Δεληβορριάς Άγγελος
Buckby Tony
Γλώσσα
Ελληνική, Αγγλική
Ημερομηνία
17/10/2013
Διάρκεια
14:00
Εκδήλωση
"Το Εκπαιδευτικό Μουσείο" Καινοτομίες και Τεχνολογίες που Μεταμορφώνουν τα Εκπαιδευτικά Προγράμματα των Μουσείων (Ημερίδα)
Χώρος
Μουσείο Μπενάκη (Κτήριο οδού Πειραιώς)
Διοργάνωση
Μουσείο Μπενάκη
US Embassy Greece
British Council
Κατηγορία
Μουσειολογία
Ετικέτες
νέα τεχνολογία, εκπαιδευτικά προγράμματα μουσείων
Ο ρόλος του μουσείου έχει εξελιχθεί από την αρχική του λειτουργία ως χώρος συλλογής και έκθεσης αντικειμένων τέχνης και ευρημάτων φυσικής ιστορίας σε κάτι πολύ ευρύτερο: ένα ανοιχτό πανεπιστήμιο, ένα πολιτιστικό κέντρο, έναν χώρος κοινωνικών εκδηλώσεων, ένα μνημείο πολιτικής και πολιτιστικής υπερηφάνειας.
Στην ημερίδα "Το Εκπαιδευτικό Μουσείο - Καινοτομίες και Τεχνολογίες που Μεταμορφώνουν τα Εκπαιδευτικά Προγράμματα των Μουσείων” , την τρίτη κατά σειρά που πραγματοποιήθηκε πάνω στις πρακτικές διοίκησης μουσείων, επιμελητές και διοικητικό προσωπικό μουσείων και πολιτιστικών οργανισμών, εκπαιδευτικοί και καλλιτέχνες συναντήθηκαν για να συζητήσουν τις νέες εξελίξεις στον χώρο των εκπαιδευτικών προγραμμάτων στην Ευρώπη και τη Βόρειο Αμερική.
Η εκδήλωση εστίασε, μεταξύ άλλων, και στη χρήση εργαλείων όπως το Facebook, το Twitter, το Pinterest, και το Kickstarter με σκοπό να προσελκύσουν τα μουσεία μεγαλύτερο κοινό, να ερμηνεύσουν τις συλλογές τους, ακόμη και να χρηματοδοτήσουν τις εκθέσεις τους.
Το νόημα της ημερίδας "Το Εκπαιδευτικό Μουσείο - Καινοτομίες και Τεχνολογίες που Μεταμορφώνουν τα Εκπαιδευτικά Προγράμματα των Μουσείων ", ανέλυσαν κατά την έναρξη των εργασιών της εκδήλωσης, οι επικεφαλής των Οργανισμών που τους συνδιοργάνωσαν: Ο Διευθυντής του Μουσείου Μπενάκη Άγγελος Δεληβορριάς και ο Διευθυντή του British Council στην Ελλάδα Tony Backby.
Ο Άγγελος Δεληβοριάς (1937-2018) γεννήθηκε το 1937 στην Αθήνα. Σπούδασε Αρχαιολογία και Ιστορία της Τέχνης στα Πανεπιστήμια της Θεσσαλονίκης και της Αθήνας, και μετεκπαιδεύτηκε στη Γερμανία στο Πανεπιστήμιο του Freiburg. Κατά την περίοδο 1965-1969 υπηρέτησε ως επιμελητής αρχαιοτήτων στην Αρχαιολογική Υπηρεσία και ακολούθως, μετέβη για μεταπτυχιακές σπουδές στο Tübingen, από το Πανεπιστήμιο του οποίου απέκτησε το διδακτορικό του δίπλωμα το 1972. Το 1972-1973 παρακολούθησε σχετικά μαθήματα στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης και στην Ecole Pratique des Hautes Etudes, αναλαμβάνοντας εν συνεχεία τη διεύθυνση του Μουσείου Μπενάκη, όπου παρέμεινε από το 1973 μέχρι το 2015. Ανέλαβε τη ριζική ανάπλαση του μουσείου, η οποία ολοκληρώθηκε τον Ιούνιο του 2000. Το 1992 εξελέγη τακτικός καθηγητής στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου δίδαξε Ιστορία της Τέχνης ως το 2005. Από το 1973 έως το 2014 διηύθηνε το Μουσείο Μπενάκη.
