Δημακοπούλου Χριστίνα
Γλώσσα
Ελληνική
Ημερομηνία
16/01/2016
Διάρκεια
00:25:03
Εκδήλωση
Ε΄ Συνέδριο Ιστορίας της Τέχνης: Ζητήματα ιστορίας, μεθοδολογίας, ιστοριογραφίας
Χώρος
Μουσείο Μπενάκη (κτήριο οδού Πειραιώς)
Διοργάνωση
Εταιρεία Ελλήνων Ιστορικών Τέχνης (Ε.Ε.Ι.Τ)
Μουσείο Μπενάκη
Κατηγορία
Τέχνες / Πολιτισμός
Ετικέτες
Κωσταντίνος Παρθένης, τέχνη, ζωγραφική, θεωρία της τέχνης, φύση, διάνοια, αισθητική, καλλιτεχνική βούληση
H ανακοίνωση αυτή έγινε στο πλαίσιο του Ε΄ Συνεδρίου Ιστορίας της Τέχνης με γενικό τίτλο «Ζητήματα ιστορίας, μεθοδολογίας, ιστοριογραφίας», που διοργάνωσαν η Εταιρεία Ελλήνων Ιστορικών Τέχνης (Ε.Ε.Ι.Τ.) σε συνεργασία με το Μουσείο Μπενάκη από τις 15 έως τις 17 Ιανουαρίου 2016.
Το εργαστήριο του Κωσταντίνου Παρθένη στην ΑΣΚΤ και η διδασκαλία της τέχνης ως διδασκαλία της «επιστήμης» της
Σημείωμα της ομιλήτριας
Το 1930 ο Κωσταντίνος Παρθένης σε μία από τις εξαιρετικά σπάνιες στιγμές άρθρωσης δημόσιου λόγου θα μιλήσει στον Νίκο Γιοκαρίνη για το πώς αντιλαμβάνεται την διάκριση φύσης και διάνοιας, την έννοια της προόδου στην αισθητική, για την υψηλή τέχνη ως προϊόν της απόλυτης σύμπτωσης της δημιουργικής βούλησης του καλλιτέχνη και της δυνατότητάς του να την υλοποιεί τεχνικά καθώς και για την ανάγκη θεμελίωσης της σύγχρονης ελληνικής τέχνης σ΄ένα νέο προηγμένο σύστημα τεχνικών γνώσεων το οποίο ο ζωγράφος είχε στο παρελθόν αποκαλέσει «επιστήμη της τέχνης». Οι απόψεις αυτές δημοσιοποιημένες μόλις ένα μήνα μετά τον διορισμό του στην ΑΣΚΤ, θα πρέπει ως ένα βαθμό να θεωρηθούν προγραμματικές των βασικών θεωρητικών αρχών της διδασκαλίας του, όπως αυτή θα συστηματοποιηθεί προοδευτικά εντός του εργαστηρίου του. Αυτές οι θεωρητικές θέσεις, ιδωμένες υπό το πρίσμα μιας αυστηρής μεθόδου διδασκαλίας που οργάνωνε για πρώτη φορά με πειθαρχημένο τρόπο την εκμάθηση της ζωγραφικής στη βάση μιας θετικής εμπειρικής καλλιτεχνικής γνώσης ‒ μέθοδο την οποία ο Παρθένης φαίνεται να εφάρμοσε με απόλυτη συνέπεια οπωσδήποτε μέχρι το 1936 και σταδιακά με μειούμενο ζήλο από το 1936 και εξής‒ απηχούν την εντύπωση ενός Παρθένη οπαδού ενός είδους επιστημονικού θετικισμού, εντύπωση που έρχεται σε πλήρη αναντιστοιχία τόσο με τον μυστικιστικό προσανατολισμό του κυρίως καλλιτεχνικού του έργου, όσο και με την αναπαράσταση που συγκρότησαν γι’ αυτόν οι υστερότεροι μαθητές του της δεκαετίας του ’40. Δηλαδή αυτήν ενός δασκάλου προφήτη, μυσταγωγού και πνευματικού καθοδηγητή, ενός Ιεροφάντη των άρρητων μυστηρίων της τέχνης. Παρά την έκταση της βιβλιογραφίας που αφορά την ζωή και το έργο του ζωγράφου, αυτή η διάσταση ανάμεσα στον υπερβατικό ιδεαλιστικό χαρακτήρα και το μυστικιστικό ιδεολογικό υπόβαθρο της ζωγραφικής του από τη μία και σε μία εκλογικευμένη διδασκαλία της τέχνης από την άλλη με αξιώσεις αντικειμενικής ορθότητας, δεν έχει μέχρι σήμερα επισημανθεί από την έρευνα. Ωστόσο, στο βαθμό που το διδακτικό του έργο συμπυκνώνει μια θεωρία περί τέχνης η οποία σε τελική ανάλυση κατηύθυνε τις αναζητήσεις μιας γενιάς Ελλήνων καλλιτεχνών, η μελέτη του αποτελεί προϋπόθεση της κατανόησης της συνολικής καλλιτεχνικής συνεισφοράς του ζωγράφου. Στόχος αυτής της ανακοίνωσης είναι, σε ένα πρώτο επίπεδο, να αναδειχθεί αυτή η άγνωστη όψη του διδακτικού έργου του Παρθένη μέσα από τις μαρτυρίες και κυρίως τα σπουδαστικά έργα των μαθητών του. Σ’ ένα δεύτερο επίπεδο θα επιχειρηθεί μια ερμηνεία της σύζευξης μυστικισμού και επιστημονικού θετικισμού στο πρόσωπο του Παρθένη ως δασκάλου.
Σπούδασε Ιστορία και Αρχαιολογία στην Αθήνα (ΕΚΠΑ) και εν συνεχεία πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές Ιστορίας της τέχνης στο Παρίσι (Paris I). Είναι υποψήφια διδάκτωρ στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας με θέμα διατριβής την ιστορία της ΑΣΚΤ (1910-1943).