Πλάντζος Δημήτρης
Βατόπουλος Νίκος
Παπαευαγγέλου Κλεοπάτρα
Γλώσσα
Ελληνική
Ημερομηνία
20/10/2022
Διάρκεια
00:19:51
Εκδήλωση
Διεπιστημονική συνάντηση «Το παλίμψηστον της Αθήνας»
Χώρος
Τράπεζα της Ελλάδος
Διοργάνωση
Τράπεζα της Ελλάδος - Κέντρο Πολιτισμού, Έρευνας και Τεκμηρίωσης
Κατηγορία
Ιστορία, Αρχαιολογία
Ετικέτες
Αθήνα, παλίμψηστο, Τράπεζα της Ελλάδος, κλασική αρχαιότητα, Βερολίνο, Karl Friedrich Schinkel, μικρή βιοτεχνία, μικρό εμπόριο, οικονομική ανάπτυξη, κτίρια, 19ος αιώνας, 20ός αιώνας, έργα, Αλέξανδρος Μωραϊτίδης, Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης
Το Κέντρο Πολιτισμού, Έρευνας και Τεκμηρίωσης της Τράπεζας της Ελλάδος διοργάνωσε την Πέμπτη 20 Οκτωβρίου 2022 διεπιστημονική συνάντηση με θέμα «Το παλίμψηστον1 της Αθήνας». Η διεπιστημονική συνάντηση, που πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα Γενικών Συνελεύσεων του Κεντρικού Καταστήματος, εστίασε στην πολυπλοκότητα και την ποικιλομορφία της Αθήνας, της ιστορίας της, των υλικών καταλοίπων και των ιστορικών τεκμηρίων της και παράλληλα στους ποικίλους τρόπους προσέγγισης και έρευνάς της. Η Αθήνα είναι μια πόλη παλίμψηστη, ιστορική, που έχει προκύψει μέσα από μακραίωνες χωρικές μεταμορφώσεις, μέσα από διαδοχικούς πολιτισμούς, οι οποίοι έχουν αφήσει ανεξίτηλα τα σημάδια τους. Οι ομιλητές της συνάντησης προέρχονταν από τον χώρο της Αρχαιολογίας, της Αρχιτεκτονικής και Πολεοδομίας, της Οικονομικής επιστήμης, της Φιλολογίας, της Κοινωνιολογίας, της Ιστορίας των πόλεων και της Δημοσιογραφίας.
Οι χαιρετισμοί
Την εκδήλωση χαιρέτισε ο Διοικητής κ. Γιάννης Στουρνάρας ο οποίος, παίρνοντας αφορμή από την έκδοση Εκ Θεμελίων, με την ιστορία και τη χρήση των προηγούμενων κτηρίων που κατεδαφίστηκαν για να χτιστεί το σημερινό κτήριο της Τράπεζας της Ελλάδος, τόνισε ότι ένας ζωντανός οργανισμός, όπως η Τράπεζα, έχει μετασχηματιστεί αρκετές φορές στη διάρκεια της ιστορίας της. «Αναλογιστείτε μόνο πώς η Τράπεζα, που ιδρύθηκε το 1928 για να μην χρηματοδοτεί το κράτος ή τις εμπορικές τράπεζες, βρέθηκε να αποτελεί βασικό χρηματοδότη της οικονομίας μετά την κρίση του Μεσοπολέμου και – πολύ περισσότερο – μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο», ανέφερε. «Αναλογιστείτε πώς ένα ίδρυμα, βγαλμένο από το φιλελεύθερο καλούπι των κεντρικών τραπεζών του Μεσοπολέμου, κατέληξε επί δεκαετίες να ασκεί ασφυκτικό έλεγχο στο τραπεζικό σύστημα, υποστηρίζοντας την εκάστοτε αναπτυξιακή πολιτική των κυβερνώντων. Θυμηθείτε πόσο ριζικά άλλαξε αυτό τη δεκαετία του 1990, όταν η απελευθέρωση του τραπεζικού συστήματος μετέβαλε τόσο το τραπεζικό τοπίο όσο και τον ρόλο της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία ανέκτησε μέρος της μεσοπολεμικής της ανεξαρτησίας. Ή πώς η εξέλιξη αυτή επισφραγίστηκε με την ένταξη στο Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών και τη συμμετοχή στην Ευρωζώνη. Για να μην αναφερθώ στις πιο πρόσφατες δοκιμασίες, από την κρίση χρέους έως την αντιμετώπιση της πανδημίας, που επίσης οδήγησαν στην ανάπτυξη νέων δραστηριοτήτων και τον μετασχηματισμό παλαιότερων», επεσήμανε. Η Τράπεζα της Ελλάδος, όπως κάθε μακρόβιος οργανισμός, αποτελεί ένα θεσμικό παλίμψηστο», κατέληξε ο κ. Στουρνάρας.
