Σημίτης Κώστας
Ζέπος Ιωάννης - Αλέξιος
Γλώσσα
Ελληνική
Ημερομηνία
16/03/2017
Διάρκεια
68:05
Εκδήλωση
Εκδηλώσεις της Κίνησης Πολιτών για μια Ανοικτή Κοινωνία
Χώρος
Μέγαρο Μουσικής Αθηνών - Πνευματικό Κέντρο Δήμου Αθηναίων - Αίγλη Ζαππείου - Διαδικτυακές εκδηλώσεις
Διοργάνωση
ΚΙΝΗΣΗ ΠΟΛΙΤΩΝ για μια Ανοικτή Κοινωνία
Κατηγορία
Πολιτική, Διεθνείς Σχέσεις
Ετικέτες
Ελλάδα, Ευρωπαϊκή Ένωση, ευρωζώνη, οικονομική κρίση, ελληνική οικονομία, καταθέσεις, επενδύσεις, Grexit, διεθνές περιβάλλον, εκσυγχρονισμός
«Ο φόβος ενός Grexit πλανάται στην κοινωνία. Μέσα σ’ ενάμιση μήνα οι καταθέσεις μειώθηκαν κατά 2.7 δισ. Οι επενδύσεις έχουν περιοριστεί δραστικά, ενώ το επιτόκιο - που θα πλήρωνε η Ελλάδα αν δανειζόταν απ’ τις αγορές - συνεχώς αυξάνεται. Όλα αυτά δείχνουν ανησυχία και αβεβαιότητα», τόνισε, μεταξύ άλλων, ο πρώην Πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης, μιλώντας σε εκδήλωση που διοργάνωσε η “Κίνηση Πολιτών για μια Ανοικτή Κοινωνία”. Η εκδήλωση, την οποία προλόγισε ο Πρόεδρος της “Κίνησης Πολιτών”, Πρέσβης ε.τ., Ιωάννης - Αλέξιος Ζέπος, έγινε στον Πολυχώρο του Συλλόγου των Φίλων της Μουσικής, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών.
Στην ομιλία του ο Κώστας Σημίτης αναφέρθηκε στις προσεχείς εκλογικές αναμετρήσεις σε σημαντικές χώρες της Ευρώπης, οι οποίες φορτίζουν αρνητικά το διεθνές περιβάλλον, και υπογράμμισε πως δεν είναι σωστή η αντίληψη ότι λόγω της αστάθειας της Eυρωζώνης, μια σκληρή ελληνική στάση θα αναγκάσει τους εταίρους μας να υποχωρήσουν. «Υποχώρηση στην έκταση που επιθυμεί η Αθήνα δεν πρόκειται να υπάρξει, διότι τα κόμματα δεν θέλουν να διακινδυνεύσουν την απήχησή τους στο εκλογικό σώμα», επεσήμανε.
Ο πρώην Πρωθυπουργός αναφέρθηκε επίσης στο «πλέγμα που έχει δημιουργηθεί από τη χρόνια συμπόρευση των χωρών της Ε.Ε. το οποίο αποτελεί μια τεράστια επένδυση, που κανένα μέλος της δεν μπορεί να θυσιάσει χωρίς σημαντικό κόστος για το ίδιο» και υπογράμμισε την ανάγκη συνεχούς ενημέρωσης «και διεύρυνσης των γνώσεων των πολιτών στις εξελίξεις». Αναφέρθηκε ακόμα στις ευρωπαϊκές διαβουλεύσεις, υπογραμμίζοντας ότι η εξέλιξη της ενοποιητικής πορείας «δεν θα πρέπει να γίνει με διαδικασίες εκτός Συνθήκης, που θα ανοίξουν τη δυνατότητα αυθαίρετου αποκλεισμού ορισμένων κρατών-μελών. Η Ευρωζώνη έχει μέλλον» τόνισε «και η ενοποίηση θα πραγματοποιείται βαθμιαία. Με άλλα λόγια, το κοινό δίκτυο που θα καλύπτει το σύνολο της Ε.Ε, θα έχει διαφορετική πυκνότητα κατά θέματα».
Τέλος, αφού υπογράμμισε πως είναι ανάγκη να υπάρξει ένα αναπτυξιακό σχέδιο με επίκεντρο τις επενδύσεις, για την αντιμετώπιση της κρίσης, υποστήριξε με έμφαση ότι «στα χρόνια που έρχονται, πρέπει να κάνουμε μια μεγάλη προσπάθεια σταθεροποίησης της οικονομίας κι εκσυγχρονισμού της χώρας. Και προϋπόθεση επιτυχίας είναι η συνεχής προσαρμογή στις νέες συνθήκες του περιβάλλοντός μας».
