Χατζηνικολάου Γιάννης
Γλώσσα
Ελληνική
Ημερομηνία
16/01/2016
Διάρκεια
00:26:13
Εκδήλωση
Ε΄ Συνέδριο Ιστορίας της Τέχνης: Ζητήματα ιστορίας, μεθοδολογίας, ιστοριογραφίας
Χώρος
Μουσείο Μπενάκη (κτήριο οδού Πειραιώς)
Διοργάνωση
Εταιρεία Ελλήνων Ιστορικών Τέχνης (Ε.Ε.Ι.Τ)
Μουσείο Μπενάκη
Κατηγορία
Τέχνες / Πολιτισμός
Ετικέτες
Claudius Civilis, Ρέμπραντ, Aby Warburg, Ινστιτούτο Warburg, Λονδίνο, Άμστερνταμ, Αμβούργο, κριτική εικονολογία
H ανακοίνωση αυτή έγινε στο πλαίσιο του Ε΄ Συνεδρίου Ιστορίας της Τέχνης με γενικό τίτλο «Ζητήματα ιστορίας, μεθοδολογίας, ιστοριογραφίας», που διοργάνωσαν η Εταιρεία Ελλήνων Ιστορικών Τέχνης (Ε.Ε.Ι.Τ.) σε συνεργασία με το Μουσείο Μπενάκη από τις 15 έως τις 17 Ιανουαρίου 2016.
Ο Claudius Civilis του Aby Warburg
Σημείωμα του ομιλητή
Στο πλαίσιο μιας ή περισσότερων ιστοριών της ιστορίας της τέχνης χρησιμοποιούνται σε θεωρητικό και μεθοδολογικό επίπεδο εικόνες που διαμορφώνουν επιστημονικά παραδείγματα. Τα εικαστικά έργα στη θεωρία και στην ιστορία της τέχνης μερικές φορές αγνοούνται, σαν να έπαιζε μόνον η γλώσσα κάποιο ρόλο στη δημιουργία θεωρίας και το έργο τέχνης να αφορά αποκλειστικά την χειρωνακτική διάσταση. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι ο Claudius Civilis του Aby Warburg. Έμβλημα της KBW (Kunstwissenschaftliche Bibliothek Warburg) στο Αμβούργο δεν ήταν μόνο η έννοια «ΜΝΗΜΟΣΥΝΗ» που ήταν και παραμένει γραμμένη στην είσοδο της βιβλιοθήκης, αλλά και το αντίγραφο του γνωστού έργου του Ρέμπραντ Claudius Civilis (1661) που προοριζόταν για το δημαρχείο του Άμστερνταμ. Το αντίγραφο, που σήμερα βρίσκεται στο Ινστιτούτο Warburg του Λονδίνου, ήταν για τον ίδιο τον Warburg ένα έργο συμπτωματικό που αποκαλύπτει τον ρόλο της μνήμης και της ιστορίας καθώς και τις διαφορετικές επιστρώσεις που αυτό δέχεται κατά την παραγωγική του λειτουργία στο εκάστοτε παρόν. Το παρόν που μας απασχολεί είναι το 1926 όταν ο Warburg έδωσε την ομιλία του Η ιταλική αρχαιότητα την εποχή του Ρέμπραντ, η οποία δημοσιεύτηκε πρόσφατα (2012).
Η πρόσληψη σε συνδυασμό με την ερευνητική ενασχόληση με ένα έργο όπως ο Civilis είναι άμεσα συνδεδεμένη με τον τρόπο σκέψης του ιστορικού τέχνης ή, καλύτερα, του «ιστορικού της εικόνας» (Bildhistoriker) όπως αυτοχαρακτηρίζονταν ο Warburg.
