Ράγκος Σπυρίδων Ι.
Γλώσσα
Ελληνική
Ημερομηνία
22/05/2019
Διάρκεια
01:36:37
Εκδήλωση
Κύκλος σεμιναρίων: Αρχαία Ελληνική Φιλοσοφία
Χώρος
ΜΙΕΤ - Ιστορικό & Παλαιογραφικό Αρχείο
Διοργάνωση
Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης
Κατηγορία
Φιλοσοφία
Ετικέτες
Πλάτωνας, ερωτική φιλοσοφία, μύθος, λόγος, πλατωνικοί διάλογοι, έρωτας, Ιδέα του Κάλλους, Αλκιβιάδης, Σωκράτης, Συμπόσιο, Φαίδρος, ποίηση, φιλοσοφία, φιλία, αγάπη
Το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης εγκαινιάζει τακτικούς κύκλους μαθημάτων με θεματικές που συνδέονται με το εκδοτικό του πρόγραμμα. Τα μαθήματα γίνονται κάθε εβδομάδα από ομάδα συνεργαζόμενων διδασκόντων και απευθύνονται στο ευρύτερο μορφωμένο κοινό. Κάθε χρόνο προσφέρονται δύο θεματικοί κύκλοι μαθημάτων.
Ο πρώτος κύκλος του 2019 έχει ως κεντρικό άξονα την αρχαία φιλοσοφία.
Η ερωτική φιλοσοφία του Πλάτωνα: μεταξύ μύθου και λόγου
Το δραματικό πλαίσιο αρκετών πλατωνικών διαλόγων είναι εμφανώς ερωτικό (π.χ. Χαρμίδης, Λύσις, Αλκιβιάδης Ι). Στο ειδικό όμως ζήτημα του έρωτα ο Πλάτων επικέντρωσε την προσοχή του σε δύο κυρίως αριστουργηματικά έργα: στο Συμπόσιο και τον Φαίδρο. Το πρώτο αποτελεί μια σειρά εστιασμένων εγκωμίων στον έρωτα και τη δύναμή του από διαφορετικούς ομιλητές και ποικίλες οπτικές γωνίες. Το δεύτερο περιλαμβάνει μια θέση πάνω στην αξία της ερωτικής έξαρσης, σε συνδυασμό με άλλα θέματα, και κυρίως την κριτική αποτίμηση του γραπτού ρητορικού λόγου έναντι της διαλεκτικής ανάλυσης και σύνθεσης που συντελείται προφορικά. Οι δύο αυτοί διάλογοι είναι συμπληρωματικοί και προβάλλουν, για πρώτη φορά ολοκληρωμένα, το συναίσθημα ή και πάθος του έρωτα μέσα από μια προοπτική φιλοσοφικής ενόρασης που χρησιμοποιεί όχι μόνον έλλογη σκέψη αλλά και ποιητική μυθολογία. Ο Πλάτων υπήρξε ένας πρωτοπόρος στοχαστής του έρωτα, οι αντιλήψεις του οποίου επηρέασαν σημαντικά πολλούς μεταγενέστερους φιλοσόφους της πλατωνικής ή πλατωνίζουσας παράδοσης (Πλούταρχο, Πλωτίνο, Πρόκλο, ψευδο-Διονύσιο Αρεοπαγίτη, Marsilio Ficino, Thomas Taylor κ.ά.). Σκοπός των τριών διαλέξεων είναι η ανάδειξη του φιλοσοφικού περιεχομένου των δύο ερωτικών διαλόγων του Πλάτωνα μέσα από μια ενδελεχή ανάλυση τόσο των δραματικών όσο και των λογικών στοιχείων τους, τόσο των μύθων που περιλαμβάνουν όσο και των επιχειρημάτων που περικλείουν. Σε ένα πρώτο επίπεδο προσέγγισης, τα ιδιάζοντα στοιχεία της πλατωνικής αντίληψης για τον έρωτα θα ενταχθούν μέσα στα ιστορικά και πολιτιστικά συμφραζόμενά τους, προκειμένου, σε ένα δεύτερο επίπεδο ερμηνευτικής κατανόησης, να καταστεί σαφής η επικαιρότητα ή και διαχρονικότητα του πλατωνικού περί έρωτος στοχασμού.
