Αθανασούλης Δημήτρης
Σιώμκος Νικόλαος
Γλώσσα
Αγγλική
Ημερομηνία
27/04/2017
Διάρκεια
01:11:40
Εκδήλωση
Κύκλοι διαλέξεων στο Σισμανόγλειο Μέγαρο 2017
Χώρος
Σισμανόγλειο Μέγαρο, Κωνσταντινούπολη
Διοργάνωση
Γενικό Προξενείο της Ελλάδας στην Κωνσταντινούπολη
Κατηγορία
Αρχαιολογία, Ιστορία
Ετικέτες
Βυζάντιο, βυζαντινή αυτοκρατορία, βυζαντινό κράτος, Κωνσταντινούπολη, αρχιτεκτονική, οικοδομική παράδοση, Αιγαίο, Πελοπόννησος, οικουμένη
Το Γενικό Προξενείο της Ελλάδας στην Κωνσταντινούπολη στο πλαίσιο της διοργάνωσης επιστημονικών διαλέξεων για το ευρύ κοινό, ανοίγει φέτος το Σισμανόγλειο Μέγαρο στον κόσμο του Βυζαντίου. Σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Κέντρο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων (ΕΚΒΜΜ) και την Εταιρεία Κυπριακών Σπουδών (ΕΚΣ) παρουσιάζεται σειρά διαλέξεων για την Κωνσταντινούπολη και τον Βυζαντινό Πολιτισμό, με θέμα τις Βυζαντινές πόλεις–λιμάνια και την επίδραση της Βυζαντινής Κωνσταντινούπολης στον υπόλοιπο κόσμο, με ομιλητές από την Κωνσταντινούπολη και από το εξωτερικό.
Επιστημονικός Συντονισμός:
Φλώρα Καραγιάννη, Ευρωπαϊκό Κέντρο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων
Χαράλαμπος Χοτζάκογλου, Εταιρεία Κυπριακών Σπουδών
Οι ομιλίες που δημοσιεύονται εδώ πραγματοποιήθηκαν στο Σισμανόγλειο Μέγαρο στις 27 Απριλίου 2017, και αποτελούν το πρώτο μέρος ενός διπτύχου με τον γενικό τίτλο "Η επίδραση της Βυζαντινής Κωνσταντινούπολης στον υπόλοιπο κόσμο". Η δεύτερη εκδήλωση, κάτω από τον ίδιο τίτλο, πραγματοποιήθηκε στην Κωνσταντινούπολη στις 25/5/2017 και είναι δημοσιευμένη και αυτή στο Blod (εδώ).
Η πρώτη εκδήλωση περιλάμβανε δύο ομιλίες:
Δημήτριος Αθανασούλης
Η βυζαντινή αρχιτεκτονική στην ελλαδική περιφέρεια.
Αναζητώντας τον ρόλο της Κωνσταντινούπολης.
Η επίδραση της Κωνσταντινούπολης στην αρχιτεκτονική παραγωγή της περιφέρειας ήταν άνιση και μάλλον σποραδική. Στα νησιά του Αιγαίου η τοπική οικοδομική παράδοση αναπτύχθηκε κατά το μάλλον ή ήττον ανεπηρέαστη. Σποραδικά στοιχεία προδίδουν μόνο μακρινή σχέση με την Πρωτεύουσα μέσω ενδιάμεσων προτύπων.
Στο νότιο τμήμα της ελλαδικής χερσονήσου και ειδικότερα στην Πελοπόννησο, η απώλεια της επίσημης αρχιτεκτονικής από το μείζον αστικό, εμπορικό και διοικητικό της κέντρο, την Κόρινθο, αφήνει δυσαναπλήρωτο κενό στην αποκατάσταση της αρχιτεκτονικής ιστορίας της περιοχής. Σε κάθε περίπτωση, φαίνεται ότι η επίδραση της Κωνσταντινούπολης ήταν εντονότερη από αυτή που θεωρούταν ότι μέχρι σήμερα, ωστόσο μας λείπουν βασικοί κρίκοι από την αλυσίδα που συνέδεε αυτές τις παραδόσεις, οι οποίο έχουν πλέον χαθεί.
