Κουντούρη Έλενα
Γλώσσα
Ελληνική
Ημερομηνία
31/10/2019
Διάρκεια
00:19:29
Εκδήλωση
και όμως δεν είναι σιωπηλά... Ανθρώπινα κατάλοιπα στα αρχαιολογικά μουσεία. Δεοντολογία και έκθεση
Χώρος
Μουσείο Ακρόπολης
Διοργάνωση
Διεύθυνση Αρχαιολογικών Μουσείων, Εκθέσεων και Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων - ΥΠΠΟΑ
Κατηγορία
Αρχαιολογία
Ετικέτες
ανθρώπινα κατάλοιπα, αρχαιολογικό μουσείο, έκθεση, δεοντολογία, μουσειακό έκθεμα, μουσειακή συλλογή, Γερμανία, αρχαιολογικό εύρημα, Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης
Η έκθεση και ερμηνεία των ανθρώπινων καταλοίπων αποτελεί μία από τις πτυχές του πολυσυζητημένου ζητήματος της διαχείρισης αυτού του τόσο ιδιαίτερου και φορτισμένου με ηθικές και ιδεολογικές συνιστώσες υλικού. Το θέμα άρχισε να απασχολεί τη διεθνή μουσειακή κοινότητα από τα τέλη της δεκαετίας του 1980, κυρίως σε συνάρτηση με τον επαναπατρισμό και τον επανενταφιασμό αυτού από τις κοινότητες που είχαν το δικαίωμα εκδήλωσης «πολιτισμικής συγγένειας» με τα λείψανα των προγόνων τους (βλ. αυτόχθονες πληθυσμούς Β. Αμερικής, Αφρικής, Αυστραλίας και Ν. Ζηλανδίας). Ο διάλογος που έκτοτε αναπτύχθηκε, είναι ακόμη υπό εξέλιξη και καθρεπτίζει, εν πολλοίς, τις αντιλήψεις δύο διαφορετικών κόσμων για τα σκελετικά κατάλοιπα: του δυτικού, για τον οποίο τα ανθρώπινα κατάλοιπα συνιστούν κατηγορία απλού οργανικού υλικού προς μελέτη ή είδος πολιτιστικού αγαθού προς έκθεση, και του κόσμου των αβορίγινων, των ανιμιστών και των σύγχρονων παγανιστών, που θεωρούν ότι το υλικό αυτό, λόγω της ιδιαίτερης πνευματικής αύρας με την οποία περιβάλλεται, συνδέεται άρρηκτα με την συλλογική μνήμη της κοινότητας και ανήκει αποκλειστικά στον κόσμο των νεκρών.
Στη χώρα μας με τη «βαριά» αρχαιολογική κληρονομιά, σύνολα ανθρωπίνων καταλοίπων έρχονται διαρκώς στο φως από την αρχαιολογική σκαπάνη και συχνά παρουσιάζονται στα σύγχρονα ελληνικά αρχαιολογικά μουσεία (βλ. Αρχαιολογικά Μουσεία Αβδήρων, Θεσσαλονίκης, Βόλου, Πύργου, Μυστρά, κ.ά.). Σημαντικές αρχαιολογικές ανακαλύψεις των τελευταίων δεκαετιών, όπως η ‘πριγκίπισσα’ του 3ου αι. μ.Χ. από την περιοχή του ανατολικού νεκροταφείου της αρχαίας πόλης της Θεσσαλονίκης, σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο της πόλης, το γεωμετρικό νεκροταφείο βρεφών στην Χώρα της Αστυπάλαιας και, πιο πρόσφατα, οι ‘Δεσμώτες’ του Φαλήρου, εύρημα και με ιστορικές αναφορές, αποτελούν αφορμή για προβληματισμό και δημιουργικό διάλογο επί της δεοντολογικά ορθής έκθεσης αυτού του υλικού.
Το συνέδριο φιλοδοξεί, μεταξύ άλλων, να φέρει στο προσκήνιο ζητήματα που άπτονται και της ελληνικής πραγματικότητας: ερωτήματα, όπως «Αντιμετωπίζονται τα ανθρώπινα κατάλοιπα στα ελληνικά αρχαιολογικά μουσεία ως σκελετικά κατάλοιπα πολυσχιδών προσωπικοτήτων του παρελθόντος ή ως παραπληρωματικά στοιχεία των πολυτελών κτερισμάτων που τα συνόδευαν;», «Γιατί απουσιάζει συνήθως από τα αρχαιολογικά μουσεία η έκθεση ανθρώπινων καταλοίπων από τα βυζαντινά χρόνια;», «Ποια είναι η φιλοσοφία και οι κατάλληλοι τρόποι παρουσίασης όχι μεμονωμένων σκελετικών καταλοίπων αλλά συνόλων αυτών, ειδικά όταν αυτά συνδέονται με ένα συγκεκριμένο πολιτικό γεγονός;», «Μήπως η ηθική δεοντολογία επιβάλλει τελικά την επανατοποθέτηση των καταλοίπων στον χώρο εύρεσής τους ως δείγμα σεβασμού;» είναι μερικά από τα επιμέρους ζητήματα που τίθενται προς συζήτηση.
Το συνέδριο της Διεύθυνσης Αρχαιολογικών Μουσείων, Εκθέσεων και Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων διαρθρώθηκε γύρω από τέσσερις θεματικούς άξονες:
1. Ανθρώπινα κατάλοιπα. Oρισμός, σημασία και συμβολή στην ανασύσταση της εικόνας του παρελθόντος.
