερικού, ενώ από το 1990 αρθρογραφεί στα Nέα και το Bήμα για θέματα πολιτισμού και παρουσιάζει σχετικά θέματα στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση. Έχει διευθύνει πολλές μουσειολογικές νοηματικές μελέτες μεταξύ άλλων για τη μόνιμη συλλογή του Λαογραφικού Μουσείου Βελβενδού Κοζάνης, του Μουσείου της Ιεράς Μητροπόλεως Αλεξανδρουπόλεως και της Ιεράς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης (έχει παρουσιαστεί στο ειδικό μουσειολογικό περιοδικό Museum Practice, Χειμώνας 2007), του Μουσείου Οίνου Γεροβασιλείου στη Θεσσαλονίκη, του Μουσείου Καπνού Ξάνθης, του Μουσείου της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος στην Αθήνα, του Μουσείου Σικελιανού στη Λευκάδα, καθώς και του Μουσείου της Μονής του Κύκκου στην Κύπρο, ενώ έχει συνεργαστεί με αρχιτέκτονες μουσειολόγους για τη μετατροπή του εργοστασίου της ΥΦΑΝΕΤ σε Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης και για την αρχιτεκτονική μελέτη του Κέντρου Διάδοσης Επιστημών Νόησις στη Θεσσαλονίκη. Έχει επίσης διευθύνει και υλοποιήσει μουειακές εκθέσεις για το Μορφωτικό Ίδρυμα της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος και για το Μουσείο Αθλητισμού-Ολυμπιακό Μουσείο της Θεσσαλονίκης. Ως ιστορικός της τέχνης και μουσειολόγος έχει επιμεληθεί περισσότερες από 40 περιοδικές εκθέσεις, αρκετές από τις οποίες αναδρομικές ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών, όπως οι Joseph Beuys, Max Beckmann, Andy Warhol και Gunter Ucker.

Ενήργησε για την ίδρυση στην Ελλάδα της Εταιρείας Ελλήνων Μουσειολόγων, έχοντας εκλεγεί Πρόεδρός της. Είναι ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Ιστορικών Τέχνης, μέλος της Ένωσης Μουσείων Μεγάλης Βρετανίας και της Εταιρείας Ελλήνων Τεχνοκριτών. Πρόσφατα έγινε αντεπιστέλλον μέλος, εθνική εκπρόσωπος του Ευρωπαϊκού Δικτύου για τους Μουσειακούς Οργανισμούς (NEMO: Network of European Museum Organizations).

Σχετικές ομιλίες