Ματθαίου Σοφία
Τζουρμανά Γιάννα
Βόγλη Ελπίδα
Τζεδόπουλος Γιώργος
Λυμπεράτος Ανδρέας
Λούβη Λίνα
Γλώσσα
Ελληνική
Ημερομηνία
05/02/2021
Διάρκεια
02:23:04
Εκδήλωση
Εθνικά Κινήματα και Φιλελληνισμός
Χώρος
Διαδικτυακό συνέδριο
Διοργάνωση
Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών – Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών
Πρωτοβουλία 1821-2021
Κατηγορία
Ιστορία, Διεθνείς Σχέσεις
Ετικέτες
εθνικό κίνημα, φιλελληνισμός, 1821, Ελληνική Επανάσταση, 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση, ανεξαρτησία, εταιρισμός, φιλελευθερισμός, εταιρεία, δημόσιος λόγος, ελληνική διπλωματία, έθνος-κράτος, Μεγάλες Δυνάμεις, Benjamin Mary, ρομαντισμός, ακτιβισμός, Βέλγιο, Μεγάλη Βρετανία, βρετανική πολιτική, Βαλκάνια, Σερβία, Μίλος Ομπρένοβιτς
Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 συμβαίνει σε μια περιοχή που συνταράσσεται από την ανάδυση των εθνικών κινημάτων του 19ου αιώνα. Στη γειτονική Ιταλία, αλλά και στη Βουλγαρία, τη Σερβία, τη Μολδαβία, τη Βλαχία, τη Βοσνία και άλλες περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας την περίοδο αυτή υπάρχει αναταραχή που σχετίζεται με εγγενή ζητήματα της οθωμανικής διοίκησης, με τα σκιρτήματα των εθνικής αυτοδιάθεσης των λαών των περιοχών αυτών, αλλά και με τον ενθουσιασμό που δημιουργεί η Ελληνική Επανάσταση. Παράλληλα, η Επανάσταση του 1821 πυροδότησε ένα ρωμαλέο κύμα υποστήριξης υπέρ των αγωνιζόμενων Ελλήνων στην Ευρώπη και την Αμερική. Η συμπαράσταση εκφράστηκε ποικιλοτρόπως με την επίσκεψη στην Ελλάδα, με τη συμμετοχή στον Αγώνα, με την οικονομική ενίσχυση, με τη συγκρότηση φιλελληνικών επιτροπών, με την αρθρογραφία στον τύπο, με την έκδοση πολιτικών και λογοτεχνικών εντύπων, παραγωγή καλλιτεχνικών έργων εμπνευσμένων από το 1821 (εικαστικές τέχνες, μουσική, όπερα). Προβληματισμοί γύρω από τα παραπάνω ζητήματα αποτελούν ερεθίσματα μιας ευρείας, με διεπιστημονικό χαρακτήρα, συζήτησης για τα Εθνικά Κινήματα και τον Φιλελληνισμό, η οποία αναπτύχθηκε στο πλαίσιο ενός ανοικτού διεθνούς διαδικτυακού συνεδρίου που οργάνωσε το ΙΙΕ/ΕΙΕ στο πλαίσιο των εκδηλώσεων μνήμης και τιμής για την Επανάσταση του 1821.
Στο πλαίσιο της τρίτης συνεδρίας πραγματοποιήθηκαν οι ομιλίες:
Εταιρισμός και φιλελευθερισμός την Εποχή των Επαναστάσεων
Γιάννα Τζουρμανά
Όταν ο Χόμπχαουζ έγραφε στον Μπάυρον για ένα μεγάλο δημόσιο δείπνο [Great Public Dinner] προς τιμήν των Ελλήνων και των Ισπανών επαναστατών προσέφερε μαρτυρία για τη δημοσιότητα και την ισχύ που, τελικά, προσλάμβαναν οι λειτουργίες του εταιρισμού και των πρακτικών εθελοντικής συσσωμάτωσης, αλλά και για την ίδια τη σύσταση του δημόσιου χώρου στον οποίο θα στεγαστεί ο φιλελληνισμός. Στις δημόσιες τελετουργικές αγορεύσεις, τις προπόσεις και τα δείπνα, ο εταιρισμός κατέληγε να καθίσταται θεσμικός φορέας, αν όχι ισότιμος, τουλάχιστον ανταγωνιστικός ως προς τους επίσημους «φυσικούς» χώρους της εξουσίας. Η μορφοποίηση των κοινωνικών δυνάμεων σε τέτοιες ενώσεις επέτρεπε, ταυτόχρονα, την αξιοποίηση ευρύτατων δικτύων επιχειρηματικών, διανοητικών- φιλοσοφικών και πολιτικών-ιδεολογικών δεσμών.
