Θέμελης Πέτρος
Λαμπρινουδάκης Βασίλειος
Κουρουπός Γιώργος
Λάζος Χρήστος
Μπένος Σταύρος
Γλώσσα
Ελληνική
Ημερομηνία
02/04/2014
Διάρκεια
88:26
Εκδήλωση
Megaron Plus - Διαλέξεις
Χώρος
Μέγαρο Μουσικής Αθηνών
Διοργάνωση
Μέγαρο Μουσικής Αθηνών - Megaron Plus
Κατηγορία
Αρχαιολογία
Ετικέτες
αρχαία Μεσσήνη, Δελφοί, αρχαίο θέατρο, Ασκληπιείο Επιδαύρου, ανάδειξη αρχαίων μνημείων, πολιτιστική κληρονομιά, αξιοποίηση αρχαίων μνημείων, κοινωνική επαναξιοποίηση αρχαίων χώρων
Στη νέα ζωή των αρχαίων μνημείων -όπως της αρχαίας Μεσσήνης, του θεάτρου των Δελφών και του Ασκληπιείου της Επιδαύρου-, την ανάδειξη και την ένταξή τους στην καθημερινότητα μας μέσα από αρμόζουσες μορφές διαχείρισης και χρήσης που θα εξασφαλίζουν την προστασία, τον σεβασμό και τη συντήρησή τους, επικεντρώνεται η μοναδικού ενδιαφέροντος συζήτηση που πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη 2 Απριλίου, στο Μέγαρο Μουσικής, στο πλαίσιο του Megaron Plus, με τη συμμετοχή διαπρεπών αρχαιολόγων και ηγετικών προσωπικοτήτων που δραστηριοποιούνται σε κορυφαίους πολιτιστικούς οργανισμούς της χώρας και διοργανώσεις.
Συγκεκριμένα, η εκδήλωση, που διοργανώθηκε σε συνεργασία με το Σωματείο «Διάζωμα» –κίνηση πολιτών απ’ όλη την Ελλάδα που ενώνουν τις προσπάθειές τους για τη διάσωση και την προβολή της πολιτιστικής μας κληρονομιάς – φέρνει στο ίδιο τραπέζι τον Πέτρο Θέμελη, ομότιμο καθηγητή Κλασικής Αρχαιολογίας και αντιπρόεδρο του Σωματείου που μοιράζεται με το κοινό το δικό του «Όραμα για την αρχαία Μεσσήνη» (της οποίας έχει αναλάβει το έργο των ανασκαφών και των αναστηλώσεων εδώ και 30 περίπου χρόνια), τον Γιώργο Κουρουπό, συνθέτη και καλλιτεχνικό διευθυντή του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, ταμία του Σωματείου, που αναπτύσσει την πρότασή του για «Μια σύγχρονη εκδοχή Μουσικών Αγώνων στο πνεύμα των Πυθίων» στους Δελφούς, όπως επίσης τον Χρήστο Λάζο, συγγραφέα-μεταφραστή και μέλος του διοικητικού συμβουλίου του Σωματείου, που εκθέτει αναλυτικά το θέμα «Πώς μπορούν τα αρχαία θέατρα να ζουν ανάμεσά μας;» και τον Βασίλη Λαμπρινουδάκη, ομότιμο καθηγητή Κλασικής Αρχαιολογίας και γενικό γραμματέα του Σωματείου, ο οποίος ορμώμενος από τις ανασκαφές και τις εργασίες ανάδειξης που διεξάγει στο ιερό του Ασκληπιού στην Επίδαυρο, μιλά με θέμα «Ασκληπιείο Επιδαύρου: ένα διαχρονικό ταξίδι στην υγεία».
Τη συζήτηση συντονίζει ο πρόεδρος του Σωματείου «Διάζωμα», τοπογράφος-μηχανικός Σταύρος Μπένος.