Γενικό σχεδιάγραμμα διαλέξεων
• 1η διάλεξη: Γενική εισαγωγή στον αρχαιοελληνικό έρωτα (Όμηρος, Ησίοδος, λυρική ποίηση, Εμπεδοκλής). Η μορφή των πλατωνικών διαλόγων. Τα εγκώμια στον έρωτα του Συμποσίου.
• 2η διάλεξη: Τα “μυστήρια” της Διοτίμας και η πλατωνική θεωρία των Ιδεών. Η εισαγωγή του Αλκιβιάδη. Μύθος και λόγος στο Συμπόσιο.
• 3η διάλεξη: Ο Φαίδρος και η “παλινωδία” του Σωκράτη. Σύνοψη της πλατωνικής ερωτολογίας.
Σχεδιάγραμμα 3ης διάλεξης
• Από τον χρόνο στο άχρονο: ἐφεξῆς τε καὶ ὀρθῶς και ἐξαίφνης
• Η Ιδέα του Κάλλους και η αποφατική περιγραφή της
• Παρέκβαση: η έλλαμψη του νου στην Ζ´ Επιστολή
• Η ξαφνική είσοδος του Αλκιβιάδη και η σημασία της
• Το εγκώμιο του Αλκιβιάδη στον Σωκράτη: το μέσα και το έξω
• Η ἀτοπία του φιλοσόφου: η αμφίβια φύση του
• Το τέλος του Συμποσίου: ποίηση και φιλοσοφία
• Τα θέματα του Φαίδρου: ρητορική, έρωτας, διαλεκτική, κριτική στον γραπτό λόγο
• Το σκηνικό και οι δύο πρώτοι λόγοι (Λυσία, Σωκράτη καλυπτόμενου)
• Η παλινωδία του Σωκράτη (γυμνῇ τῇ κεφαλῇ): αλλοιωμένη συνείδηση (μανία), άρμα ψυχής
• Η προνομιακή οδός της Ομορφιάς
• Η αμφιθυμία και ατοπία του έρωτα: οδύνη και ηδονή, ωδίνες τοκετού και πτεροφυΐα
• Οι διάφοροι θεοί ως διαφορετικές οπτικές γωνίες θέασης του Κάλλους
• Μύθος και λόγος, ποίηση και φιλοσοφία: ο έρωτας ως επιθυμία υπέρβασης του μερικού
• Πέρα από τον Πλάτωνα: φιλία – ἔρως – ἀγάπη
Ο Σ. Ι. Ράγκος (γ. 1967) σπούδασε κλασική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (1985-1989), παρακολούθησε σεμινάρια θρησκειολογίας στην École Pratique des Hautes Études στο Παρίσι (1992-1993) και εκπόνησε διδακτορική διατριβή στο Πανεπιστήμιο του Cambridge (1990-1995) με θέμα: “Λατρείες της Άρτεμης στην αρχαία Ελλάδα” (υπό την εποπτεία του καθ. Paul Cartledge). Στην συνέχεια, υπήρξε υπότροφος μεταδιδακτορικός ερευνητής στο Πανεπιστήμιο του Princeton (1995-1996) όπου ασχολήθηκε με τον νεοπλατωνισμό. Μετά από την ολοκλήρωση των στρατιωτικών του υποχρεώσεων (1996-1998), δίδαξε ως συμβασιούχος στα Πανεπιστήμια Κρήτης, ΕΑΠ και Πατρών (1998-2001). Το 2001 εξελέγη Επίκουρος Καθηγητής Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας στο Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών, όπου υπηρετεί σήμερα ως Καθηγητής. Το χειμερινό εξάμηνο του ακαδημαϊκού έτους 2008-2009 υπήρξε επισκέπτης καθηγητής στο Banaras Hindu University (Βαρανάσι, Ινδία) όπου έδωσε διαλέξεις για την αρχαία ελληνική φιλοσοφία και παρακολούθησε μαθήματα ινδικής φιλοσοφίας.