Στη συνέχεια πήρε το λόγο ο διευθυντής του Κέντρου Πολιτισμού, Έρευνας και Τεκμηρίωσης Παναγιώτης Παναγάκης, ο οποίος τόνισε ότι «η σημερινή συνάντηση εκφράζει απόλυτα την αποστολή του Κέντρου Πολιτισμού, Έρευνας και Τεκμηρίωσης της Τράπεζας της Ελλάδος, στην οποία συνυφαίνονται η προαγωγή του πολιτισμού, της επιστήμης και της έρευνας και τοποθετούνται κεντρικά ο άνθρωπος, το αστικό περιβάλλον και η ιστορία».
Οι ομιλητές της συνάντησης
Πρώτη ομιλήτρια στη συνάντηση ήταν η Κλεοπάτρα Παπαευαγγέλου-Γκενάκου, επιστημονική υπεύθυνη της Νομισματικής Συλλογής της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία εισήγαγε το ακροατήριο στην θεματική της εκδήλωσης και μίλησε για «Το παλίμψηστον της Αθήνας». Ανέφερε ότι «η Αθήνα, μια πόλη που κατοικείται αδιάλειπτα από την αρχαιότητα στον ίδιο γεωγραφικό τόπο, παραβάλλεται με ένα παλίμψηστο˙ πρόκειται για ένα φαινόμενο σε εξέλιξη, κατά το οποίο νέες γενιές Αθηναίων τη δημιουργούν, την κατοικούν και τη συνθέτουν. Με τη διαδικασία της επανεγγραφής, εξαλείφουν τα έργα των προγόνων τους και αφήνουν το αποτύπωμά τους στην ίδια αστική περγαμηνή, εκεί που θα γράψουν και οι επόμενοι».
Ο καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ) Δημήτρης Πλάντζος μίλησε για «Το ίχνος του κλασικού παρελθόντος στο αθηναϊκό παρόν», επιχειρώντας μια σύντομη περιδιάβαση στο ιστορικό κέντρο της πόλης και στις παρυφές του, με σκοπό την ανίχνευση κλασικών καταλοίπων που επιβιώνουν έως τις μέρες μας. «Άλλοτε περίβλεπτα και μνημειώδη, άλλοτε πενιχρά και ‘αόρατα’, τα υλικά αυτά κατάλοιπα της κλασικής αρχαιότητας συντελούν στο παλίμψηστο της σημερινής πόλης, ως οδηγοί στο παρελθόν της», ανέφερε.
Ο ομότιμος καθηγητής του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου (ΕΜΠ) Δημήτρης Καρύδης μίλησε με θέμα: «Βερολίνο-Αθήνα». Ανέλυσε τις οικονομικές και πολιτικοκοινωνικές συνιστώσες της δεκαετίας του 1830 στην Αθήνα, στην Ευρώπη και ιδιαίτερα στο Βερολίνο, αναφέρθηκε διεξοδικά σε άγνωστες παραμέτρους των πρώτων σχεδίων της επέκτασης της Αθήνας που συγκεκριμενοποιήθηκαν με επικοινωνίες ανάμεσα στις δύο πόλεις και ανέδειξε τον ρόλο του σημαντικού αρχιτέκτονα Karl Friedrich Schinkel.