Αποφασισμένοι να κάνουν πράξη την αγάπη τους για τα μνημεία και την πολιτιστική κληρονομιά, τα μέλη του Σωματείου «Διάζωμα» αναφέρονται σε επιμέρους περιπτώσεις αρχαίων μνημείων τα οποία αποκαθίστανται τα τελευταία χρόνια, με στόχο όχι απλώς την ανάκτηση της παλαιάς τους λαμπρότητας αλλά και την οργανική επανένταξή τους στη σύγχρονη ζωή. Μ’αυτό το σκεπτικό ο καθηγητής Πέτρος Θέμελης, αναφερόμενος στην αρχαία Μεσσήνη «ως πρότυπο αρχαίας δωρικής πόλης και πολύτιμο πολιτισμικό κεφάλαιο με αναπτυξιακές διαστάσεις συνδεόμενες με την «οικονομία της ευτυχίας», προτείνει, μεταξύ άλλων, την αυτονόμησή της και την εξασφάλιση της βιωσιμότητάς της χωρίς κρατικές επιχορηγήσεις, με ταυτόχρονη προσφορά της στην τοπική οικονομία -με την κατακόρυφη άνοδο της επισκεψιμότητας και τη χρήση των χώρων θέασης και ακρόασης. Αλλά και την καθιέρωσή της στην ελληνική και διεθνή κοινότητα ως χώρο καλλιτεχνικών εκδηλώσεων για νέους, χώρο εκπαίδευσης στην ανασκαφική τεχνική, τη συντήρηση και την αποκατάσταση των μνημείων (κινητών και ακίνητων) όπως επίσης χώρο φιλοξενίας εκθέσεων σύγχρονων έργων τέχνης και τοπικών μεσσηνιακών προϊόντων στο χώρο της αγοράς.
Για τη «γέννηση ενός θεσμού που να ταιριάζει με το χώρο του θεάτρου των Δελφών και να τιμά τη χώρα, έναν συνδυασμό διαγωνισμού και φεστιβάλ, μια σύγχρονη αντίληψη Αγώνων Μουσικής και Ποίησης με αντικείμενο την ενίσχυση, προβολή και βράβευση έργων που συνδυάζουν με αυθεντικό τρόπο την μουσική με την ποίηση και την λογοτεχνία (τραγούδι αλλά και σύγχρονες μορφές λυρικού θεάτρου)» μιλά ο συνθέτης και καλλιτεχνικός διευθυντής του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών Γιώργος Κουρουπός ενώ ο Χρήστος Λάζος κάνει λόγο για την ανάγκη συνεργασίας όλων των φορέων - κράτους, τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης, χορηγών, αλλά κυρίως των ίδιων των πολιτών – έτσι ώστε τα αρχαία θέατρα («ζωντανά κύτταρα, άλλοτε, αρμονικά ενταγμένα στην πολιτιστική, θρησκευτική και πολιτική ζωή της αρχαίας πόλης, και κενά κελύφη σήμερα») να ξαναζήσουν στους κόλπους της σύγχρονης πόλης και να υφάνουν τον ιστό που τα συνδέει με την οικονομία, την κοινωνία, την ανάπτυξη, τον τουρισμό, τον πολιτισμό, το περιβάλλον και την ποιότητα της ζωής.
Ο καθηγητής Βασίλης Λαμπρινουδάκης τέλος, στέκεται στην ιδιαίτερη πολιτιστική σημασία του θρησκευτικού κέντρου της Επιδαύρου, του ιερού του Απόλλωνος και του Ασκληπιού - το οποίο υπήρξε λίκνο της Ιατρικής - σημειώνοντας χαρακτηριστικά πως «η περιήγηση στις εγκαταστάσεις του, η ένταξη της επίσκεψης του θεάτρου –του οποίου άλλωστε η λειτουργία ήταν μέρος της θεραπευτικής διαδικασίας –είτε από τουρίστες ή και από το κοινό παρακολούθησης συγχρόνων παραστάσεων σ’ αυτή την περιήγηση, η ανάδειξη της σύνδεσής του ιερού θεραπευτικού κέντρου με την πόλη της Επιδαύρου αλλά και με το θεραπευτικό τοπίο της περιοχής και τα προϊόντα του, μπορούν να αποτελέσουν μια γοητευτική περιπλάνηση στην ιστορία της ιατρικής και στις ρίζες σημερινών της πρακτικών».
Ο Πέτρος Θέμελης (1936-2023), γιος του λογοτέχνη Γιώργου Θέμελη, γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1936. Ολοκλήρωσε τις βασικές σπουδές του στο Δημοτικό και το Γυμνάσιο του Πειραματικού Σχολείου του Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης. Πήρε πτυχίο Iστορίας και Aρχαιολογίας από τη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης και σε συνέχεια, το 1972, διδακτορικό δίπλωμα από το Aρχαιολογικό Iνστιτούτο του Πανεπιστημίου του Mονάχου με θέμα διατριβής “Frühgriechische Grabbauten” ("Πρώιμα Ελληνικά Ταφικά Μνημεία"), Zabern Verlag, Mainz 1976.