Με πλήθος δημοσιευμάτων σε ελληνικά και ξένα επιστημονικά περιοδικά και συλλογικούς τόμους στο ενεργητικό του, ο Σ. Ι. Ράγκος έχει δώσει πολλές δημόσιες διαλέξεις για θέματα της ειδικότητάς του, έχει συνδράμει στη συγγραφή των διδακτικών εγχειριδίων του ΕΑΠ, έχει συνεργαστεί σε τηλεοπτικές εκπομπές (History Channel, ΣΚΑΪ) και έχει συμμετάσχει ως ακαδημαϊκός υπεύθυνος και κριτής σε διασχολικούς αγώνες επιχειρηματολογίας. Τα επιστημονικά ενδιαφέροντά του εστιάζονται στα πεδία της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας και της αρχαίας ελληνικής θρησκείας, καθώς και στις διασχέσεις μεταξύ τους. Σε συνεργασία με τον Δημήτρη Κυρτάτα, συνέγραψε το βιβλίο Η Ελληνική Αρχαιότητα: πόλεμος, πολιτική, πολιτισμός, (Θεσσαλονίκη: Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών 2010).
Ενδεικτικά αναφέρονται οι μελέτες:
• “Aim, Scope and Method of Aristotle’s Metaphysics”, Anusilana XXII.1 (2010), 1-12.
• “«Κύκλου δ’ ἐξέπταν βαθυπενθέος ἀργαλέοιο»: Περί της Εμπεδοκλέους τελευτής”, Υπόμνημα στη Φιλοσοφία (Αφιέρωμα: Θάνατοι Φιλοσόφων στην Αρχαιότητα, επιμ. Γ. Ζωγραφίδης, Π. Κοτζιά και Χ. Μπάλλα) 9 (2010), 53-84.
• “Μεταμορφώσεις της ελληνικής ψυχῆς από τον Όμηρο έως τον Πλάτωνα”, Αρχαιολογία και τέχνες 118 (Χριστούγεννα 2010), 14-19.
• “Falsity and the False in Aristotle’s Metaphysics Δ”, Rhizai VI.1 (2009), 7-21.
• “The Story of a Simile: Hidden Evidence for Dionysus in Homer and Beyond”, E. Karamalengou & E. Makrygianni (επιμ.), Ἀντιφίλησις: Studies on Classical, Byzantine and Modern Greek Literature and Culture in Honour of John-Theophanes A. Papademetriou, Stuttgart: Franz Steiner 2009, 67-82.
• “Latent Meaning and Manifest Content in the Derveni Papyrus”, Rhizai IV.1 (2007), 35-75.
• “H εκστατική στιγμή του ἐξαίφνης”, Φιλοσοφία 36 (2006), 93-114.
• “Hσίοδος και φιλοσοφία: η μυθοποιητική καταγωγή της ἀληθείας τοῦ λόγου στην αρχαϊκή Eλλάδα”, Ν. Μπεζαντάκος και Χ. Τσαγγάλης (επιμ.), Mουσάων ἀρχώμεθα: O Ησίοδος και η αρχαϊκή επική ποίηση, Aθήνα: Πατάκης 2006, 395-540.
• “Images of Socrates in Neoplatonism”, V. Karasmanis (ed.), Socrates: 2400 Years since his Death (399 B.C.-2001 A.D.), Athens: European Cultural Centre of Delphi 2004, 463-480.
• “Alcman’s Cosmogony Revisited”, Classica & Mediaevalia 54 (2003), 81-112.
• “Proclus and Artemis: On the Relevance of Neoplatonism to the Modern Study of Ancient Religion”, Kernos 13 (2000), 47-84.
• H συνάντηση του Ελληνισμού με τον Χριστιανισμό από τον πρώτο έως τον τέταρτο αιώνα, Πάτρα: Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο 2000.
• “Proclus on Poetic Mimesis, Symbolism and Truth”, Oxford Studies in Ancient Philosophy 17 (1999), 249-277.
• “Between Physis and Nous: Logos as Principle of Mediation in Plotinus”, Journal of Neoplatonic Studies 7.2 (1999), 1-42.
