Μπρίλη Στέλλα
Γλώσσα
Ελληνική
Ημερομηνία
09/04/2011
Διάρκεια
15:40
Εκδήλωση
CARDIO ATHENA 2011 - Διεθνές Συνέδριο Καρδιαγγειακής Ιατρικής
Χώρος
Ξενοδοχείο Divani Caravel, Αθήνα
Διοργάνωση
Α' Καρδιολογική Κλινική – Γενικό Νοσοκομείο Αθηνών Ιπποκράτειο – Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Α΄ Καρδιολογικό – Αιμοδυναμικό Εργαστήριο - Γενικό Νοσοκομείο Αθηνών Ιπποκράτειο – Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Κατηγορία
Καρδιολογία
Ετικέτες
σύνδρομο Μάρφαν, Marfan syndrome, FBN1, φιμπριλλίνη 1, TGF, cytokine transforming growth factor
Το σύνδρομο Μάρφαν (Marfan), αποτελεί ένα από τα συχνότερα, δυνητικά θανατηφόρα, κληρονομήσιμα νοσήματα. Η συχνότητά του είναι της τάξεως του ενός ασθενούς για κάθε 3.000 ως 5.000 άτομα και είναι ανεξάρτηση από εθνότητες και γεωγραφικές συντεταγμένες.
Η νόσος προσβάλλει τον συνδετικό ιστό και προκύπτει από μεταλλάξεις στο γονίδιο FBN1 το οποίο κωδικοποιεί για την σύνθεση της πρωτεΐνης φιμπριλλίνης 1. Η φιμπριλλίνη 1 αποτελεί συστατικό-κλειδί της εξωκυττάριας ουσίας, καθώς επίσης και αρνητικό ρυθμιστή του αυξητικού παράγοντα TGF (cytokine transforming growth factor). Ο παράγοντας αυτός αφενός συμβάλλει στην ενεργοποίηση των μεταλλοπρωτεϊνασών και αφετέρου στην αποικοδόμηση της εξωκυττάριας ουσίας.
Οι κλινικές εκφράσεις του συνδρόμου Μάρφαν αφορούν το σκελετικό, το οφθαλμικό και το καρδιαγγειακό σύστημα.
Ο ασθενής συνδετικός ιστός, ο οποίος προκύπτει από τη μεταλλαγμένη φιμπριλλίνη 1, δεν αρκεί να εξηγήσει όλα τα συμπτώματα του συνδρόμου Μάρφαν, όπως παραδείγματος χάριν η παρατηρούμενη αύξηση του οστίτη ιστού, η σκλήρυνση των καρδιακών βαλβίδων, ή η μειωμένη μυϊκή μάζα.
Μετά τη διαπίστωση ότι οι παραπάνω δράσεις μπορούσαν να εξηγηθούν μέσω της επίδρασης που ασκεί η φιμπριλλήνη1 στον αυξητικό παράγοντα TGF, αναπτύχθηκαν θεραπευτικά σχήματα τα οποία αναστέλλουν τη δράση του.
Η θεραπευτική διαχείρηση της νόσου θα μπορούσε να περιλλαμβάνει είτε χορήγηση φιμπριλλίνης είτε χορήγηση αντισωμάτων έναντι του TGF. Διαπιστώθηκε ότι η χορήγηση λοζαρτάνης (angiotensinII receptor blocker) έδινε θεαματικά αποτελέσμστα σε ότι αφορά τα καρδιολογικά συμπτώματα της νόσου. Αντίθετα, η χορήγηση β- αναστολέων δεν βρέθηκε να έχει καμμιά επίδραση σε αυτά.
Η χειρουργική αντιμετώπιση των καρδιαγγειακών συμπτωμάτων της νόσου ενδείκνυται σε ορισμένες περιπτώσεις.
Η Στέλλα Μπρίλη αποφοίτησε από την Ιατρική Σχολή Αθηνών.
Είναι Υπεύθυνη του τμήματος Συγγενών Καρδιοπαθειών και Πνευμονικής Υπέρτασης στην Α’ Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική του Πανεπιστημίου Αθηνών στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο.
Έχει μετεκπαιδευτεί στις Συγγενείς Καρδιοπάθειες ενηλίκων στο τμήμα του Adult Congenital Heart Disease στο Harvard Medical School της Βοστώνης και έχει Master Degree του Pulmonary Hypertension Departement της Bologna Medical School.
H Στέλλα Μπρίλη είναι Διδάκτορας του Πανεπιστημίου Αθηνών, Fellow of the European Cardiology Society, Fellow of the American College of Cardiology, τέως Πρόεδρος της Ομάδας Εργασίας Συγγενών Καρδιοπαθειών και νυν πρόεδρος της ομάδας Εργασίας Πνευμονικής Υπέρτασης. Τα κύρια ερευνητικά ενδιαφέροντά της αφορούν τις Συγγενείς Καρδιοπάθειες και την Πνευμονική Υπέρταση.