Στην περίπτωση του Civilis δημιουργείται ένα τρίγωνο μνήμης ανάμεσα στην ιστορία του Τάκιτου από την αρχαιότητα, το Άμστερνταμ του 17ου αιώνα και το Αμβούργο της δεκαετίας του ΄20. Η παρέμβαση του Warburg στην τοπική πολιτική του Αμβούργου (εκείνη την εποχή έγραφε ένα άρθρο για τα έργα του δημαρχείου της πόλης) αλλά και σχέση του με την υποδοχή μιας συγκεκριμένης, γερμανικής, ιστορίας της τέχνης ως προς τον Ρέμπραντ (Ο «γερμανός» Ρέμπραντ από την μία, ο Ρέμπραντ του Neumann και του Degener από την άλλη) δείχνουν τον ρόλο που έπαιζε το συγκεκριμένο έργο ως ατμομηχανή της σκέψης του. Όπως ο Civilis εκφράζει ή, καλύτερα, αγνοεί τις νέες απαιτήσεις της ολλανδικής κοινωνίας του 17ου ως προς το γούστο, έτσι, μέσω του αντίγραφου του πίνακα του Ρέμπραντ, ο Warburg χρησιμοποιεί τον Ολλανδό ζωγράφο για να φωτίσει τις νέες τάσεις της γερμανικής κοινωνίας του μεσοπολέμου, για να καταλάβει την Neue Sachlichkeit του Ρέμπραντ, όπως την αποκαλεί. Η Νέα Αντικειμενικότητα αντικατοπτρίζεται στην ίδια τη μορφή του αντιγράφου που κινητοποιεί το ενδιαφέρον του Warburg.
Το μοντάζ της μνήμης δεν μπορεί να γίνει απτό χωρίς την θεματοποίηση του ρόλου του σινεμά και της φωτογραφίας, των νέων media του Warburg. Ο Civilis έπαιζε ως φωτομηχανική αναπαραγωγή ένα βασικό ρόλο στο τελευταίο και μη-ολοκληρωμένο σχέδιό του, τον Άτλαντα της Μνημοσύνης.
Ο Civilis του Warburg λειτουργεί έτσι ως Έμβλημα της κριτικής εικονολογίας.
Ο Γιάννης Χατζηνικολάου, σπούδασε Ιστορία της τέχνης, Ινδική ιστορία της τέχνης και Ιστορία στο Βερολίνο και στο Άμστερνταμ (Magister Artium 2010). Yποστήριξε τη διδακτορική του διατριβή στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου (Freie Universität Berlin) το 2014 με θέμα Denkende Körper - Formende Hände. “Handeling“ in der Kunst und Kunsttheorie der Rembrandtisten, που δημοσιεύτηκε από τον De Gruyter, το 2016 (η αγγλική μετάφραση θα κυκλοφορήσει από τον Brill στη σειρά «Netherlandish Art and Cultural History”, το 2019).
Υπότροφος του ”Kolleg-Forschergruppe Bildakt und Verkörperung“ καθώς και του Exzellenzcluster “Bild Wissen Gestaltung“ στο Πανεπιστήμιο Humboldt του Βερολίνου (2011-2014). Από τον Ιούλιο του 2014 μέχρι τον Αύγουστο του 2017, επιστημονικός συνεργάτης στο πρόγραμμα “Symbolische Artikulation. Sprache und Bild zwischen Handlung und Schema“, στο Ινστιτούτο ιστορίας της τέχνης του Πανεπιστημίου Humboldt. Δίδαξε στα πανεπιστήμια του Αμβούργου (2015, 2016) και της Βασιλείας (2017). Από τον Σεπτέμβριο του 2017, μέχρι τον Οκτώβριο 2018, Research Fellow in the Humanities, Πανεπιστήμιο Νέας Υόρκης, Abu Dhabi. Από τον Ιούνιο του 2017, κύριος υπεύθυνος του επιστημονικού δικτύου «Συναγωνισμός στις εικαστικές τέχνες», που χρηματοδοτείται από τo Κρατικό Γερμανικό Ερευνητικό Ίδρυμα (Deutsche Forschunggemeinschaft).
Από τον Νοέμβριο του 2018, επιστημονικός συνεργάτης στο Warburg Haus και στο Ινστιτούτο ιστορίας της τέχνης του Πανεπιστημίου του Αμβούργου. Εργάζεται στα πλαίσια του επιστημονικού δικτύου “Bilderfahrzeuge. Aby Warburg and the Future of Iconology“ με θέμα την πολιτική εικονολογία της ιερακοτροφίας.