Η προτεινόμενη ανακοίνωση θα στραφεί στο φαινόμενο του εταιρισμού και στις συναρτήσεις του με τον φιλελληνισμό προκειμένου να διακρίνει όρους έκφρασης και πολιτικής επικοινωνίας των φιλελεύθερων ιδεών, αλλά και των μεταμορφώσεων στις οποίες αυτές οι ιδέες υπόκεινταν στους «φυσικούς» και συμβολικούς χώρους των εταιρειών. Πέραν της έκρηξης του δημόσιου πολιτικού και διανοητικού στοχασμού στη μάχη των εντύπων, η κουλτούρα των εταιρειών θα εξεταστεί ως το πλέον δυναμικό επικοινωνιακό προϊόν της εποχής. Στην πυκνή συνδιαλλαγή και συναναστροφή εταιριστών που μετείχαν σε δημόσιες ενώσεις (επιτροπές, εταιρείες, κλαμπ και κομιτάτα) ευδοκιμούσε μια διανοητική και πολιτική παραγωγή που δεν κατέληγε κατ’ ανάγκην σε μοντέλα ιδεατών πολιτικών συστημάτων, αλλά κυρίως σε έναν διευρυμένο διάλογο που προσέφερε ποικίλες πολιτικές διαγνώσεις και ένα διεθνικό λεξιλόγιο. Οι εταιρείες αυτές λειτουργούσαν στη δημόσια σφαίρα ως κληροδοτημένη πολιτική στρατηγική η οποία, αντλώντας από τρέχουσες ρηξικέλευθες αναλύσεις και θεωρητικές πρωτοπορίες για την αναμόρφωση της πραγματικότητας, αντανακλούσαν μετατοπίσεις κατεστημένων συσχετισμών δύναμης και προσέφεραν μια θεαματική ποικιλία κριτικής έναντι της υφιστάμενης εξουσίας και της ρυθμισμένης κοινωνικής ιεραρχίας. Η Ελληνική Επανάσταση και, ευρύτερα, οι επαναστάσεις που διεξάγονταν σε ένα μεγάλο το γεωγραφικό ανάπτυγμα - απ’ την Ελλάδα μέχρι τη νότια Αμερική - δεν συνιστούσαν μόνον πολιτικές υποθέσεις αμέσως υπαγόμενες στις διεθνείς σχέσεις μιας μεγάλης πολιτικής αποικιοκρατικής δύναμης, όπως ήταν η Βρετανία της εποχής. Διεξάγονταν στον δημόσιο λόγο και τις κατ’ εξοχήν ενεργόφιλες και κινητοποιητικές πολιτικές πρακτικές του εταιρισμού. Οι λειτουργίες του εταιρισμού θα προσδιορίσουν τη φύση και τους τρόπους υποστήριξης στην Ελληνική Επανάσταση και θα παροξύνουν τις πολιτικές αντιπαραθέσεις της εποχής, δοκιμάζοντας απειλητικά την αντοχή του πολιτικού συστήματος.