2. Ανθρώπινα κατάλοιπα και σύγχρονες θεωρητικές προσεγγίσεις.
Φιλοσοφική/θρησκειολογική προσέγγιση του υλικού. Σύντομη ιστορική αναδρομή στη συλλογή και έκθεση ανθρώπινων καταλοίπων. Ισχύον θεσμικό πλαίσιο. Χαρτογράφηση και αποτίμηση της αξιοποίησης του υλικού αυτού στα ελληνικά αρχαιολογικά μουσεία.
3. Από την ανασκαφή … στο μουσείο: Ζητήματα δεοντολογίας και διαχείρισης ανθρώπινων καταλοίπων σε αρχαιολογικές συλλογές.
Εύρεση, ανάλυση, μελέτη και διαχείριση των αρχαιολογικών δεδομένων – Μελέτες περίπτωσης από την ελληνική επικράτεια.
4. Νέες τάσεις στην έκθεση και ερμηνεία των ανθρώπινων καταλοίπων.
Σύγχρονη έκθεση ανθρώπινων καταλοίπων (ναι, όχι ή υπό όρους;). Σύγχρονες ερμηνευτικές και μουσειογραφικές προσεγγίσεις. Ανακατασκευές ανθρώπινων καταλοίπων και όρια. Πρόσληψη του υλικού - αντιδράσεις επισκεπτών σε εκθέσεις ανθρώπινων καταλοίπων και σύγχρονοι τρόποι επικοινωνίας των πληροφοριών/δεδομένων του υλικού στο κοινό.
Η ανακοίνωση γράφτηκε από τις αρχαιολόγους της Διεύθυνσης Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων του ΥΠΠΟΑ, Έλενα Κουντούρη, Διευθύντρια, Κωνσταντίνα Μπενίση, Προϊσταμένη Τμήματος Εποπτείας Ελληνικών και Αλλοδαπών Επιστημονικών Ιδρυμάτων και Συντονισμού Θεμάτων Διεθνών Συνεργασιών και Οργανισμών και Ράνια Χαραλαμποπούλου, Τμήμα Εποπτείας Ελληνικών και Αλλοδαπών Επιστημονικών Ιδρυμάτων και Συντονισμού Θεμάτων Διεθνών Συνεργασιών και Οργανισμών, και παρουσιάστηκε στο πλαίσιο της θεματικής: Ανθρώπινα κατάλοιπα και σύγχρονες θεωρητικές προσεγγίσεις.
Σπούδασε Ιστορία και Αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (1985-90). Έλαβε μεταπτυχιακό (1995) και διδακτορικό δίπλωμα (2003) από το ίδιο Πανεπιστήμιο με ειδίκευση στην Προϊστορική Αρχαιολογία.
Εισήχθη στην Αρχαιολογική Υπηρεσία (1993) και υπηρέτησε στο Επιγραφικό Μουσείο (1994), στη Σπάρτη (1994-1996), στη Θήβα (1996-2006), ως Προϊσταμένη στο Τμήμα Γραμματείας του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου (2006-2011), ως Προϊσταμένη της Διεύθυνσης Εθνικού Αρχείου Μνημείων (2011-2014), ενώ σήμερα υπηρετεί ως Προϊσταμένη της Διεύθυνσης Προϊστορικών & Κλασικών Αρχαιοτήτων.
Σχεδίασε, οργάνωσε και υλοποίησε έργα στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών προγραμμάτων του Γ’ Κ.Π.Σ. και του Ε.Σ.Π.Α. Έχει οργανώσει εκπαιδευτικά προγράμματα, επιστημονικές συναντήσεις και αρχαιολογικά συνέδρια. Έχει λάβει μέρος με ανακοινώσεις σε διεθνή και τοπικά συνέδρια, έχει συγγράψει αρχαιολογικούς οδηγούς για την περιοχή της Κωπαΐδας και μελέτες που αφορούν στη μεσοελλαδική και μυκηναϊκή περίοδο της Μεσσηνίας και της Βοιωτίας, καθώς και σε βοιωτικά θέματα των ιστορικών και ειδικότερα των γεωμετρικών, ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων.
Πραγματοποίησε ανασκαφικές έρευνες στη Σπάρτη, τη Θήβα, τον Ορχομενό, τη Χαιρώνεια, το Δίστομο και την Αντίκυρα. Κατά την πενταετία 2011-2014 υλοποίησε, σε συνεργασία με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Βοιωτίας, το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και το Πανεπιστήμιο του Mainz, διεπιστημονικό πρόγραμμα για την τεκμηρίωση των μυκηναϊκών αποστραγγιστικών έργων στην περιοχή της βόρειας Κωπαΐδας, ενώ μεταξύ των ετών 2016-2018 διενήργησε ανασκαφές στις ακροπόλεις Άγιος Ιωάννης και Αγία Μαρίνα στη βορειοανατολική Κωπαΐδα. Από το 2018 διευθύνει διεπιστημονικό πρόγραμμα ανασκαφικής έρευνας και ανάδειξης της μυκηναϊκής ακρόπολης του Γλα υπό την αιγίδα της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας, με την οικονομική ενίσχυση της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας και του Ιδρύματος Παύλου και Αλεξάνδρας Κανελλοπούλου.