Κείμενα 3ης διάλεξης
Διοτίμα
• Συμπ. 210e-211b: πειρῶ δέ μοι, ἔφη, τὸν νοῦν προσέχειν ὡς οἷόν τε μάλιστα. ὃς γὰρ ἂν μέχρι ἐνταῦθα πρὸς τὰ ἐρωτικὰ παιδαγωγηθῇ, θεώμενος ἐφεξῆς τε καὶ ὀρθῶς τὰ καλά, πρὸς τέλος ἤδη ἰὼν τῶν ἐρωτικῶν ἐξαίφνης κατόψεταί τι θαυμαστὸν τὴν φύσιν καλόν, τοῦτο ἐκεῖνο, ὦ Σώκρατες, οὗ δὴ ἕνεκεν καὶ οἱ ἔμπροσθεν πάντες πόνοι ἦσαν, πρῶτον μὲν ἀεὶ ὂν καὶ οὔτε γιγνόμενον οὔτε ἀπολλύμενον, οὔτε αὐξανόμενον οὔτε φθίνον, ἔπειτα οὐ τῇ μὲν καλόν, τῇ δ' αἰσχρόν, οὐδὲ τοτὲ μέν, τοτὲ δὲ οὔ, οὐδὲ πρὸς μὲν τὸ καλόν, πρὸς δὲ τὸ αἰσχρόν, οὐδ' ἔνθα μὲν καλόν, ἔνθα δὲ αἰσχρόν, ὡς τισὶ μὲν ὂν καλόν, τισὶ δὲ αἰσχρόν· οὐδ' αὖ φαντασθήσεται αὐτῷ τὸ καλὸν οἷον πρόσωπόν τι οὐδὲ χεῖρες οὐδὲ ἄλλο οὐδὲν ὧν σῶμα μετέχει, οὐδέ τις λόγος οὐδέ τις ἐπιστήμη, οὐδέ που ὂν ἐν ἑτέρῳ τινι, οἷον ἐν ζώῳ ἢ ἐν γῇ ἢ ἐν οὐρανῷ ἢ ἔν τῳ ἄλλῳ, ἀλλ' αὐτὸ καθ' αὑτὸ μεθ' αὑτοῦ μονοειδὲς ἀεὶ ὄν, τὰ δὲ ἄλλα πάντα καλὰ ἐκείνου μετέχοντα τρόπον τινὰ τοιοῦτον, οἷον γιγνομένων τε τῶν ἄλλων καὶ ἀπολλυμένων μηδὲν ἐκεῖνο μήτε τι πλέον μήτε ἔλαττον γίγνεσθαι μηδὲ πάσχειν μηδέν. ὅταν δή τις ἀπὸ τῶνδε διὰ τὸ ὀρθῶς παιδεραστεῖν ἐπανιὼν ἐκεῖνο τὸ καλὸν ἄρχηται καθορᾶν, σχεδὸν ἄν τι ἅπτοιτο τοῦ τέλους.
Ζ΄ Επιστολή 341c-d:
• Οὔκουν ἐμόν γε περὶ αὐτῶν ἔστιν σύγγραμμα οὐδὲ μήποτε γένηται· ῥητὸν γὰρ οὐδαμῶς ἐστιν ὡς ἄλλα μαθήματα, ἀλλ' ἐκ πολλῆς συνουσίας γιγνομένης περὶ τὸ πρᾶγμα αὐτὸ καὶ τοῦ συζῆν ἐξαίφνης, οἷον ἀπὸ πυρὸς πηδήσαντος ἐξαφθὲν φῶς, ἐν τῇ ψυχῇ γενόμενον αὐτὸ ἑαυτὸ ἤδη τρέφει.
Ζ΄ Επιστολή 344b-c:
• Μόγις δὲ τριβόμενα πρὸς ἄλληλα αὐτῶν ἕκαστα, ὀνόματα καὶ λόγοι ὄψεις τε καὶ αἰσθήσεις, ἐν εὐμενέσιν ἐλέγχοις ἐλεγχόμενα καὶ ἄνευ φθόνων ἐρωτήσεσιν καὶ ἀποκρίσεσιν χρωμένων, ἐξέλαμψε φρόνησις περὶ ἕκαστον καὶ νοῦς, συντείνων ὅτι μάλιστ' εἰς δύναμιν ἀνθρωπίνην. διὸ δὴ πᾶς ἀνὴρ σπουδαῖος τῶν ὄντων σπουδαίων πέρι πολλοῦ δεῖ μὴ γράψας ποτὲ ἐν ἀνθρώποις εἰς φθόνον καὶ ἀπορίαν καταβαλεῖ.