Ποιο ήταν το «επαναστατικότερο» επίτευγμα της Ελληνικής Επανάστασης; Ερμηνευτικές προσεγγίσεις της ελληνικής διπλωματίας
Ελπίδα Βόγλη
Η σύσταση του ελληνικού εθνικού κράτους ήταν αποτέλεσμα του μοναδικού επιτυχημένου κινήματος του πρώτου «κύκλου» των ευρωπαϊκών επαναστάσεων του 19ου αιώνα, το οποίο εγκαινίασε τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ποιες ήταν οι στρατηγικές μεθοδεύσεις μέσω των οποίων οι Έλληνες κατάφεραν να επικρατήσουν απέναντι στους Οθωμανούς; Με άλλα λόγια σε τι διέφερε η Ελληνική Επανάσταση από εκείνες της ιταλικής ή της ιβηρικής χερσονήσου που είχαν ξεσπάσει λίγο νωρίτερα, αλλά κατεστάλησαν μετά από την άμεση διεθνή παρέμβαση; Με ποιους τρόπους δηλαδή οι ιθύνοντες των Ελλήνων έπεισαν τις Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής να αποδεχθούν τις δικές τους επαναστατικές ιδέες;
Στην ανακοίνωση αυτή διερευνώνται οι διαδικασίες μέσω των οποίων επετεύχθη η νομιμοποίηση του ελληνικού επαναστατισμού. Εξετάζονται ο ρόλος των Ελλήνων που προέρχονταν από τους κύκλους της διασποράς και είχαν επίγνωση της αναγκαιότητας διεθνούς υποστήριξης του κινήματος, ενώ παράλληλα ήταν σε θέση να κατανοούν και να αποκωδικοποιούν τη σημασία των γεωπολιτικών και οικονομικών ανταγωνισμών των Μεγάλων Δυνάμεων. Όπως αποδεικνύεται, οι επαναστατικές προκηρύξεις απευθύνονταν περισσότερο στους Φιλέλληνες αναγνώστες τους, παρά στους Έλληνες για χάρη των οποίων υποτίθεται ότι εκδίδονταν. Με την ίδια λογική η έμφαση στα ιστορικά δικαιώματα των Ελλήνων όχι μόνον εφοδίαζε τα επαναστατικά μανιφέστα με πολύτιμα επιχειρήματα, αλλά εγκαινίαζε μια πρώιμη διαδικασία συγκρότησης πολιτικού έθνους.
Σε αυτό το πλαίσιο περίπου δέκα μήνες μετά από την έναρξη του ελληνικού κινήματος, το υπό σύσταση κράτος είχε αποκτήσει το πρώτο προσωρινό του πολίτευμα, την εθνική του κυβέρνηση και, το σπουδαιότερο, έναν κοινό ορισμό της πολιτικής ταυτότητας των μελών του. Σύντομα οι ηγέτες του θα εξέφραζαν την προθυμία τους να προσκαλέσουν ακόμη και Ευρωπαίο μονάρχη, εάν με αυτόν τον τρόπο υπήρχε πιθανότητα να εξασφαλίσουν την πολιτική ανεξαρτησία τους. Ωστόσο, η αναγνώριση από τη διεθνή κοινότητα της ελληνικής επικράτειας και των συνόρων της αλλά και της ανεξαρτησίας του κράτους επιτεύχθηκε μια δεκαετία περίπου αργότερα. Η ανακοίνωση αυτή εστιάζεται στις στρατηγικές απόπειρες μεταμόρφωσης μιας τοπικής ή και περιφερειακής εξέγερσης της νότιας Βαλκανικής σε διεθνές πολιτικό ζήτημα.
Οι μετασχηματισμοί του φιλελεύθερου φιλελληνισμού στην Ελλάδα των μέσων του 19ου αιώνα: Ένας διπλωμάτης παίρνει θέση
Γιώργος Τζεδόπουλος
Ο διπλωμάτης και ερασιτέχνης ζωγράφος Benjamin Mary ήταν ο πρώτος επιτετραμμένος του Βελγίου στην Αθήνα (1839-1844). Ο διορισμός του υπογράμμιζε τις ομοιότητες ανάμεσα στα δύο νέα κράτη που ιδρύθηκαν ως αποτέλεσμα φιλελεύθερων εθνικών κινημάτων. Έτσι προσδιορίζει ένα κρίσιμο σημείο της ευρωπαϊκής ιστορίας: τη σύνδεση ανάμεσα στην επανάσταση, την κρατική συγκρότηση και την εθνική πολιτική. Στις διπλωματικές του αναφορές, όπως και στα σχέδια που ζωγράφισε κατά την παραμονή του στην Ελλάδα, ο Mary διερεύνησε αυτή τη σύνδεση μέσω ενός φιλελληνικού λεξιλογίου πολιτικού φιλελευθερισμού και εθνογραφικού ρομαντισμού. Το εντυπωσιακό στον φιλελληνισμό του Mary, ωστόσο, είναι ότι δεν εμπεριείχε καμία αναφορά στην ελληνική αρχαιότητα• το γεγονός που συγκροτούσε τους Έλληνες ως έθνος και νομιμοποιούσε την ίδρυση ενός ανεξάρτητου ελληνικού κράτους ήταν η Ελληνική Επανάσταση. Ο Mary είδε την Επανάσταση όχι μόνο ως τον ερμηνευτικό φακό της πολιτικής δραστηριότητας στην Ελλάδα, κυρίως του συνταγματικού κινήματος του 1843, αλλά επίσης ως μια αποφασιστική στιγμή του ευρωπαϊκού φιλελευθερισμού.