Μετά το πέρας της στρατιωτικής του θητείας προσελήφθη ως επιστημονικός βοηθός στην Aρχαιολογική Yπηρεσία του Nομού Θεσσαλονίκης και έλαβε μέρος σε ανασκαφές στη Δυτική Μακεδονία, κυρίως στην Πέλλα και το ανάκτορο της Bεργίνας ως επιστημονικός βοηθός των Εφόρων Αρχαιοτήτων Xαράλαμπου Mακαρόνα, Φώτη Πέτσα και Mανόλη Aνδρόνικου. Mεταξύ των ετών 1963 και 1980 υπηρέτησε ως Eπιμελητής και Έφορος Aρχαιοτήτων στις Aρχαιολογικές Περιφέρειες Hλείας-Μεσσηνίας, Αττικής, Εύβοιας, Φωκίδος-Λοκρίδος και Αιτωλοακαρνανίας, ενώ από το 1977 έως το 1980 διετέλεσε διευθυντής του Αρχαιολογικού Μουσείου των Δελφών. Πραγματοποίησε ανασκαφικές έρευνες σε όλες τις παραπάνω περιοχές όπου υπηρέτησε. Από το 1980 ως το 1984 ήταν προϊστάμενος της νεοσύστατης Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας και Σπηλαιολογίας για ολόκληρη την Ελλάδα με έδρα την Αθήνα.
Tο 1984 εξελέγη καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Κρήτης στο Ρέθυμνο, όπου και δίδαξε ως το 2003. Την τριετία 1987-1989 υπήρξε Αντιπρύτανης Ακαδημαϊκών Υποθέσεων του Πανεπιστημίου της Κρήτης και Πρόεδρος της Επιτροπής Ερευνών. Από το 1985 έως το 2003 διηύθυνε την Πανεπιστημιακή ανασκαφή στον Τομέα I της αρχαίας Ελεύθερνας στην Κρήτη. Tο 1986 η Εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία, όταν Γραμματέας της ήταν ο αείμνηστος Ακαδημαϊκός Γεώργιος Μυλωνάς, του ανέθεσε τη διεύθυνση των εργασιών της αρχαίας Μεσσήνης.
Ο Πέτρος Θέμελης είχε δημοσιεύσει δέκα μονογραφίες, διακόσιες πενήντα επιστημονικές πραγματείες, βιβλιοκρισίες, αρχαιολογικούς οδηγούς χώρων και μουσείων, εκθέσεις ανασκαφών, προλόγους εκδόσεων, άρθρα σε εγκυκλοπαίδειες και μεταφράσεις από τα Γερμανικά στα Ελληνικά. Επιφυλλίδες του με σχόλια για ποικίλα θέματα της επικαιρότητας δημοσιεύονταν τακτικά στον ημερήσιο αθηναϊκό και μεσσηνιακό τύπο, καθώς και σε άλλα έντυπα.
Ήταν μέλος επιστημονικών Εταιρειών της Ελλάδας και του Εξωτερικού και έτυχε πολλών τιμητικών διακρίσεων από Δήμους, Κοινότητες, Σχολεία και άλλα Ιδρύματα. Είναι επίτιμος δημότης Μεσσήνης, Ανδρούσας και Καλαμάτας, ισόβιος Εταίρος της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας, αντεπιστέλλον μέλος του Ινστιτούτου Αρχαιολογίας των Ηνωμένων Πολιτειών, μέλος της Εταιρείας Ευβοϊκών Μελετών, του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου, του Αυστριακού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου, της Eπιτροπής Συντήρησης Mνημείων Aκροπόλεως, του ICOM και ICOMOS, της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Επιστημών και Τεχνών με έδρα το Salzburg της Αυστρίας, πρόεδρος της Εταιρείας Μεσσηνιακών Αρχαιολογικών Σπουδών, αντιπρόεδρος του Ιδρύματος Γ. Ψαροπούλου Νεότερης Κεραμικής. Υπήρξε τακτικό μέλος του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου. Το 2005 τιμήθηκε με τον χρυσό Ταξιάρχη του Τάγματος του Φοίνικος από τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Στεφανόπουλο για το διδακτικό, επιστημονικό και ανασκαφικό έργο του. Επίσης, τιμήθηκε με δύο ευρωπαϊκά βραβεία (Europa Nostra), το 2006 στη Μαδρίτη και το 2011 στο Άμστερνταμ. Το 2016 τιμήθηκε με τον ανώτερο χρυσό Ταξιάρχη του Τάγματος του Φοίνικα από τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλο. Το ίδιο έτος ανακηρύχθηκε Επίτιμος Καθηγητής του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου.