Η ιστορικός, καθηγήτρια στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του ΕΚΠΑ Ευγενία Μπουρνόβα μίλησε για τις «Επαγγελματικές και κοινωνικές ομάδες στην Αθήνα του πρώτου μισού του 20ού αιώνα», αναφέροντας ότι «μέσα από την αναδίφηση στα στοιχεία του Δήμου Αθηναίων του πρώτου μισού του 20ού αιώνα αναφύεται μια ξεκάθαρη εικόνα της κοινωνικό-επαγγελματικής σύνθεσης του πληθυσμού και της κατανομής της στον χρόνο και τον χώρο. […] Η Αθήνα του δεύτερου μισού του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα είναι η πόλη των τεχνιτών, της μικρής βιοτεχνίας και του μικρού εμπορίου».
Ο Γιάννης Μ. Ιωαννίδης, καθηγητής Οικονομικής στην Έδρα Max and Herta Neubauer του αμερικανικού Πανεπιστημίου Tufts και αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών μίλησε με θέμα «Οικονομική ανάπτυξη και η πόλη από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα: Μία μακροοικονομική θεώρηση». Στην εισήγησή του, με αφετηρία ιστορικά στοιχεία για τις πλέον αρχαίες πόλεις του κόσμου μέχρι σήμερα, ανέλυσε μεγέθη της παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης, τονίζοντας ότι με την χρήση στατιστικών στοιχείων σχετικά με τα μεγέθη των πόλεων, διαχρονικά από την εμφάνισή τους μέχρι σήμερα, μπορούν να ανιχνευθούν οι εποχές πληθυσμιακής έξαρσης, να συσχετιστεί η οικονομική μεγέθυνση με την αστική ανάπτυξή τους αλλά και τη χωρική/γεωγραφική αλληλεξάρτησή τους. Με μια μακροοικονομική θεώρηση, η ιδιαιτερότητα της Αθήνας αξιολογείται σε σύγκριση με άλλες πόλεις στην Ευρώπη αλλά και διεθνώς.
Ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Νίκος Βατόπουλος μίλησε με θέμα: «Η στρωματογραφία της μνήμης στην Αθήνα», τονίζοντας ότι «με αφορμή την ανέγερση του μεγάρου της Τράπεζας της Ελλάδος και στις δύο οικοδομικές φάσεις του, επί της Πανεπιστημίου και της Σταδίου, προσεγγίζουμε με τρόπο απόλυτα απτό και παραστατικό το θέμα της οικιστικής επανεγγραφής στα κεντρικά οικόπεδα της Αθήνας». Ο ομιλητής επεσήμανε ότι πολλά μεσοπολεμικά κτίρια της πρωτεύουσας χτίστηκαν στη θέση νεοκλασικών κτιρίων του 19ου αιώνα, μια διάσταση που δεν έχει τονιστεί με έμφαση. Μίλησε επίσης για την έκδοση Εκ Θεμελίων, τονίζοντας ότι «η Τράπεζα της Ελλάδος με το μνημειώδες αυτό έργο μας έδωσε τις πολύτιμες πληροφορίες για το μεγάλο, κεντρικό οικοδομικό τετράγωνο στο κέντρο της Αθήνας. Ταυτόχρονα όμως μας έδωσε ένα παράδειγμα. Έγινε, δηλαδή, η ερευνητική αυτή εργασία και η έκδοση που ακολούθησε ένα υπόδειγμα προσέγγισης στο πολλαπλό και εν πολλοίς κρυπτικό υπόστρωμα της Αθήνας και απελευθέρωσε τη σκέψη και το βλέμμα».
