Αρχοντίδου-Αργύρη Αγλαΐα
Γλώσσα
Ελληνική
Ημερομηνία
04/02/2019
Διάρκεια
00:58:23
Εκδήλωση
Εκδηλώσεις της Εταιρείας Διερεύνησης Αρχαιοελληνικής και Βυζαντινής Τεχνολογίας (ΕΔΑΒΥΤ)
Χώρος
Αίθουσα "Συλλόγου των Αθηναίων", Διαδικτυακές εκδηλώσεις
Διοργάνωση
Εταιρεία Διερεύνησης Αρχαιοελληνικής και Βυζαντινής Τεχνολογίας (ΕΔΑΒΥΤ)
Κατηγορία
Αρχαιολογία
Ετικέτες
Λήμνος, Ηφαιστία, αρχαίο θέατρο, αρχαίο θέατρο Ηφαιστίας Λήμνου, Αθήνα
Η πόλη της Ηφαιστίας είναι μια από τα δύο αστικά κέντρα της Λήμνου των ιστορικών χρόνων του νησιού. Μετά την καταστροφή της από τους Πέρσες (Ονάτης) και την εγκατάσταση των Αθηναίων με επί κεφαλής τον Μιλτιάδη, το 412 π.Χ., η Ηφαιστία συνδέεται άμεσα με την Αθήνα. Η έντονη παρουσία και επίδραση των Αθηναίων στην κοινωνική και πολιτική ζωή της πόλης τεκμηριώνεται από τα νομίσματα, τα επιγραφικά δεδομένα, εν γένει τα κινητά ευρήματα και την αρχαία ελληνική γραμματεία. Οι κάτοικοι της Ηφαιστίας ακολουθώντας τη θρησκευτική, πολιτική και κοινωνική ζωή των Αθηναίων της Αττικής, ίδρυσαν ένα από τα αρχαιότερα θέατρα του ελληνικού κόσμου στην Ηφαιστία, το οποίο θα φιλοξένησε τα έργα των μεγάλων ποιητών κυρίως του λαμιακού κύκλου. Σύμφωνα με τα ανασκαφικά δεδομένα το θέατρο της Ηφαιστίας ακολούθησε ως προς την αρχιτεκτονική και τη χρήση, τα θέατρα της Αττικής, προσαρμόζοντας την αρχιτεκτονική στις εδαφολογικές ιδιαιτερότητες της Ηφαιστίας, και στα οικοδομικά υλικά της περιοχής.
Η Αγλαΐα Αρχοντίδου-Αργύρη καταγόταν από τη Λέσβο. Ήταν κόρη ενός εκ των κορυφαίων διανοητών και διδασκάλων του Λεσβιακού Λαού, κατά τον διαρρεύσαντα αιώνα από της Απελευθερώσεως της Λέσβου, του αειμνήστου Βασιλείου Αρχοντίδη. Παντρεύτηκε τον αείμνηστο Παντελή Αργύρη και απέκτησαν μια κόρη, την Άννα–Μαγδαληνή. Σπούδασε Αρχαιολογία στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Παρακολούθησε πολλά σεμινάρια στην Ελλάδα και το εξωτερικό για την Μουσειολογία και την υποβρύχια αρχαιολογία. Διωργάνωσε Αρχαιολογικά Συνέδρια στην Αθήνα, στην Μυτιλήνη και στη Χίο. Είχε συμμετάσχει με ανακοινώσεις της σε πολλά συνέδρια εντός και εκτός Ελλάδος. Εργάσθηκε ως έκτακτη αρχαιολόγος στην αρχαιολογική Εφορεία της Ρόδου και ως Επιμελήτρια και Έφορος Αρχαιοτήτων της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας. Συγκεκριμένα εργάσθηκε στις Εφορείες Αρχαιοπωλείων και Ιδιωτικών Συλλογών, Εναλίων, Ναυπλίου, Μυτιλήνης και στις Κεντρικές Υπηρεσίες του ΥΠΠΟ. Είχε μεγάλο ανασκαφικό και μουσειακό έργο στα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου Λήμνο, Λέσβο, Χίο και Ψαρρά. Οργάνωσε έξι αρχαιολογικούς χώρους, πέντε Μουσεία, Συλλογές και πολλές περιοδικές εκθέσεις στα νησιά βορειοανατολικού Αιγαίου και στο εξωτερικό. Είχε δώσει διαλέξεις σε Πανεπιστήμια της Ευρώπης, Καναδά και Αιγύπτου, σε Μουσεία και σε πολιτιστικούς Συλλόγους στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Είχε δημοσιεύσει πολλά επιστημονικά άρθρα και είχε επιμεληθεί πολλών αρχαιολογικών εκδόσεων. Χρημάτισε Πρόεδρος του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων επί πολύ. Ήταν μέλος του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου, της Ενώσεως Aρχαιολόγων της Ευρώπης και του European Museum Awards. Η Προεδρεία της Ιταλικής Δημοκρατίας τίμησε το έργο της με την απονομή σ’εκείνην του τίτλου «Grande Ufficiale (Prima Classe) Dell’ Ordine Della Stella Solidarieta Italiana». Διετέλεσε Διευθύντρια του Μουσείου της Πόλεως των Αθηνών – Ιδρύματος Βούρου-Ευταξία.