Ο Mary στάθηκε κριτικά απέναντι στο καθεστώς της προστασίας που καθόριζε τη θέση της Ελλάδας ως ανεξάρτητου κράτους και ιδιαίτερα στις αντιφάσεις της βρετανικής πολιτικής, τις οποίες εντόπισε από τη μια στην υποστήριξη του συνταγματικού κινήματος και από την άλλη στις αξιώσεις κυριαρχίας έναντι του νέου κράτους στη λογική του ιμπεριαλισμού και της αποικιοκρατίας. Επηρεασμένος ίσως και από μια εξελισσόμενη νευρολογική πάθηση, ο Mary εγκατέλειψε το βελγικό διπλωματικό αξίωμα της ουδετερότητας και μετακινήθηκε από τη θέση του διπλωμάτη σε εκείνη του ακτιβιστή. Ο φιλελληνισμός του, μαζί με τη δέσμευσή του στον φιλελευθερισμό, η οποία κινητοποιήθηκε επιπλέον από τον ρόλο των Βρετανών στην προσπάθεια της αυστρίας να καταστείλει το ιταλικό εθνικό κίνημα, τον ώθησε να καταγγείλει τη βρετανική πολιτική στην Ελλάδα και την Ευρώπη στη διάρκεια μιας συνάντησης με τον Βρετανό πρεσβευτή στην Αθήνα. Ο Mary γνωστοποίησε το επεισόδιο σε ευρύτερο κοινό. Αυτή η διάρρηξη των κανόνων της υψηλής πολιτικής τον μετέτρεψε σε αποστάτη και του κόστισε τη θέση του και το κοινωνικό του κύρος.
Στην ανακοίνωση αναλύω την ελληνική εμπειρία του Mary με στόχο τη διερεύνηση των μετασχηματισμών του φιλελληνισμού στη φιλελεύθερη σκέψη και δράση των μέσων του 19ου αιώνα. Η ανακοίνωση στηρίζεται κυρίως στις ανέκδοτες αναφορές του Mary από το βελγικό υπουργείο Εξωτερικών στις Βρυξέλλες και στην αλληλογραφία της βρετανικής πρεσβείας στην Αθήνα, αλλά και στα σκίτσα του Mary από την Ελλάδα, όπου απεικόνισε γνωστούς και άγνωστους άντρες και γυναίκες, μεταξύ των οποίων και αρκετούς αγωνιστές της Επανάστασης.
Ο Μίλος Ομπρένοβιτς και η Ελληνική Επανάσταση: Μια αναψηλάφηση
Ανδρέας Λυμπεράτος
Η στάση των βαλκανικών λαών, ηγεσιών και εθνικών κινημάτων στις κορυφαίες στιγμές της εθνοποιητικής διεργασίας των γειτόνων τους, όπως είναι για τους Έλληνες η Επανάσταση του 1821, τυγχάνουν ιδιαίτερης ιστοριογραφικής πραγμάτευσης και διαχείρισης, η οποία πολύ συχνά παίζει σημαντικό ρόλο στην συγκρότηση και αναπαραγωγή ιδεών για την εθνική ή βαλκανική φυσιογνωμία των μετα-οθωμανικών κοινωνιών στον βαλκανικό χώρο, καθώς και για τις μεταξύ τους σχέσεις. Στην παρούσα ανακοίνωση θα επιχειρήσουμε να αναδείξουμε λίγο γνωστές μαρτυρίες για την σχέση και τη στάση του ηγέτη της ημι-αυτόνομης Σερβίας Μίλος Ομπρένοβιτς και του περιβάλλοντός του έναντι της Ελληνικής Επανάστασης, να εντοπίσουμε και να εξετάσουμε τα ερμηνευτικά διλήμματα που αναδεικνύουν οι ιδιαίτερες ιστορικές συνθήκες και τα υπάρχοντα ιστορικά τεκμήρια και να διερευνήσουμε κριτικά την διαχείριση του ζητήματος από την σερβική και ελληνική ιστοριογραφία.