Ο αναπληρωτής καθηγητής του ΕΜΠ Κώστας Τσιαμπάος μίλησε για «Μια άλλη Αθήνα: σημαντικά έργα του 20ού αιώνα που δεν κατασκευάστηκαν». Πρόκειται για «σημαντικές μελέτες, μεγάλης κατά κύριο λόγο κλίμακας, από γνωστά αρχιτεκτονικά γραφεία, βραβευμένες σε αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς και για έργα που χαρακτηρίζουν απόλυτα την εποχή τους και τα οποία, αν είχαν χτιστεί, θα αποτελούσαν σημαντικά τοπόσημα, χαρακτηριστικά δείγματα της νεότερης ιστορίας της πόλης, μοντέρνες κατασκευές μιας 'άλλης' Αθήνας».
Ο συγγραφέας και πρόεδρος του Εφορευτικού Συμβουλίου της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος Σταύρος Ζουμπουλάκης μίλησε για την «Αθήνα του Αλέξανδρου Μωραϊτίδη». Ο ομιλητής αναφέρθηκε στην Αθήνα του Μωραϊτίδη και στη σχέση της με την Αθήνα του τριτεξαδέλφου του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. «Ποια ήταν η Αθήνα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη το γνωρίζουμε μάλλον καλά. Ήταν η Αθήνα της φτωχολογιάς και των εσωτερικών μεταναστών, στα χαμόγεια οικήματα και τα ταβερνομπακάλικα του Ψυρρή, κοντά στη Αγορά. Η ζωή και το έργο του Μωραϊτίδη μοιράζεται και αυτού μεταξύ Σκιάθου και Αθήνας».
1. Λέξη σύνθετη από το πάλι και ψάω, δηλ. αποξέω/ξύνω.
Πριν από την ευρεία χρήση του χαρτιού, ο πάπυρος και η περγαμηνή ήταν τα προτιμώμενα μέσα γραφής˙ υλικά ανθεκτικά, αλλά συνάμα ακριβά. Συχνά όταν ένας γραφέας χρειαζόταν να γράψει ένα κείμενο, επέλεγε απλώς ένα παλαιότερο, λιγότερο σημαντικό γι’ αυτόν, χειρόγραφο˙ έξυνε την παλιά γραφή και πάνω του έγραφε το νέο κείμενο.
Αυτό είναι το παλίμψηστο: το χειρόγραφο παπύρου ή περγαμηνής, του οποίου η πρώτη ή και επόμενες γραφές έχουν αποξεστεί για να γραφτεί κάτι καινούργιο, χωρίς ωστόσο να εξαλειφθούν τα ίχνη των προηγούμενων.
Ο Δημήτρης Πλάντζος είναι κλασικός αρχαιολόγος με σπουδές στην Αθήνα και την Οξφόρδη. Στα επιστημονικά του ενδιαφέροντα συγκαταλέγονται η ιστορία της αρχαίας τέχνης, η αρχαιολογική θεωρία και οι νεωτερικές προσλήψεις του κλασικού πολιτισμού. Είναι καθηγητής στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και συνδιευθυντής της Πανεπιστημιακής Ανασκαφής Άργους Ορεστικού (Καστοριά). Έχει εργαστεί ως επιμελητής στο Μουσείο Κοσμήματος Ηλία Λαλαούνη και το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, και έχει διδάξει στα Πανεπιστήμια Πελοποννήσου και Ιωαννίνων.
Έχει δημοσιεύσει μελέτες και άρθρα για την ελληνική τέχνη, τη θεωρία και μεθοδολογία της κλασικής αρχαιολογίας, τις νεωτερικές προσλήψεις του κλασικού πολιτισμού, και τις βιοπολιτικές χρήσεις της αρχαιότητας. Πρόσφατα έργα του: Οι αρχαιολογίες του κλασικού (Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου 2014), Ελληνική τέχνη και αρχαιολογία (Καπόν 2016), Το πρόσφατο μέλλον (Νεφέλη 2016), και Η τέχνη της ζωγραφικής στον αρχαιοελληνικό κόσμο (Καπόν 2018).