Παρά τον συγκεντρωτικό χαρακτήρα του Βυζαντινού Κράτους και την μοναδική αρχιτεκτονική παραγωγή της πρωτεύουσας της αυτοκρατορίας τόσο ως προς την ποσότητα όσο και ως προς την ποιότητα, είναι εντυπωσιακή η προσκόλληση τόσο στο Αιγαίο όσο και στην ελλαδική χερσόνησο στην τοπική αρχιτεκτονική παράδοση, η οποία υπαγορεύτηκε από συγκεκριμένους περιορισμούς όπως οι διαθέσιμοι οικονομικοί πόροι, οι τεχνικές δεξιότητες των οικοδομικών συνεργείων και τα διαθέσιμα οικοδομικά υλικά, και η οποία εν τέλει αποδείχθηκε εντυπωσιακά ισχυρή και αυτάρκης.
Νικόλαος Σιώμκος
Η Κωνσταντινούπολη και η δύναμη της τέχνης της στα πέρατα της οικουμένης
Οι Βυζαντινοί είχαν την πεποίθηση πως η αυτοκρατορία τους έπρεπε να απλωθεί στα πέρατα της οικουμένης με τη διάδοση της πίστης και του πολιτισμού τους σε όλους τους λαούς της γης. Οι πολιτιστικές επαφές που ανέπτυξαν με τον υπόλοιπο κόσμο λειτούργησαν ως μέσο για την καθιέρωση αυτής της ιδέας. Δεδομένου ότι η εφαρμογή της συντελέστηκε με διαφορετικούς τρόπους και σε διαφορετικά επίπεδα κάθε φορά, στη διάλεξη θα επιχειρηθεί ένα φανταστικό ταξίδι κατά τη διάρκεια του οποίου συγκεκριμένοι σταθμοί θα μας επιτρέψουν να διερευνήσουμε τις διαδρομές αυτών των καλλιτεχνικών επαφών που διακηρύσσουν την ιδεολογία της οικουμενικής δύναμης της Κωνσταντινούπολης, καθώς και να αναδείξουμε ορισμένες περιπτώσεις μίμησης βυζαντινών προτύπων που έχουν στόχο την εξυπηρέτηση πολιτικών σκοπιμοτήτων.
Demetrios Athanasoulis
Byzantine Architecture of the Helladic Periphery.
Seeking the Role of Constantinople
In Byzantine architectural production of the periphery, the influence of Constantinople was uneven and rather sporadic. In the Aegean Islands the local building tradition more or less developed unaffected. Sporadic elements betray only distant relations through third-party modelswith the capital.
In the southern part of the Helladic peninsula and especially in the Peloponnese,the absence of official architecture from the major urban, commercial, and administrative center of the Peloponnese, Corinth, leaves a hard-to-fill void in restoring the architectural history of the region. It seems that Constantinople’sinfiltration into the local architectural production was greater than what was previously believed, but many links in the chain connecting the two traditions have simply been lost.
Despite the centralized character of the Byzantine state and the unique architectural production of the empire’s capital in terms of both quality and quantity, one is surprised at the attachment of the Aegean and Greece to local building tradition,which was dictated by concrete restrictions such as limited financial resources, the technical skills of building workshops, and the available construction materials, and yet which proved strong and self-sufficient.
Nikolaos Siomkos
Constantinople and the Power of its Art at the margins of the oikoumene
The Byzantines strongly believed that their imperium should cover the whole world, the oikoumene, by spreading their faith and civilization to all the peoples of the earth. Cultural contacts between them and the rest of the world served as a tool for establishing that idea. As it worked in all sort of ways and levels, the present lecture will try through different stops in an imaginary trip to examine the routes of these artistic contacts which proclaim the ideology of the ecumenical power of Constantinople, as well as to point out some cases of imitating Byzantine models for political purposes.