Ο Κώστας Σημίτης γεννήθηκε στον Πειραιά στις 23 Ιουνίου 1936.
Σπούδασε νομικά και οικονομικά στη Γερμανία και στην Αγγλία, όπου γνώρισε τη σύζυγο του Δάφνη Σημίτη, το γένος Αρκαδίου, με την οποία απέκτησε δύο κόρες, τη Φιόνα και τη Μαριλένα.
Ξεκίνησε την ακαδημαϊκή του σταδιοδρομία ως διδάκτωρ της Νομικής στο Πανεπιστήμιο του Μάρμπουργκ το 1959. Από το 1971 έως το 1975 δίδαξε ως υφηγητής στο Πανεπιστήμιο της Κωνσταντίας και συνέχισε ως τακτικός καθηγητής του Αστικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο του Γκίσεν. Το 1977 εξελέγη τακτικός καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Πρωτοστάτησε το 1965 στην ίδρυση του Ομίλου Πολιτικής Έρευνας «Αλέξανδρος Παπαναστασίου». Ο «Όμιλος Παπαναστασίου», είχε ως στόχο τη συστηματική μελέτη των σημαντικότερων προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας και την ανάληψη πρωτοβουλιών για την αντιμετώπισή τους. Το 1967, ο όμιλος μετεξελίχθηκε στην αντιδικτατορική οργάνωση «Δημοκρατική Άμυνα».
Συμμετείχε ενεργά στον αντιδικτατορικό αγώνα (1967-1974). Το 1969 διέφυγε στο εξωτερικό. Καταδικάσθηκε ερήμην σε φυλάκιση. Σε αντίποινα συνελήφθη η σύζυγός του και κρατήθηκε για δυο μήνες σε απομόνωση. Το 1970 στη Γερμανία έγινε μέλος του ΠΑΚ (Πανελλήνιο Απελευθερωτικό Κίνημα) και το 1974 ιδρυτικό μέλος του ΠΑΣΟΚ, συμβάλλοντας καθοριστικά και στην διατύπωση της «Διακήρυξης της 3ης Σεπτέμβρη». Συμμετείχε στο πρώτο Εκτελεστικό Γραφείο και στην πρώτη Κεντρική Επιτροπή του ΠΑΣΟΚ.
Αμέσως μετά την εκλογική νίκη του ΠΑΣΟΚ, τον Οκτώβριο του 1981, ανέλαβε στην πρώτη κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου το Υπουργείο Γεωργίας. Διετέλεσε Υπουργός Γεωργίας μέχρι το 1985. Εξασφάλισε την επιτυχή ένταξη της ελληνικής γεωργίας στην Κοινή Αγροτική Πολιτική της ΕΟΚ, καθώς και τον πολλαπλασιασμό των κοινοτικών ενισχύσεων. Το 1985 ανέλαβε το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, όπου παρέμεινε μέχρι τον Νοέμβριο του 1987 εφαρμόζοντας το πρώτο πρόγραμμα σταθεροποίησης με αποτέλεσμα τον δραστικό περιορισμό των μακροοικονομικών ανισορροπιών. Το Νοέμβριο του 1987 διαφώνησε με την χαλάρωση των μέτρων ανόρθωσης της οικονομίας και παραιτήθηκε. Διετέλεσε για μικρό διάστημα Υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων κατά τη διάρκεια της Οικουμενικής Κυβέρνησης, του καθηγητή Ξενοφώντα Ζολώτα (Νοέμβριος 1989-Φεβρουάριος 1990). Από το 1993 ως το 1995 ήταν Υπουργός Βιομηχανίας, Ενέργειας, Έρευνας και Τεχνολογίας καθώς και Υπουργός Εμπορίου ταυτόχρονα. Κατά το διάστημα αυτό έθεσε το πλαίσιο μιας μακροχρόνιας πολιτικής ανάπτυξης της Ελληνικής Οικονομίας.
Το 1996 ανέλαβε Πρωθυπουργός και Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ. Στο 5ο Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ το Μάρτιο του 1999 επανεκλέχθηκε Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ. Στις Κοινοβουλευτικές Εκλογές της 9ης Απριλίου 2000 επανεκλέχθηκε Πρωθυπουργός, με αύξηση του ποσοστού του ΠΑΣΟΚ και στο 6ο Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ που ακολούθησε, τον Οκτώβριο του 2001, εκλέχθηκε για τρίτη φορά Πρόεδρος του Κινήματος.