Ο Βασίλειος Κ. Λαμπρινουδάκης είναι Ομότιμος Καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Αντεπιστέλλον μέλος της Académie des Inscriptions et Belles-Lettres των Παρισίων και της Akademie der Wissenschaften της Βιέννης. Μέλος του Δ.Σ. της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας, Γενικός Γραμματέας του Σωματείου για την ανάδειξη των αρχαίων θεάτρων ΔΙΑΖΩΜΑ και Επικεφαλής της Επιστημονικής ομάδας του Διεθνούς Δικτύου Αρχαίων Θεάτρων. Διευθύνει ανασκαφές και εργασίες ανάδειξης μνημείων στη Νάξο, την Επίδαυρο και την Παλαιομάνινα. Το δημοσιευμένο επιστημονικό του έργο αναφέρεται στην αρχαία ελληνική τέχνη, την αρχαία αρχιτεκτονική, την τοπογραφία της αρχαίας Ελλάδας, την επιγραφική, την αρχαία θρησκεία και λατρεία, τη θεωρία της αρχαιολογίας, καθώς και την Διαχείριση και Ανάδειξη Μνημείων. Τιμήθηκε με τον Ταξιάρχη του Τάγματος του Φοίνικος από τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας (2003) για την προβολή της ελληνικής αρχαιολογίας διεθνώς.
Είναι Πρόεδρος της Επιτροπής Συντήρησης Μνημείων Επιδαύρου του ΥΠΠΟ (από το 1984). Μέλος της Academia Europea και ισόβιο μέλος της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας, όπως επίσης τακτικό μέλος του Γερμανικού και του Αυστριακού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου. Έχει, μεταξύ άλλων, διατελέσει Πρόεδρος του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών (1986-1989, 1993-1995, 2003-2005), Πρόεδρος του Δ.Σ. του Ταμείου Διαχείρισης Πιστώσεων για την Εκτέλεση Αρχαιολογικών Έργων του ΥΠΠΟ (1998-2007), μέλος του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου (1981-2005) και μέλος του Δ.Σ. του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού (2006-2012). Είναι συνεκδότης του περιοδικού Αρχαιογνωσία, τόμων επιστημονικών συνεδρίων, τιμητικών επιστημονικών τόμων και Διεθνών Εγκυκλοπαιδικών Λεξικών (όπως του Lexikon Iconograpicum Mythologiae Classicae).
Ο Γιώργος Κουρουπός γεννήθηκε στην Αθήνα το 1942. Σπούδασε μουσική στο Ωδείο Αθηνών (1953-1965, δίπλωμα πιάνου) και μαθηματικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Στο διάστημα 1959-1968 συμμετείχε ως πιανίστας σε όλες τις ηχογραφήσεις και τις συναυλίες του Μάνου Χατζιδάκι. Την ίδια περίοδο έγραψε τις πρώτες του μουσικές για το θέατρο. Μετά την αποφοίτηση του από την μαθηματική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών έγραψε το έργο Αντιφωνίες σε κείμενα από τους ψαλμούς VI, XXII, XLVI του Δαβίδ. Εργάστηκε για έξι περίπου μήνες ως βοηθός του Γιάννη Χρήστου, ενώ την ίδια περίοδο έγραψε τη μουσική για τον Ρήσο του Ευριπίδη που ανέβηκε από το Εθνικό θέατρο στην Επίδαυρο, το καλοκαίρι του 1968. Αμέσως μετά έφυγε για το Παρίσι με υποτροφία της Γαλλικής κυβέρνησης.
Στη διάρκεια της τετράχρονης μελέτης του με τον Ολιβιέ Μεσσιάν στο Κονσερβατουάρ (1968-1972) αφομοίωσε τα τελευταία ρεύματα της σύγχρονης τεχνικής και έγραψε έργα με ιδιαίτερη έμφαση σε δύο θεματικούς άξονες: στο τραγούδι και στο αρχαίο ελληνικό δράμα. Σημαντικότερα έργα της περιόδου αυτής: Ελληνικό τραγούδι (Παρίσι, 1970) Αffrontement (Royan, 1972) και το μουσικό πολυθέαμα Ερμής και Προμηθεύς (Créteil 1972-1973).
