Μπουτάρης Γιάννης
Γλώσσα
Ελληνική
Ημερομηνία
07/06/2011
Διάρκεια
01:23:00
Εκδήλωση
Κάνει ο δήμαρχος εξωτερική πολιτική;
Χώρος
Αμφιθέατρο "Γ. Κρανιδιώτης", Υπουργείο Εξωτερικών
Διοργάνωση
Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ)
Κατηγορία
Πολιτική
Ετικέτες
δήμαρχος, εξωτερική πολιτική, Θεσσαλονίκη, ΠΓΔΜ, Πρώην Γουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, Τουρκία, συμπρωτεύουσα, Αθήνα, πρωτεύουσα
«Κάνει ο Δήμαρχος εξωτερική πολιτική; Η εύκολη απάντηση, που είμαι σίγουρος ότι θα ανακουφίσει και πολλούς από εσάς είναι «όχι δεν κάνει» ή τουλάχιστον «όχι δεν πρέπει να κάνει». Μάλιστα από μια άποψη, όπως θα σας εξηγήσω και σε λίγο, είμαι ο μόνος βλαχοδήμαρχος που είμαι πραγματικά πιστός στην εξωτερική πολιτική της χώρας. Η κριτική μάλιστα που μού γίνεται έγκειται συχνά στο ότι αρνούμαι να διαφοροποιηθώ από την Ελληνική εξωτερική πολιτική όπως την βρήκα από τότε που ανέλαβα καθήκοντα. Όπως όμως και εάν διαμορφώνεται η εξωτερική πολιτική δεν μπορεί παρά να είναι μία, στην κοινοβουλευτική δημοκρατία στην οποία ζούμε. Μπορώ να διαφωνώ μαζί της ως πολίτης, αλλά δεν δικαιούμαι να την υποσκάψω με τις ενέργειες και τους χειρισμούς μου ως δήμαρχος».
Μ’ αυτά τα λόγια ο Δήμαρχος Θεσσαλονίκης Γιάννης Μπουτάρης δίνει, από την αρχή μάλιστα της ομιλίας του, κατηγορηματική και σαφή απάντηση στο ερώτημα που θέτει ο τίτλος της, για να αναφερθεί στη συνέχεια αναλυτικά σε θέματα που άπτονται της εθνικής εξωτερικής πολιτικής σχετίζονται όμως άμεσα με το γεωγραφικό χώρο της Βόρειας Ελλάδας και ειδικότερα μ’ εκείνον της Θεσσαλονίκης. Θέματα επίκαιρα και σημαντικά, όπως η συζητούμενη «σύνθετη ονομασία» της ΠΓΔΜ, η ανάπτυξη των οικονομικών και τουριστικών σχέσεων με την Τουρκία, ο ρόλος της Θεσσαλονίκης ως «μητρόπολης των Βαλκανίων» και οι προϋποθέσεις που απαιτεί και, τέλος, οι σχέσεις της συμπρωτεύουσας με το Αθηναϊκό Κέντρο.
Συνοψίζοντας τις θέσεις του, ο Γιάννης Μπουτάρης υπογραμμίζει στον επίλογό του ότι: «Όταν ο δήμαρχος συμφωνεί με την εξωτερική πολιτική τότε, με τις ενέργειες του, και σε συνεννόηση με την κεντρική διοίκηση, την εμπεδώνει και την διαχέει εντός και εκτός της χώρας. Εάν διαφωνεί τότε, όπως είπε και o φιλόσοφος Βιτγκενστάιν, ίσως η καλύτερη επιλογή είναι "για τα πράγματα για τα οποία δεν μπορούμε να μιλήσουμε καλύτερα να σιωπήσουμε". Σε κάθε περίπτωση όμως δεν την υποσκάπτει και δεν την αποδυναμώνει, πόσο μάλλον δεν προσπαθεί να την εξασκήσει ο ίδιος».
Ο οινοποιός Γιάννης Μπουτάρης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1942 και υπήρξε ο 60ος Δήμαρχος της πόλης με την οποία συνέδεσε τη ζωή και τη δράση του από τα μαθητικά του χρόνια. Ήταν πτυχιούχος του τμήματος Χημείας του ΑΠΘ, διπλωματούχος οινολόγος και άριστος γνώστης της αγγλικής και γαλλικής γλώσσας. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος (1992) της «Ένωσης Πολιτών Θεσσαλονίκης» που πρωτοστάτησε στην αποτροπή του μπαζώματος της παλιάς παραλίας της πόλης. Εξελέγη για πρώτη φορά δημοτικός σύμβουλος το 2002 με τον συνδυασμό “Θεσσαλονίκη Τώρα” του Αγάπιου Σαχίνη. Ήταν υποψήφιος ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ, το 2004, στην τελευταία, μη εκλόγιμη τιμητική θέση, μετά από πρόταση του Γ. Παπανδρέου. Στις 7 Ιουλίου 2005 δημιούργησε τη δημοτική παράταξη “Πρωτοβουλία για τη Θεσσαλονίκη”, με το ψηφοδέλτιο της οποίας εξελέγη δημοτικός σύμβουλος το 2006. Τον Μάρτιο του 2009 μαζί με τον Στέφανο Μάνο εμφανίστηκε ως ιδρυτικό μέλος του βραχύβιου κόμματος «Δράση», ενώ τον Οκτώβριο του 2010 υπήρξε ο νικητής των εκλογών για τη δημαρχία της Θεσσαλονίκης, επικεφαλής του συνδυασμού «Πρωτοβουλία για τη Θεσσαλονίκη». Ο Γιάννης Μπουτάρης είχε διακριθεί ως Ενεργός Πολίτης. Ήταν πρόεδρος και ιδρυτικό μέλος (1992) της αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας «Αρκτούρος», που έχει ως σκοπό την προστασία της καφετιάς αρκούδας και γενικότερα της άγριας ζωής. Ήταν επίσης πρόεδρος της επιτροπής «Φύση 2000» και μέλος της διοίκησης του «Εθνικού Κέντρου Περιβάλλοντος και Αειφόρου Ανάπτυξης», όπως και ιδρυτικό μέλος και μέλος της διοίκησης του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης. Το 2003 του αποδίδεται η διάκριση του «Ευρωπαίου Ήρωα» από το διεθνούς ακτινοβολίας περιοδικό “ΤΙΜΕ” για την προσφορά του στην προστασία του φυσικού περιβάλλοντος. Διετέλεσε πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικού Οίνου και ήταν ο πρώτος οινοποιός που υλοποίησε τον στόχο να αποκτήσει η Ελλάδα κρασιά ονομασίας προέλευσης. Τιμώντας τη μνήμη των γονέων του δημιούργησε το ομώνυμο ίδρυμα για τη μελέτη και την ανάδειξη του ελληνικού κρασιού και χρηματοδότησε συνέδρια και εκδηλώσεις. Τιμήθηκε ως «οινοποιός της χρονιάς» το 1996 στη Σουηδία και το 2003 στην Ελλάδα, από την Ένωση Δημοσιογράφων Οίνου.