Αλκιβιάδης
• Συμπ. 221c-d: Πολλὰ μὲν οὖν ἄν τις καὶ ἄλλα ἔχοι Σωκράτη ἐπαινέσαι καὶ θαυμάσια· ἀλλὰ τῶν μὲν ἄλλων ἐπιτηδευμάτων τάχ' ἄν τις καὶ περὶ ἄλλου τοιαῦτα εἴποι, τὸ δὲ μηδενὶ ἀνθρώπων ὅμοιον εἶναι, μήτε τῶν παλαιῶν μήτε τῶν νῦν ὄντων, τοῦτο ἄξιον παντὸς θαύματος. οἷος γὰρ Ἀχιλλεὺς ἐγένετο, ἀπεικάσειεν ἄν τις καὶ Βρασίδαν καὶ ἄλλους, καὶ οἷος αὖ Περικλῆς, καὶ Νέστορα καὶ Ἀντήνορα – εἰσὶ δὲ καὶ ἕτεροι – καὶ τοὺς ἄλλους κατὰ ταὔτ' ἄν τις ἀπεικάζοι· οἷος δὲ οὑτοσὶ γέγονε τὴν ἀτοπίαν ἅνθρωπος, καὶ αὐτὸς καὶ οἱ λόγοι αὐτοῦ, οὐδ' ἐγγὺς ἂν εὕροι τις ζητῶν, οὔτε τῶν νῦν οὔτε τῶν παλαιῶν, εἰ μὴ ἄρα εἰ οἷς ἐγὼ λέγω ἀπεικάζοι τις αὐτόν, ἀνθρώπων μὲν μηδενί, τοῖς δὲ σιληνοῖς καὶ σατύροις, αὐτὸν καὶ τοὺς λόγους.
Παλινωδία Σωκράτους
• Φαίδρ. 246a-b: Περὶ μὲν οὖν ἀθανασίας αὐτῆς ἱκανῶς· περὶ δὲ τῆς ἰδέας αὐτῆς ὧδε λεκτέον. οἷον μέν ἐστι, πάντῃ πάντως θείας εἶναι καὶ μακρᾶς διηγήσεως, ᾧ δὲ ἔοικεν, ἀνθρωπίνης τε καὶ ἐλάττονος· ταύτῃ οὖν λέγωμεν. ἐοικέτω δὴ συμφύτῳ δυνάμει ὑποπτέρου ζεύγους τε καὶ ἡνιόχου. θεῶν μὲν οὖν ἵπποι τε καὶ ἡνίοχοι πάντες αὐτοί τε ἀγαθοὶ καὶ ἐξ ἀγαθῶν, τὸ δὲ τῶν ἄλλων μέμεικται.
• Φαίδρ. 250b-252a: Δικαιοσύνης μὲν οὖν καὶ σωφροσύνης καὶ ὅσα ἄλλα τίμια ψυχαῖς οὐκ ἔνεστι φέγγος οὐδὲν ἐν τοῖς τῇδε ὁμοιώμασιν, ἀλλὰ δι' ἀμυδρῶν ὀργάνων μόγις αὐτῶν καὶ ὀλίγοι ἐπὶ τὰς εἰκόνας ἰόντες θεῶνται τὸ τοῦ εἰκασθέντος γένος· κάλλος δὲ τότ' ἦν ἰδεῖν λαμπρόν, ὅτε σὺν εὐδαίμονι χορῷ μακαρίαν ὄψιν τε καὶ θέαν, ἑπόμενοι μετὰ μὲν Διὸς ἡμεῖς, ἄλλοι δὲ μετ' ἄλλου θεῶν, εἶδόν τε καὶ ἐτελοῦντο τῶν τελετῶν ἣν θέμις λέγειν μακαριωτάτην, ἣν ὠργιάζομεν ὁλόκληροι μὲν αὐτοὶ ὄντες καὶ ἀπαθεῖς κακῶν ὅσα ἡμᾶς ἐν ὑστέρῳ χρόνῳ ὑπέμενεν, ὁλόκληρα δὲ καὶ ἁπλᾶ καὶ ἀτρεμῆ καὶ εὐδαίμονα φάσματα μυούμενοί τε καὶ ἐποπτεύοντες ἐν αὐγῇ καθαρᾷ, καθαροὶ ὄντες καὶ ἀσήμαντοι τούτου ὃ νῦν δὴ σῶμα περιφέροντες ὀνομάζομεν, ὀστρέου τρόπον δεδεσμευμένοι.