Μετά την αποφοίτησή του εργάστηκε ως βοηθός καθηγητή στο Κονσερβατουάρ, ενώ από το 1972 μέχρι το 1976 ήταν υπεύθυνος μουσικών εκδηλώσεων του Πολιτιστικού κέντρου τού Παρισινού προαστίου Κρετέιγ. Δύο μουσικά θεάματα που παρουσιάστηκαν στο φεστιβάλ της Αβινιόν είναι τα βασικότερα έργα αυτής της περιόδου: Dieu le veut σε συνεργασία με τον J.M.Ribes και τον Γιάννη Κόκκο και Grisélidis σε συνεργασία με τον Antoine Vitez.
Το 1977 επέστρεψε στην Ελλάδα, όταν η σταδιοδρομία του στη Γαλλία βρισκόταν στο υψηλότερο σημείο της. Σημαντικότερα έργα του μετά το 1977: Η συνέλευση των ζώων (1981, κείμενο Π. Κοροβέση), Εισαγωγή στο Κιβώτιο του Άρη Αλεξάνδρου (1987), Σονάτα για βιολοντσέλο και πιάνο (1990), Ο Μικρός Ναυτίλος (1990, ποίηση Ο. Ελύτη), Πυλάδης (1991, όπερα σε συνεργασία με τους Γ. Χειμωνά και Δ. Φωτόπουλο), Οδύσσεια (συμφωνικό μπαλέτο σε χορογραφία J. Neumeier· βραβείο Benois de la Dance 1996 για τη μουσική), Στου πόθου το καμίνιν (1993, κυπριακή ποίηση 16ου αι.), Οι δραπέτες της σκακιέρας (1998, όπερα, λιμπρέτο Ε. Τριβιζά), Κοντσερτίνο για πιάνο και ορχήστρα (2000), Ιοκάστη (2002, λυρική τραγωδία, ποίηση Ι. Ηλιοπούλου), Το Μονόγραμμα (2004, σκηνική καντάτα, ποίηση Ο. Ελύτη), Το κίτρινο ποτάμι (2007, κινεζική ποίηση), Η σκηνή των θαυμάτων (2007, όπερα δωματίου, κείμενο Μ. Θερβάντες), Lamento – concerto grosso (2013, για ορχήστρα με όργανα εποχής), Φωνή Δρυός (2016, τελετουργικό δράμα), Επτά αθάνατες αρετές (2018, αφιέρωμα στον Δ. Μητρόπουλο, έργο για συμφωνική ορχήστρα) κ.ά.
Έχει βραβευτεί με το βραβείο Νίκος Καζαντζάκης (1984) και το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών (2015) για τη μουσική του προσφορά. Το 2017 τιμήθηκε με τον τίτλο Chevalier de la Légion d’Honneur της Γαλλικής Δημοκρατίας. Έχει χρηματίσει υπεύθυνος μουσικών εκδηλώσεων του Πολιτιστικού Κέντρου Créteil, αναπληρωτής διευθυντής του Τρίτου προγράμματος της ΕΡΤ, επί διευθύνσεως Μ. Χατζιδάκι και διευθυντής του μουσικού τομέα της Δημοτικής πολιτιστικής επιχείρησης Καλαμάτας. Διετέλεσε πρόεδρος της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, καλλιτεχνικός διευθυντής της Ορχήστρας των Χρωμάτων και του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών. Είναι ομότιμος καθηγητής του Ιονίου Πανεπιστημίου. Πρόσφατα κυκλοφόρησαν σε CD δύο έργα του σε ποίηση Ο. Ελύτη: Το Μονόγραμμα και Ο κόσμος ο μικρός, ο μέγας!
Ο Χρήστος Λάζος γεννήθηκε στο Βέλο Κορινθίας. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο της Ναντέρ. Έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στις πολιτικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Παρίσι 1 (Σορβόννη).