Ο ατελής φιλελληνισμός και η ανολοκλήρωτη Επανάσταση
Λίνα Λούβη
Η αλλαγή του ρόλου των ευρωπαϊκών Δυνάμεων από υποστηρικτών του αγώνα και εγγυητών της ανεξαρτησίας, σε αυστηρό επιτηρητή της αλυτρωτικής πολιτικής του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, απογοήτευσε τους Έλληνες. Η πεποίθηση ότι, μετά τη ναυμαχία του Ναβαρίνου, εκείνες ανέλαβαν «ευθύνες» απέναντι στους Έλληνες συμβάδιζε με την αντίληψη ότι όφειλαν να συνεχίσουν να στηρίζουν την πολιτική του ελληνικού κράτους, εξαργυρώνοντας την πνευματική οφειλή τους στην αρχαία Ελλάδα. Οι Έλληνες θεωρούσαν ότι η εξάρτησή τους από τις «ευεργέτιδες» Δυνάμεις, στις οποίες αναγνώριζαν ότι όφειλαν την ύπαρξή τους, σήμαινε και υποστήριξη στη μετέπειτα πορεία τους προς την εθνική ολοκλήρωση. Για την Ευρώπη, από την άλλη, η ελληνική εθνική ιδέα είχε πάψει να έχει το ίδιο περιεχόμενο που είχε κατά τη διάρκεια της Επανάστασης• δεν επρόκειτο πλέον για ένα εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα που ενέπνεε τους φιλελεύθερους λαούς, αλλά για την πολιτική ενός κράτους η οποία αντέβαινε στα εθνικά συμφέροντα των «προστατών» του. Στόχος της ανακοίνωσης είναι με βάση τον Τύπο της εποχής να ανιχνεύσει τις μεταπτώσεις, τις αμφιθυμίες και τις αντιφάσεις της «κοινής γνώμης» απέναντι στην πολιτική των εγγυητριών Δυνάμεων, που ερμηνευόταν ως «φιλελληνική» ή «ανθελληνική»• να αναδείξει τη χρήση του φιλελληνισμού στο πλαίσιο των αλυτρωτικών κινημάτων μετά τη συγκρότηση του ελληνικού κράτους.
Τα επιστημονικά ενδιαφέροντα και τα δημοσιεύματά της στρέφονται γύρω από τα εξής θέματα: 1) Λόγιοι του ελληνικού 19ου αιώνα και θεσμοί που συνδέονται με τη διαμόρφωση και την ιδεολογία του νεοελληνικού κράτους. 2) Ελληνική Επανάσταση του 1821. 3) Πρόσληψη της αρχαιότητας στον ελληνικό 19ο αιώνα.
SOPHIA MATTHAIOU
Research Director Emerita of the Section of Neoehellenic Research / National Hellenic Research Foundation. Her research interests are 1) the 19th century intellectuals and institutions in their relation to the formation and the ideology of the newly founded Greek state, 2) the War of Greek Independence - Revolution 1821 and 3) the reception of antiquity in 19th c. Greece.
Η Γιάννα Τζουρμανά σπούδασε Κοινωνιολογία και Ιστορία στην Αθήνα και το Παρίσι. Είναι μέλος της Σύνταξης του περιοδικού Δοκιμές. Επιθεώρηση Κοινωνικών Σπουδών. Διδάσκει στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο και στο Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών “Πολιτική Επιστήμη και Ιστορία” του Παντείου Πανεπιστημίου.