Ο Νίκος Βατόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1960. Είναι δημοσιογράφος στην εφημερίδα «Η Καθημερινή» και συγγραφέας. Αρθρογραφεί από το 1988 και ασχολείται με θέματα πολιτισμού. Από το 2007 έως το 2014 ήταν υπεύθυνος του Πολιτιστικού Τμήματος για το ημερήσιο και το σαββατιάτικο φύλλο. Έκτοτε, αρθρογραφεί με ελεύθερη θεματολογία. Το 1999 εργάστηκε για ένα διάστημα στην εφημερίδα «Το Βήμα».
Το 2011 ίδρυσε την ομάδα πολιτών «Κάθε Σάββατο στην Αθήνα», η οποία αριθμεί πάνω από 20.000 μέλη.
Έχει ειδίκευση σε θέματα νεώτερης αθηναϊκής ιστορίας και αρχιτεκτονικής. Το 2014 παρουσίασε επιλογή από αθηναϊκές φωτογραφίες του σε ατομική έκθεση με τίτλο «Η Αθήνα ενός αθηναιογράφου» στην γκαλερί «ena». Έχει επίσης οργανώσει και παρουσιάσει την θεματική έκθεση «Η Αθήνα της δεκαετίας του 1960» στην Ελληνοαμερικανική Ένωση (2014).
Είναι συγγραφέας των βιβλίων «Το Πρόσωπο της Αθήνας» (2001 και 2008), το οποίο κυκλοφόρησε και στην αγγλική γλώσσα («Facing Athens»), «Περπατώντας στην Αθήνα» (2018) και «Μικροί δρόμοι της Αθήνας» (2019). Έχει δώσει ομιλίες με θέμα πτυχές της ιστορίας της Αθήνας. Είναι μέλος του Σωματείου ΔΙΑΖΩΜΑ.
Έχει συνεργαστεί με μεγάλο αριθμό εκδόσεων και περιοδικών.
Το 2014 τιμήθηκε με το βραβείο Gina Bachauer- Νικολάου Δούμπα/ Κατηγορία Κοινωνικής και Πολιτιστικής Προσφοράς.
Είναι κάτοχος πτυχίου Master of Arts σε European Studies (1985) από το Πανεπιστήμιο του Reading (Ηνωμένο Βασίλειο).
Η Κλεοπάτρα Παπαευαγγέλου-Γκενάκου είναι αρχαιολόγος-νομισματολόγος. Σπούδασε Αρχαιολογία και Ιστορία της Τέχνης στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και συνέχισε τις σπουδές της στην Κλασική Αρχαιολογία στο King’s College του Πανεπιστημίου του Λονδίνου. Ειδικεύθηκε στην αρχαία ελληνική και ρωμαϊκή νομισματική και έλαβε το διδακτορικό της δίπλωμα από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
Βραβεύθηκε από την Ακαδημία Αθηνών το 2006 με το βραβείο Αυρηλίας Κομνηνού για τη μελέτη της περί της ιστορίας και νομισματοκοπίας της Νεαπόλεως και το 2021 με το Λυκούργειο Βραβείο, για το βιβλίο της με τίτλο «Εκ Θεμελίων».
Έχει δημοσιεύσει μελέτες και άρθρα για την αρχαία και νεότερη νομισματική ιστορία και τέχνη και είναι συνεκδότρια της σειράς ΚΕΡΜΑ. Εργάστηκε στο Υπουργείο Πολιτισμού και δίδαξε Αρχαιολογία και Νομισματική στο Πανεπιστήμιο της Δυτικής Ελλάδας και στο Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Σπουδών «Αρχαίος Κόσμος» του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Είναι ιδρυτικό μέλος και γραμματέας του επιστημονικού σωματείου «Λυδία Λίθος. Εταιρεία Μελέτης Νομισματικής και Οικονομικής Ιστορίας». Από το 2015 εργάζεται στο Κέντρο Πολιτισμού, Έρευνας και Τεκμηρίωσης της Τράπεζας της Ελλάδος ως επιστημονική υπεύθυνη της Νομισματικής Συλλογής.