Στις 7 Ιανουαρίου 2004, με στόχο την ομαλή πολιτική διαδοχή, ανακοίνωσε την παραίτησή του από την Προεδρία του ΠΑΣΟΚ, παραμένοντας όμως Πρωθυπουργός μέχρι τη λήξη και της δεύτερης θητείας του και τη διενέργεια των κοινοβουλευτικών εκλογών στις 7 Μαρτίου 2004, συμπληρώνοντας οκτώ συνεχή χρόνια πρωθυπουργίας.
Εκλέγεται βουλευτής της Α' εκλογικής περιφέρειας Πειραιά, συνεχώς από το 1985. Μετά τις Κοινοβουλευτικές εκλογές της 7ης Μαρτίου 2004, μετέχει σε διεθνή fora και οργανώσεις όπως στην Action Committee on European Democracy (ACED), στην Clinton Global Initiative, στο Interaction Council.
Κατά την περίοδο που ακολούθησε την αποχώρησή του από το Υπ. Εθν. Οικονομίας το 1987, ο Κώστας Σημίτης προσδιόρισε το στίγμα της συνολικής πολιτικής του σκέψης με τη δημοσίευση άρθρων και μελετών. Με την ίδρυση του «Ομίλου Προβληματισμού για τον Εκσυγχρονισμό της Κοινωνίας» (ΟΠΕΚ), δημιούργησε ένα βήμα για τη συζήτηση των θεμάτων του εκσυγχρονισμού.
Επί πρωθυπουργίας του επεδίωξε τον εκσυγχρονισμό της ελληνικής κοινωνίας, ιδιαίτερα για τη σταθεροποίηση και την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας καθώς και την ενδυνάμωση της θέσης της Ελλάδας στην Ευρώπη και στον διεθνή περίγυρο της.
H Ελλάδα εντάχθηκε το 2000 με την πολιτική αυτή στην Οικονομική Νομισματική Ένωση, επιτυγχάνοντας έναν στρατηγικής σημασίας εθνικό στόχο. Μετά την αντικατάσταση της δραχμής από το ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα, ακολούθησε η επιτάχυνση των πολιτικών για την πραγματική και κοινωνική σύγκλιση.
Έγινε πράξη η ισόρροπη περιφερειακή ανάπτυξη με την εκτέλεση εκατοντάδων μικρών και μεγάλων έργων υποδομής σε όλη την ελληνική επικράτεια, στο πλαίσιο ενός από τα μεγαλύτερα αναπτυξιακά προγράμματα στην ιστορία της χώρας. Ανάμεσα σε αυτά ξεχωρίζουν το αεροδρόμιο Ελ. Βενιζέλος, η Αττική Οδός, η Γέφυρα Ρίου Αντιρρίου, το Μετρό της Αθήνας, η Εγνατία Οδός. Ανάλογου μεγέθους ήταν και το πρόγραμμα εκσυγχρονισμού του κοινωνικού κράτους που εφαρμόστηκε με έμφαση στην ανάπτυξη των υποδομών υγείας και πρόνοιας, ιδίως με την κατασκευή δεκάδων νοσοκομείων σε όλη τη χώρα.
Στην πορεία προς τον εκσυγχρονισμό, σημαντικός σταθμός ήταν η αναθεώρηση του Συντάγματος το 2001, η δημιουργία ανεξάρτητων διοικητικών αρχών, ο εκσυγχρονισμός της δημόσιας διοίκησης, το Πρόγραμμα Καποδιστρίας και η αποκέντρωση της κεντρικής εξουσίας, η εξάρθρωση της Οργάνωσης «17 Νοέμβρη», οι νέες ρυθμίσεις για τις ταυτότητες, οι υποδομές στον πολιτισμό.
Παράλληλα, προετοιμάστηκε η χώρα για την άρτια διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 στην Αθήνα.
Κατά τη διάρκεια της πρωθυπουργίας του η Ελλάδα ενίσχυσε τη θέση της στα κέντρα λήψης αποφάσεων στην Ευρώπη, ιδιαίτερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στο ΝΑΤΟ. Σχεδιάστηκε και ολοκληρώθηκε η ενταξιακή πορεία της Κύπρου. Επιτεύχθηκε η βαλκανική συνεργασία. Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις εισήλθαν για πρώτη φορά σε μια περίοδο συνεννόησης με προοπτική την επίλυση του προβλήματος της υφαλοκρηπίδας σύμφωνα με τις αποφάσεις της Συνόδου Κορυφής του Ελσίνκι.