Ταῦτα μὲν οὖν μνήμῃ κεχαρίσθω, δι' ἣν πόθῳ τῶν τότε νῦν μακρότερα εἴρηται· περὶ δὲ κάλλους, ὥσπερ εἴπομεν, μετ' ἐκείνων τε ἔλαμπεν ὄν, δεῦρό τ' ἐλθόντες κατειλήφαμεν αὐτὸ διὰ τῆς ἐναργεστάτης αἰσθήσεως τῶν ἡμετέρων στίλβον ἐναργέστατα. ὄψις γὰρ ἡμῖν ὀξυτάτη τῶν διὰ τοῦ σώματος ἔρχεται αἰσθήσεων, ᾗ φρόνησις οὐχ ὁρᾶται – δεινοὺς γὰρ ἂν παρεῖχεν ἔρωτας, εἴ τι τοιοῦτον ἑαυτῆς ἐναργὲς εἴδωλον παρείχετο εἰς ὄψιν ἰόν – καὶ τἆλλα ὅσα ἐραστά· νῦν δὲ κάλλος μόνον ταύτην ἔσχε μοῖραν, ὥστ' ἐκφανέστατον εἶναι καὶ ἐρασμιώτατον.
ὁ μὲν οὖν μὴ νεοτελὴς ἢ διεφθαρμένος οὐκ ὀξέως ἐνθένδε ἐκεῖσε φέρεται πρὸς αὐτὸ τὸ κάλλος, θεώμενος αὐτοῦ τὴν τῇδε ἐπωνυμίαν, ὥστ' οὐ σέβεται προσορῶν, ἀλλ' ἡδονῇ παραδοὺς τετράποδος νόμον βαίνειν ἐπιχειρεῖ καὶ παιδοσπορεῖν, καὶ ὕβρει προσομιλῶν οὐ δέδοικεν οὐδ' αἰσχύνεται παρὰ φύσιν ἡδονὴν διώκων· ὁ δὲ ἀρτιτελής, ὁ τῶν τότε πολυθεάμων, ὅταν θεοειδὲς πρόσωπον ἴδῃ κάλλος εὖ μεμιμημένον ἤ τινα σώματος ἰδέαν, πρῶτον μὲν ἔφριξε καί τι τῶν τότε ὑπῆλθεν αὐτὸν δειμάτων, εἶτα προσορῶν ὡς θεὸν σέβεται, καὶ εἰ μὴ ἐδεδίει τὴν τῆς σφόδρα μανίας δόξαν, θύοι ἂν ὡς ἀγάλματι καὶ θεῷ τοῖς παιδικοῖς. ἰδόντα δ' αὐτὸν οἷον ἐκ τῆς φρίκης μεταβολή τε καὶ ἱδρὼς καὶ θερμότης ἀήθης λαμβάνει· δεξάμενος γὰρ τοῦ κάλλους τὴν ἀπορροὴν διὰ τῶν ὀμμάτων ἐθερμάνθη ᾗ ἡ τοῦ πτεροῦ φύσις ἄρδεται, θερμανθέντος δὲ ἐτάκη τὰ περὶ τὴν ἔκφυσιν, ἃ πάλαι ὑπὸ σκληρότητος συμμεμυκότα εἶργε μὴ βλαστάνειν, ἐπιρρυείσης δὲ τῆς τροφῆς ᾤδησέ τε καὶ ὥρμησε φύεσθαι ἀπὸ τῆς ῥίζης ὁ τοῦ πτεροῦ καυλὸς ὑπὸ πᾶν τὸ τῆς ψυχῆς εἶδος· πᾶσα γὰρ ἦν τὸ πάλαι πτερωτή. ζεῖ οὖν ἐν τούτῳ ὅλη καὶ ἀνακηκίει, καὶ ὅπερ τὸ τῶν ὀδοντοφυούντων πάθος περὶ τοὺς ὀδόντας γίγνεται ὅταν ἄρτι φύωσιν, κνῆσίς τε καὶ ἀγανάκτησις περὶ τὰ οὖλα, ταὐτὸν δὴ πέπονθεν ἡ τοῦ πτεροφυεῖν ἀρχομένου ψυχή· ζεῖ τε καὶ ἀγανακτεῖ καὶ γαργαλίζεται φύουσα τὰ πτερά.