Προσκεκλημένος είχε δώσει διαλέξεις και είχε συμμετάσχει σε συνέδρια πολλών επιστημονικών και μουσειακών κέντρων της Ευρώπης και της Αμερικής. Το συγγραφικό του έργο καλύπτει ζητήματα Κλασικής Αρχαιολογίας, Ιστορίας της Τέχνης, Μουσειολογίας και παραδοσιακού πολιτισμού. Το ερευνητικό ενδιαφέρον του για τον παραδοσιακό πολιτισμό ειδκότερα και τη "Λαϊκή Τέχνη", αναπτύχθηκε στο Μουσείο Μπενάκη, η ριζική ανάπλαση και ο αναπροσανατολισμός της φυσιογνωμίας του οποίου, προσγράφονται και διεθνώς στα επιτεύγματα των νεότερων μουσειακών κατακτήσεων.
Εκτός από τις μονογραφίες Attische Giebelskulpturen und Akrotere des 5. Jh.v.Chr. (Tübingen 1974), Οδηγός του Μουσείου Μπενάκη (Αθήνα 1980), Ελληνικά παραδοσιακά κοσμήματα (Αθήνα 1980), Greece and the Sea, Κατάλογος εκθέσεως (Amsterdam 1987) H Eλλάδα του Μουσείου Μπενάκη (Αθήνα 1997), Οδηγός του Μουσείου Μπενάκη (Αθήνα 2000), Πάρεργα: Άκαιρα, ανεπίκαιρα, επiκαιρικά (Αθήνα 2003), The Parthenon Frieze: problems, challenges, interpretations (Athens 2008), ΈΠΑΙΝΟΣ Luigi Beschi, (επιμ.) Μουσείο Μπενάκη, 7ο Παράρτημα (2011), κείμενά του έχουν δημοσιευθεί στις περιοδικές επιστημονικές εκδόσεις ΑΔ, ΑΑΑ, BCH, Antike Plastik, AM, AntK, StäddelJb, MEFRA, σε πρακτικά συνεδρίων, εγκυκλοπαίδειες, λεξικά, τιμητικά αφιερώματα και συλλογικά έργα.
Συμμετείχε ως μέλος σε επιτροπές επιστημονικών εταιρειών, ιδρυμάτων και είχε τιμηθεί με διακρίσεις από τη Γαλλία, Chevalier de l' Ordre des Arts et des Lettres (1999), την Ελλάδα, Ταξιάρχης του Τάγματος του Φοίνικος, αργυρό μετάλλιο της Ακαδημίας Αθηνών (2000), και την Ιταλία, Ordine della Stella della Solidarieta Italiana (2008). Είχε αναγορευθεί επίτιμος διδάκτωρ των πανεπιστημίων του Αιγαίου (2005), της Θεσσαλονίκης (2016), της Θράκης (2016) και μέλος της Academia Scientiarium et Artium Europae (1991), της Academia Europea (1992) και της Academia Nazionale dei Lincei (2015).
Το 2016 εξελέγη ως Τακτικό Μέλος της Ακαδημίας Αθηνών στην έδρα "Αρχαιολογία-Μουσειολογία".
Σπούδασε Αγγλική Γλώσσα και Φιλολογία στο το Πανεπιστήμιο του Nottingham και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στην Εφαρμοσμένη Γλωσσολογία στο Πανεπιστήμιο του Essex.
Δίδαξε αγγλική λογοτεχνία σε πανεπιστημιακό επίπεδο στην Ιταλία και συγκαταλέγεται στους συγγραφείς των υλικών διδασκαλίας γλωσσών που εκδόθηκαν από το Cambridge University Press.
Διετέλεσε Διευθυντής της Σχολής του Βρετανικού Ινστιτούτου της Φλωρεντίας και στη συνέχεια άρχισε τη συνεργασία του με το British Council στο πλαίσιο της οποίας ανέλαβε μια σειρά από ηγετικούς ρόλους.
Το 1990 διορίστηκε διευθυντής του Βρετανικού Συμβουλίου στην Μπολόνια και, αργότερα ανέλαβε Διευθυντής Υπηρεσιών Γλώσσας και στη συνέχεια αναπληρωτής διευθυντής του Βρετανικού Συμβουλίου Ιταλία (2001-2004).
Αργότερα υπηρέτησε ως Αναπληρωτής Διευθυντή Αγγλικής Γλώσσας στην έδρα του Βρετανικού Συμβουλίου στο Λονδίνο, όπου ασχολήθηκε με το έργο Οργανισμού στην Ευρώπη, την Ανατολική Ασία και την Κίνα.
Από το 2007-2011 διετέλεσε Διευθυντής του Βρετανικού Συμβουλίου στη Βουλγαρία και Πολιτιστικός Σύμβουλος της Βρετανικής πρεσβείας στη Σόφια πριν από τη τοποθέτησή του στην σημερινή θέση του στην Ελλάδα.