Ο Δημήτρης Αθανασούλης σπούδασε αρχαιολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο PARIS I (Panthéon – Sorbonne). Είναι διδάκτωρ Βυζαντινής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
Έχει εργαστεί ως αρχαιολόγος σε όλους τους νομούς της Πελοποννήσου. Από το 2007 ήταν διευθυντής στην 25η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων με αρμοδιότητα την Αργολίδα, την Αρκαδία και την Κορινθία. Από το 2014 είναι διευθυντής της Εφορείας Αρχαιοτήτων Κυκλάδων.
Έχει συμμετάσχει σε διεθνή συνέδρια και έχει δημοσιεύσει πλήθος μελετών στο πεδίο της βυζαντινής αρχιτεκτονικής και αρχαιολογίας. Οι σημαντικότερες μελέτες του αφορούν στην αρχιτεκτονική των βυζαντινών ναών της Ηλείας, στην αρχιτεκτονική και στην αρχαιολογία της σταυροφορικής περιόδου στην Πελοπόννησο, στην αρχαιολογία και τοπογραφία της Βυζαντινής Κορίνθου καθώς και στην αρχιτεκτονική των βυζαντινών και σταυροφορικών κάστρων της Πελοποννήσου.
Έχει διευθύνει σημαντικές ανασκαφικές έρευνες στην Πελοπόννησο (Γλαρέντζα, Τεγέα, Ακροκόρινθος, Κόρινθος, σλαβικά νεκροταφεία κλπ.).
Έχει σχεδιάσει και διευθύνει δεκάδες ευρωπαϊκά προγράμματα αποκατάστασης και ανάδειξης κάστρων (Χλουμούτζι, Ακροκόρινθος, Ακροναυπλία, Λάρισα Άργους, Λεοντάρι, Καρύταινα, Μπούρτζι Ναυπλίου) και βυζαντινών ναών (Παναγία Στείρη, Αγία Μονή κ.ά.) στην Πελοπόννησο καθώς και το μεγάλο ψηφιακό έργο ανάδειξης των κάστρων της Αργολίδας, Αρκαδίας και Κορινθίας.
Έχει σχεδιάσει και υλοποιήσει σημαντικά μουσεία (θεματικό Μουσείο για τους Σταυροφόρους και τους Ιππότες στο Χλουμούτζι-Κάστρο Κυλλήνης και το Βυζαντινό Μουσείο της Αργολίδας) και έχει οργανώσει την μεγάλη περιοδική έκθεση Vanity στο Μουσείο Μυκόνου.
Είναι αντιπρόεδρος της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας, μέλος του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου, του Διοικητικού Συμβουλίου του Ευρωπαϊκού Κέντρου Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων, του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων και πλήθους επιστημονικών Συμβουλίων και Επιτροπών της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας. Έχει διατελέσει πρόεδρος του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων, εμπειρογνώμων αρχαιολόγος του Συμβουλίου της Ευρώπης, μέλος της Επιστημονικής Επιτροπής Ανάδειξης Κάστρων Πυλίας και πλήθους επιστημονικών επιτροπών διεθνών συνεδρίων.
Έχει διδάξει στο Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Πολιτισμικών Αγαθών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου και στο Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης. Υπότροφος της Βρετανικής Αρχαιολογικής Σχολής στην Οξφόρδη και της Γερμανικής Αρχαιολογικής Σχολής στο Βερολίνο.
Ο Νικόλαος Σιώμκος είναι αρχαιολόγος της Εφορείας Αρχαιοτήτων Χαλκιδικής και Αγίου Όρους. Είναι υπεύθυνος για την αναστήλωση των μεσαιωνικών μνημείων του Αγίου Όρους και παλαιότερα της Νεμέας Κορινθίας. Η διδακτορική του διατριβή από το Πανεπιστήμιο Université Paris I (Panthéon-Sorbonne) της Γαλλίας (2002) βραβεύτηκε από την Αρχαιολογική Σχολή Αθηνών με το “Βραβείο Μαρία Θεοχάρη” το 2007. Έχει πάρει μέρος σε πολλά διεθνή συνέδρια. Η έρευνά του εστιάζει στα βυζαντινά και μετα-βυζαντινά τείχη και την εικονογραφία.