ὅταν μὲν οὖν βλέπουσα πρὸς τὸ τοῦ παιδὸς κάλλος, ἐκεῖθεν μέρη ἐπιόντα καὶ ῥέοντ' – ἃ δὴ διὰ ταῦτα ἵμερος καλεῖται – δεχομένη [τὸν ἵμερον] ἄρδηταί τε καὶ θερμαίνηται, λωφᾷ τε τῆς ὀδύνης καὶ γέγηθεν· ὅταν δὲ χωρὶς γένηται καὶ αὐχμήσῃ, τὰ τῶν διεξόδων στόματα ᾗ τὸ πτερὸν ὁρμᾷ, συναυαινόμενα μύσαντα ἀποκλῄει τὴν βλάστην τοῦ πτεροῦ, ἡ δ' ἐντὸς μετὰ τοῦ ἱμέρου ἀποκεκλῃμένη, πηδῶσα οἷον τὰ σφύζοντα, τῇ διεξόδῳ ἐγχρίει ἑκάστη τῇ καθ' αὑτήν, ὥστε πᾶσα κεντουμένη κύκλῳ ἡ ψυχὴ οἰστρᾷ καὶ ὀδυνᾶται, μνήμην δ' αὖ ἔχουσα τοῦ καλοῦ γέγηθεν. ἐκ δὲ ἀμφοτέρων μεμειγμένων ἀδημονεῖ τε τῇ ἀτοπίᾳ τοῦ πάθους καὶ ἀποροῦσα λυττᾷ, καὶ ἐμμανὴς οὖσα οὔτε νυκτὸς δύναται καθεύδειν οὔτε μεθ' ἡμέραν οὗ ἂν ᾖ μένειν, θεῖ δὲ ποθοῦσα ὅπου ἂν οἴηται ὄψεσθαι τὸν ἔχοντα τὸ κάλλος· ἰδοῦσα δὲ καὶ ἐποχετευσαμένη ἵμερον ἔλυσε μὲν τὰ τότε συμπεφραγμένα, ἀναπνοὴν δὲ λαβοῦσα κέντρων τε καὶ ὠδίνων ἔληξεν, ἡδονὴν δ' αὖ ταύτην γλυκυτάτην ἐν τῷ παρόντι καρποῦται. ὅθεν δὴ ἑκοῦσα εἶναι οὐκ ἀπολείπεται, οὐδέ τινα τοῦ καλοῦ περὶ πλείονος ποιεῖται, ἀλλὰ μητέρων τε καὶ ἀδελφῶν καὶ ἑταίρων πάντων λέλησται, καὶ οὐσίας δι' ἀμέλειαν ἀπολλυμένης παρ' οὐδὲν τίθεται, νομίμων δὲ καὶ εὐσχημόνων, οἷς πρὸ τοῦ ἐκαλλωπίζετο, πάντων καταφρονήσασα δουλεύειν ἑτοίμη καὶ κοιμᾶσθαι ὅπου ἂν ἐᾷ τις ἐγγυτάτω τοῦ πόθου· πρὸς γὰρ τῷ σέβεσθαι τὸν τὸ κάλλος ἔχοντα ἰατρὸν ηὕρηκε μόνον τῶν μεγίστων πόνων.