Ως Πρωθυπουργός, προήδρευσε του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου κατά το α΄ εξάμηνο του 2003. Κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Προεδρίας, στις 14 Απριλίου 2003 στη στοά του Αττάλου στην Αθήνα, συνετελέσθη η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση των δέκα νέων μελών, μεταξύ των οποίων και η Κύπρος. Παράλληλα, ολοκληρώθηκαν οι διαδικασίες για το σχέδιο του Ευρωπαϊκού Συντάγματος. Προωθήθηκε η στρατηγική της Λισσαβόνας για την ανάπτυξη και την απασχόληση. Κατέστη εφικτή μια ενιαία στάση των κρατών - μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην κρίση που προέκυψε με τον πόλεμο στο Ιράκ.
Μετά το πέρας της πρωθυπουργικής θητείας και ως μέλος του Ελληνικού Κοινοβουλίου συνεχίζει να παρεμβαίνει στην δημόσια ζωή με ομιλίες και αρθογραφία υπηρετώντας τον πάγιο στόχο του την ισχυρή Ελλάδα, την ισχυρή κοινωνία, τον εκσυγχρονισμό και τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό τους.
Ο Κώστας Σημίτης μιλά Αγγλικά, Γαλλικά και Γερμανικά.
Στο συγγραφικό έργο και το δημόσιο λόγο του Κώστα Σημίτη περιλαμβάνονται κείμενα και βιβλία πολιτικού και επιστημονικού περιεχομένου.
Ο Ιωάννης-Αλέξιος Ζέπος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1946. Είναι απόφοιτος του Τμήματος Νομικής της Σχολής Νομικών και Οικονομικών Επιστημών του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Το Νοέμβριο 1974 εισήχθη στη Διπλωματική Υπηρεσία και υπηρέτησε αρχικά ως Ακόλουθος Πρεσβείας στη Διεύθυνση Πολιτικών Υποθέσεων Δυτικής Ευρώπης και το 1975 στο Διπλωματικό Γραφείο του Προέδρου της Δημοκρατίας. Κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του έχει υπηρετήσει στην Κεντρική Υπηρεσία στη Διεύθυνση Βαλκανικών Υποθέσεων, στη Διεύθυνση Πολιτικών Υποθέσεων Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης και στη Διεύθυνση Πολιτικών Υποθέσεων ΕΣΣΔ, ενώ έχει διατελέσει Διευθυντής του Διπλωματικού Γραφείου του Υπουργού Εξωτερικών (2002-2004). Στην Εξωτερική Υπηρεσία έχει τοποθετηθεί σε σειρά Αρχών: στη Λισσαβώνα ως Γραμματέας Πρεσβείας (1976-1980), στο Κάιρο ως Γενικός Πρόξενος της Ελλάδας (1982-1987), στη Μαδρίτη ως Σύμβουλος Πρεσβείας (1987-1990), στο Σικάγο ως Γενικός Πρόξενος (1992-1995), στις Βρυξέλλες ως Αναπληρωτής Μόνιμος Αντιπρόσωπος της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ (1995-1997), στο Νέο Δελχί ως Πρέσβης της Ελλάδας στην Ινδία -με παράλληλη διαπίστευση στο Νεπάλ, στο Μπαγκλαντές, στη Σρι Λάνκα και στις Μαλδίβες (1997-2002), στις Βρυξέλλες ως Μόνιμος Αντιπρόσωπος της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ (2004-2007), στο Κάιρο ως Πρέσβης της Ελλάδας στην Αίγυπτο (2007-2009). Επίσης, το 2009 κατέστη μέλος της «Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων» για τη σύνταξη του νέου Αμυντικού Δόγματος της Βόρειο-Ατλαντικής Συμμαχίας (ΝΑΤΟ). Διετέλεσε Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Εξωτερικών το διάστημα 2009-2012. Έχει τιμηθεί με το Μεγαλόσταυρο του Τάγματος του Φοίνικα κι έχει λάβει ανάλογες τιμητικές διακρίσεις από την Κυπριακή Δημοκρατία, την Πορτογαλία, την Ιταλία, την Αίγυπτο, την Ισπανία, τη Γαλλία, την Ολλανδία και το Πατριαρχείο Αλεξάνδρειας και πάσης Αφρικής. Έχει διατελέσει μέλος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών από το 1968 έως το 1974. Μιλά αγγλικά, γαλλικά, πορτογαλικά και ισπανικά.
Είναι Πρόεδρος της Κίνησης Πολιτών για μία Ανοικτή Κοινωνία.