Εργάστηκε στο Υπουργείο Πολιτισμού (Υπηρεσίες Νέας Γενιάς και Αθλητισμού), ως προϊστάμενος της Διεύθυνσης Πολιτιστικών Δραστηριοτήτων και Ελεύθερου Χρόνου των Νέων (1982-1986), στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (1986-1988) και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις Βρυξέλλες (1991-1999) ως στέλεχος της Γενικής Διεύθυνσης ΧΧΙΙ "Εκπαίδευση, Κατάρτιση και Νεότητα" της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (υπεύθυνος για τα προγράμματα Socrates και Comenius). Δίδαξε φιλοσοφία της τέχνης, μεταξύ 1998-1999, στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών.
Ήταν διευθυντής του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου (2000-2004). Στο πλαίσιο της θητείας του, ανέλαβε την υλοποίηση του έργου της παρουσίας της Ελλάδας, ως τιμώμενης χώρας, στη Διεθνή Έκθεση Βιβλίου της Φρανκφούρτης το 2001 και εισήγαγε μια σειρά από καινοτομίες, όπως η ίδρυση του Ε.ΚΕ.ΜΕ.Λ. (Ευρωπαϊκό Κέντρο Μετάφρασης - Λογοτεχνία και Επιστήμες του Ανθρώπου), η ενσωμάτωση της βάσης δεδομένων της εταιρείας "Βιβλιονέτ ΑΕ" στις υπηρεσίες του ΕΚΕΒΙ, η διοργάνωση της 1ης Διεθνούς Έκθεσης Βιβλίου Θεσσαλονίκης και η εφαρμογή Προγράμματος Ενίσχυσης των Εκδόσεων στις Επιστήμες του Ανθρώπου. Το 2003, εξελέγη στη θέση του Γραμματέα της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών (ΑΣΚΤ), όπου εργάστηκε από το 2004 έως το 2007.
Είναι Ιδρυτικό μέλος και μέλος του ΔΣ του Σωματείου ΔΙΑΖΩΜΑ, υπεύθυνος της σειράς «Αρχαία θέατρα» (2008-2016).
Έχει γράψει τα βιβλία «Μεταξύ» (Άγρα, 1988), «Τόποι και νόστος. Η ζωγραφική του Χρόνη Μπότσογλου» (Εστία, 2018) και «Το χέρι της Κλεοπάτρας» (Γαβριηλίδης, υπό έκδοση). Έχει μεταφράσει στα ελληνικά λογοτεχνικά και φιλοσοφικά κείμενα (από τα γαλλικά: «Παρασκευάς ή στις Μονές του Ειρηνικού» του Μισέλ Τουρνιέ, Εκδ. Εξάντας, 1986, «Πλάτωνος φαρμακεία» του Ζακ Ντεριντά, Εκδ. Άγρα, 1990, «Η τελευταία λέξη του ρατσισμού» του Ζακ Ντεριντά, Εκδ. Άγρα, 1992 και από τα γερμανικά: «Του κανενός το ρόδο» του Πάουλ Τσέλαν, Εκδ. Άγρα, 1995). Έχει δημοσιεύσει άρθρα και δοκίμια για θέματα πολιτισμού, γλώσσας και λογοτεχνίας και έχει συμμετάσχει, με εισαγωγές ή κείμενά του, σε εκδόσεις τέχνης.
Ο Σταύρος Μπένος γεννήθηκε στην Καλαμάτα το 1947 και είναι τοπογράφος-μηχανικός. Υπηρέτησε το δημόσιο βίο της χώρας ως: Δήμαρχος Καλαμάτας (1979-1990), Βουλευτής (Μεσσηνίας 1990-2004, Β΄ Αθήνας 2004-2007), Υφυπουργός Πολιτισμού στην τελευταία κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου και Υπουργός Πολιτισμού, Υπουργός Αιγαίου και Υφυπουργός Δημόσιας Διοίκησης στις κυβερνήσεις Κώστα Σημίτη. Οι σημαντικότεροι σταθμοί στη διαδρομή του στη δημόσια σφαίρα είναι: α) η ανασυγκρότηση της Καλαμάτας μετά τους καταστρεπτικούς σεισμούς του Σεπτεμβρίου του 1986 που βραβεύθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Πολεοδόμων (πρότυπη και ανθρωποκεντρική πολεοδομική ανάταξη της Καλαμάτας) και από την Europa Nostra (Διάσωση και ανάδειξη των μνημείων της πόλης), β) η ίδρυση και λειτουργία των Κέντρων Εξυπηρέτησης Πολιτών (Κ.Ε.Π.) και γ) η ίδρυση και λειτουργία του σωματείου «ΔΙΑΖΩΜΑ».