Η Ελπίδα Βόγλη είναι Αναπληρώτρια Καθηγήτρια στο Τμήμα Ιστορίας και Εθνολογίας (ΤΙΕ) του Δημοκρίτειου Πανεπιστήμιου Θράκης (ΔΠΘ) και επιστημονικά Υπεύθυνη του εξ αποστάσεως προγράμματος του ΚΕΔΙΒΙΜ του ΔΠΘ «Η Επανάσταση του 1821 και η συγκρότηση του ελληνικού κράτους». Συντονίζει και διδάσκει τη θεματική ενότητα του επικοινωνιακού και δημοσιογραφικού λόγου και της διαφήμισης στο Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Δημιουργικής Γραφής του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου καθώς και τη θεματική ενότητα της Μεθοδολογίας στην ιστορία της ιατρικής στο Διατμηματικό Μεταπτυχιακό πρόγραμμα του Τμήματός της και της Ιατρικής Σχολής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΚΑΙ ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ: ΥΓΕΙΑ, ΝΟΣΟΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΗ ΕΠΙΛΟΓΗ». Είναι μέλος του editorial board του περιοδικού: Nationalities Papers: The Journal on Nationalism and Ethnicity (Cambridge University Press) ενώ η έρευνά της στις τέσσερις μονογραφίες της και στα λοιπά δημοσιεύματά της εστιάζεται σε θέματα ταυτότητας, ιθαγένειας, μετανάστευσης, παλιννόστησης και διασποράς, θεωρίας και μεθοδολογίας της ιστορίας και γενικότερα σε ζητήματα πολιτικής και κοινωνικής ιστορίας.
Ο Γιώργος Tζεδόπουλος είναι επιστημονικός συνεργάτης του Κέντρου Ερεύνης της Ιστορίας του Νεωτέρου Ελληνισμού της Ακαδημίας Αθηνών.
Ο Ανδρέας Λυμπεράτος είναι Επίκουρος Καθηγητής Νεότερης Βαλκανικής Ιστορίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Έχει σπουδάσει φιλοσοφία και ιστορία στα πανεπιστήμια Αθηνών, Μάντσεστερ και Κρήτης (διδ. Διατριβή 2005) και έχει ειδικευτεί στην Νεότερη Βαλκανική Ιστορία στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου (SSEES) και στο Ινστιτούτο Βαλανικών Σπουδών της Βουλγαρικής Ακαδημίας Επιστημών. Κατά την ακαδημαϊκή χρονιά 2006-7 ήταν μεταδιδακτορικός υπότροφος του Προγράμματος Ελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πρίνστον (ΗΠΑ). Έχει εργασθεί για αρκετά χρόνια (2007-2014) ως ερευνητής στο Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών - ΙΤΕ (Ρέθυμνο) και έχει συμμετάσχει από διάφορες θέσεις ευθύνης σε ελληνικά και διεθνή ερευνητικά προγράμματα. Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα αφορούν τους οικονομικούς, πολιτικούς και ιδεολογικούς μετασχηματισμούς που σχετίζονται με την μετάβαση της περιοχής των Βαλκανίων στην νεοτερικότητα, την ιστορία των πόλεων στα Βαλκάνια και την ιστορία του χρόνου και των πρακτικών μετρησής του.
Η Λίνα Λούβη σπούδασε Ιστορία στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης (Paris I), όπου απέκτησε και τον τίτλο του διδάκτορα. Έχει διδάξει Νεότερη Ευρωπαϊκή και Ελληνική Ιστορία στα τμήματα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης και Ιστορίας και Εθνολογίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης. Σήμερα είναι καθηγήτρια στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Έχει γράψει τα βιβλία: Περιγέλωτος βασίλειον. Οι σατιρικές εφημερίδες και το εθνικό ζήτημα. 1875-1886, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 2002 (βραβείο Ακαδημίας Αθηνών)∙ Η Ελληνική Οικονομία του 19ου αιώνα με τη γραφίδα των γελοιογράφων, Πρόγραμμα Ερευνών Ιστορικού Αρχείου ΕΤΕ, Αθήνα 2011∙ Η Ευρώπη των Ελλήνων. Πρότυπο, απειλή, προστάτις 1833-1857, Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2020, καθώς επίσης και, σε συνεργασία με τον Δ. Ξιφαρά, το εγχειρίδιο Ιστορίας της Γ΄ Γυμνασίου. Τα επιστημονικά της ενδιαφέροντα περιστρέφονται γύρω από την πολιτική ιστορία του ελληνικού κράτους του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα.